Ο Πατέρας Μαρτινιανός είναι ένας πνευματικός άνθρωπος με μια ιστορία πίσω του που μοιάζει με παραμύθι. Πριν πάρει την μεγάλη απόφαση να μονάσει ήταν ένας καταξιωμένος χορευτής, μία λαμπερή προσωπικότητα που του άρεσε η διασκέδαση. Πριν γίνει ο Πατέρας Μαρτινιανός, ήταν o Jonathan, ένας νέος άνθρωπος που σπούδασε ψυχολογία για να κάνει το χατίρι του πατέρα του.
Τα πρώτα χρόνια της νιότης
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
” Γεννήθηκα στην Αγγλία, 7μηνήτικο και σαν νέος ήμουν ψηλόλιγνος και ασθενικός. Όταν ήμουν μικρός οι γονείς μου με είχαν γράψει σε σχολή χορού κι εξελίχθηκα σε μεγάλο ταλέντο. Ο πατέρας μου ήταν ψυχίατρος και ήθελε να ακολουθήσω το παράδειγμά του. Έτσι λοιπόν σπούδασα στην δυτική Αγγλία ψυχολογία και έκανα την πρακτική μου σε ένα ψυχιατρείο με 3000 ασθενείς. Κατάλαβα πως αυτό το επάγγελμα δεν ήταν για εμένα, όταν βρήκα έναν ασθενή μου νεκρό. Αυτοκτόνησε μολονότι είχα κάνει τεράστια προσπάθεια να τον γιατρέψω και νόμιζα ότι τα είχα καταφέρει”, δηλώνει ο Πατέρας Μαρτινιανός στο TLIFE.
Η ζωή του ως χορευτής
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Την κλίση την είχε από μικρός. Ένα βράδυ βγήκε να διασκεδάσει με την παρέα του. Ανάμεσα στους φίλους του, βρισκόταν και ένα μανεκέν που ήταν αρραβωνιασμένη με τον τον Ζαν Πολ, το γιο της μαντάμ Μπλουμπέλ, πασίγνωστης χορογράφου στο Παρίσι. Η λαμπρή αυτή κυρία ζήτησε από τον τότε Jonathan να την ακολουθήσει στο Παρίσι και να περάσει από οντισιόν. Αρχικά είχε κάποιες ενστάσεις αλλά στο τέλος πείστηκε. Αυτή ήταν η αρχή μιας λαμπρής καριέρας…
”Στο Παρίσι ξεκίνησα την καλλιτεχνική μου καριέρα. Έπειτα έφυγα, έφτιαξα ένα δικό μου group. Γυρίσαμε όλον τον κόσμο. Δεν ήμουν ποτέ το λαμπρό άστρο του χορού αλλά καταλάβαινα τι ήθελε να δει ο κόσμος. Είχα ανεβάσει ένα μπαλέτο που ονομαζόταν Κορίτσια στο πλανήτη της Αφροδίτης με πρωτάκουστες για εκείνον τον καιρό περούκες , συρμάτινες, λευκές και τα μπαλέτα μου ήταν topless. Το γυμνό για μένα δεν είναι αισχρό. Εξαρτάται πώς το δίνεις. Είχαν πολύ σουξέ. Κάποια στιγμή βρέθηκα στην Ελλάδα ως καλλιτέχνης”, περιγράφει ο πνευματικός αυτός άνθρωπος.
Ο λόγος που τον οδήγησε να μονάσει.
Ερχόμενος στην Ελλάδα αποφάσισε να επισκεφτεί το Άγιον Όρος. Μαγεύτηκε αν και δεν ήταν άνθρωπος της Εκκλησίας. ”Ήταν σαν μια παραδεισένια όπερα”, τονίζει. Εμφανίστηκε με πολύχρωμα ρούχα και οι μοναχοί τον κοίταζαν καλά καλά. Του έλεγαν πως είναι αμαρτωλός και πως πρέπει να εξομολογηθεί και να αλλάξει τρόπο ζωής. Ένας γέροντας όμως στάθηκε η αφορμή για να αλλάξει η ζωή του.
”Μου ζήτησαν να φύγω από το Άγιον Όρος γιατί είχε περάσει η ώρα. Νευρίασα. Μούτζωσα τον αρχοντάρχη και έφυγα. Συνάντησα όμως αργότερα έναν άνθρωπο, τον Γέροντα Παΐσιο ο οποίος μου είπε αμαρτία είναι να μην δουλεύεις. Βλέπετε την αντιμετώπιση ενός αγίου ανθρώπου και την αντιμετώπιση ενός κοινού θνητού μοναχού. Μου έλεγε να κάνω υπομονή. Από εκείνη την ημέρα έγινε ένα κλικ μέσα μου. Διάβαζα θρησκευτικά βιβλία στο καμαρίνι μου και οι φίλοι μου νόμιζαν πως είχα τρελαθεί. Μετά από δυο τρεις επισκέψεις στο Άγιον Όρος αποφάσισα ότι έπρεπε να μονάσω”.
Ο Πατέρας Μαρτινιανός πούλησε όλα του τα υπάρχοντα και τα μοίρασε στους φτωχούς, σε ανθρώπους που τον είχαν πραγματικά ανάγκη. Πλέον ζει στην ιερά μονή της Πάτμου κι έχει βρει την ησυχία του. ”Με κούρασε η κοσμική ζωή. Θεωρώ πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο. Το μόνο που μου λείπει είναι τα ταξίδια”, εξομολογείται ο Πατέρας Μαρτινιανός. Στόχος του είναι να φτιάξει το δικό του κελί στο Άγιον Όρος όπου θα είναι ένας ειρηνικός τόπος συνάντησης για όλους τους ανθρώπους.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ