Η είδηση για τις τέσσερις επιστολές – βόμβες συγκλόνισε το πανελλήνιο και όχι μόνο. Τέσσερα γράμματα, από τρία διαφορετικά σημεία αποστολής με παραλήπτες , την Πρεσβεία του Βελγίου στην Ελλάδα, τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας, την Πρεσβεία της Ολλανδίας στην Ελλάδα και την πρεσβεία της Νορβηγίας. Ένα από αυτά φτάνει στην εταιρεία ταχυμεταφορών Swift Mail. Σκάει στα χέρια της υπαλλήλου η οποια νοσηλεύεται με ελαφριά εγκαύματα στα χέρια. Πριν από κάποιους μήνες ένας δολοφονικός φάκελος φτάνει στο γραφείο του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Τον ανοίγει ο υπασπιστής του και σκοτώνεται ακαριαία. Τι συμβαίνει με αυτούς τους ”εκρηκτικούς” φακέλους; Πρόκειται για μία νέα μόδα στις τρομοκρατικές πρακτικές ή είναι κάτι που το συναντάμε από παλιά;
Η ιδέα αποστολής ”εκρηκτικών” φακέλων- πακέτων χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στην Ιταλία και την Ισπανία από τα μέσα τις δεκαετίας του 90′ μέχρι και σήμερα. Σαν κύριος διακινητής αυτής της ιδέας είχε εμφανιστεί στην Ιταλία η οργάνωση FAI (διεθνής αναρχικη ομοσπονδία) η οποία φημολογείται ότι έδωσε τη τεχνογνωσία και σε διάφορες άλλες αντιεξουσιαστικές ομάδες σε διάφορα κράτη της Ευρώπης. Σαν μεθοδολογία οι επιστολές – βόμβες έχουν χρησιμοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό διαχρονικά τόσο από το οργανωμένο έγκλημα όσο και από παλαιούς κλασσικούς αναρχικούς ακτιβιστές τον περασμένο αιώνα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στην Ελλάδα, δέματα- βόμβες, είχαμε για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα του 1976 . Μέσα σε ένα χρόνο περίπου είχαν σταλεί δέκα ταχυδροµικές βόµβες. Για τις έξι από αυτές, την ευθύνη φερόταν να έχει αναλάβει η ακροδεξιά οµάδα Εθνικιστική Σοσιαλιστική Οργάνωση Πανελλήνων, η οποία θεωρήθηκε πως εξαρθρώθηκε µε τις συλλήψεις που έγιναν τον Απρίλιο του 1977. Τα συγκεκριµένα δέµατα – βόµβες είχαν αποσταλεί στα γραφεία του ΚΚΕ και του ΚΚΕ Εσωτερικού, στη ΛΑΡΚΟ, στην κινηµατογραφική εταιρεία Μιχαηλίδη και στις εφηµερίδες «Η Αυγή» και «ΤΑ ΝΕΑ». Το έβδοµο δέµα βόµβα εστάλη στον Σύνδεσµο Ελληνικών Βιοµηχανιών στα µέσα Δεκεµβρίου της ίδιας χρονιάς και τα άλλα τρία λίγες ηµέρες πριν από την Πρωτοχρονιά.
Ο γνωστός πυροτεχνουργός Βασίλης Καπράλος μιλάει στο TLIFE για τη χθεσινή τρομοκρατική επίθεση με τις τέσσερις επιστολές.
Oι δράστες ήθελαν να εκφοβίζουν και να εντυπωσιάσουν, όχι να σκοτώσουν.
”Δεν έχει καμία σχέση με τον φάκελο που έστειλαν στα γραφεία του Χρυσοχοϊδη. Εδώ έχουμε έναν μηχανισμό που δεν έχει καμία σχέση με το παρελθόν. Στο παρελθόν χρησιμοποίησαν εκρηκτικές ύλες υψηλής εντάσεως. Εδώ είχαμε έναν εμπρηστικό μηχανισμό ο οποίος είχε μέσα άκαπνη πυρίτιδα κι έναν πυροδοτικό μηχανισμό όχι πυροκροτητή, που λέγεται firing device. Είναι ένας μηχανισμός που δίνει την έναυση στη πυρίτιδα. Εδώ έχουμε μια ουσία που είναι για φωτιά, για εμπρησμό. Χρησιμοποιείται και στα πυρομαχικά. Εδώ έχουμε εμπρησμό. Στη ποσότητα αυτή δεν είναι ικανή να σκοτώσει. Προξενεί έναν ελαφρύ τραυματισμό. Δεν υπήρχε πυροκροτητής. Εκεί δημιουργήθηκε απλά ένας εμπρησμός. Αν έφτανε στον Σαρκοζί απλά θα καίγονταν τα χέρια του. Οι δράστες δεν είχαν σκοπό να σκοτώσουν, ήταν κάτι συμβολικό, το έκαναν για εντυπωσιασμό, να γίνει φασαρία. Για να κάνει κάποιος κάτι τετοιο πρέπει να έχει και κάποια εξειδίκευση. Δεν μπορεί να πάρει την πυρίτιδα, να φτιάχνει έναν τέτοιο μηχανισμό όποιος να ‘ναι. Κάτι τέτοιο γινόταν και παλιά όπως επί Ευάγγελου Αβέρωφ που είχαν στείλει έναν φάκελο το 1977 με 1978. Εδώ όμως η ποσότητα ήταν πολύ μικρή. Είναι άστοχο να συγχέουμε το γεγονός αυτό με τον φάκελο στο γραφείο του Xρυσοχοϊδη”.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ