Επιστρέφει 15 χρόνια μετά με την παράσταση “Παιδιά ενός κατώτερου θεού“. Το κάνει με ακόμα μεγαλύτερη όρεξη και καταφέρνει προκαλέσει, αν όχι μεγαλύτερη, την ίδια συγκίνηση. Από τις 18 Δεκεμβρίου ο Γιάννης Βούρος ανεβάζει για δεύτερη φορά το ίδιο έργο, στο θέατρο Βεάκη, έχοντας δίπλα του μια πολύ δυνατή ομάδα. Γράφει (μετάφραση και απόδοση), σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί και καταφέρνει να επαναλάβει μια καλλιτεχνική επιτυχία την οποία θα ακολουθήσει και η εμπορική.
Η παράσταση καταφέρνει να συγκινήσει και να περάσει πολύ δυνατά μηνύματα. Σε μία κοινωνία που, όπως υποστηρίζει και ο ίδιος, είναι περισσότερο ευαισθητοποιημένη σε τέτοια θέματα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η ιστορία της παράστασης μιλάει για ένα δάσκαλο που αναλαμβάνει να διδάξει σ’ ένα ίδρυμα κωφαλάλων και γνωρίζεται με τη Σάρα, μια κωφάλαλη που δουλεύει στο ίδρυμα και λόγω παιδικών τραυμάτων αρνείται να μιλήσει. Ο Γιάννης Βούρος υποδέχτηκε το TLIFE στο θεατρικό του σπίτι και μας εξήγησε, ανάμεσα σε άλλα, γιατί αυτή τη φορά -μετά από 35 χρόνια στο θέατρο- χαίρεται όταν ανεβαίνει στη σκηνή για να παίξει.
Ο ρόλος του “δασκάλου Τζέημς”
Αυτός ο τύπος είναι κατ’ αρχήν, με την καλή έννοια, παλαβός. Μπαίνει σε ένα ίδρυμα με ένα απαρχαιωμένο σύστημα διαπαιδαγώγησης αυτών των διαφορετικών παιδιών, αυτών των διαφορετικών πλασμάτων και προσπαθεί να τα ανατρέψει όλα. Βεβαίως, φέρνοντας σύγχρονες μεθόδους επαφής με αυτά τα παιδιά. Ευτυχώς, βρίσκει ευήκοα ώτα στα ίδια τα παιδιά. Υπάρχει μια αρτηριοσκληρωτική σχέση με τον διευθυντή σπουδών που είναι και ηλικιωμένος και έχει μία άλλη άποψή για τα πράγματα, αλλά κερδίζει με το χιούμορ του. Κερδίζει με τη φόρα που έχει για τα πράγματα, με τον ενθουσιασμό που έχει για τα πράγματα και βέβαια αυτό είναι προς όφελος αυτής της μειονότητας, αυτών των διαφορετικών πλασμάτων. Μέσα σε αυτή την επαφή που έχει με τα πλάσματα αυτά γνωρίζεται με τη Σάρα και δημιουργείται ένα βολταϊκό, ένα σπινθήρας πάθους. Κόκκινου πάθους θα έλεγα, γιατί υπάρχουν και τα λευκά πάθη τα οποία δεν παρααφορούν και πολύ. Κι αυτός ο σπινθήρας, αυτή η σχέση η ερωτική είναι ο καταλύτης προκειμένου να αναδειχθούν διαφορετικότητες, να αναδειχθούν τεράστια “εγώ” που κουβαλάει ο καθένας μας και να αναδειχθεί, βεβαίως, το πείσμα του καθενός που προσπαθεί μέσω όλων αυτών των συστατικών στοιχείων να προσελκύσει τον άλλον μέσα στο δικό του κόσμο.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Πολύ ενδιαφέρον όλο αυτό. Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον “παιχνίδι”, θα έλεγα. Πολύ ενδιαφέρον και για τους ηθοποιούς που κουβαλάνε αυτές τις κριτικές, πού ενδιαφέρον και για τον κόσμο που βλέπει αυτή τη διελκυστίνδα των σχέσεων και δεν ξέρω μέχρι το τέλος που το που θα καταλήξει όλη αυτή η ιστορία. Γιατί περνάμε από χίλια δυο κύματα μέχρι να καταλήξουμε στο φινάλε που δεν είναι καλό να το αποκαλύψουμε τώρα, αλλά περνάει από χίλια δυο μύρια αυτή η σχέση. Όπως όλες οι σχέσεις. Εδώ υπάρχει κι ένα επιπλέον στοιχείο, το ότι έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικούς κόσμους. Υπάρχει μια συγκεκριμένη ατάκα της Σάρας κάποια στιγμή που λέει: “Αισθάνομαι μπερδεμένη. Κομμένη ανάμεσα σε δύο κόσμους. Σε αυτούς που ακούνε και σε αυτούς που δεν ακούνε. Πρέπει να είμαι δυνατή και να παίζω και τους δύο ρόλους, μία από εδώ μία από εκεί.” Πράγμα καθόλου εύκολο για ένα πλάσμα το οποίο μέχρι τα 27 του έχει ζήσει σε αυτό το ίδρυμα. Από πέντε χρονών. Δεν έχει γνωρίσει τίποτα από την άλλη κοινωνία, την κοινωνία την έξω. Όλο αυτό δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα το οποίο, δόξα τω θεό, μέχρι στιγμής βλέπουμε να εκπέμπεται από τη σκηνή και να κατεβαίνει στη σκοτεινή πλατεία.”
Η επιστροφή με το ίδιο έργο 15 χρόνια μετά
Πρέπει να σας πω ότι βεβαίως ήθελα να το ξανακάνω το έργο, με εντελώς διαφορετική οπτική. Φοβήθηκα μόνο τον εαυτό μου. Αν εγώ θα είχα τον ίδιο ενθουσιασμό παρότι ήθελα να το κάνω. Γιατί τώρα και η κοινωνία είναι διαφορετική απέναντι σε αυτά τα άτομα. Έχει ευαισθητοποιηθεί πολύ περισσότερο. Όχι η πολιτεία, η κοινωνία. Βλέπουμε πως δημιουργούνται ομάδες ανθρώπων που ασχολούνται με τους διαφορετικούς, τους γκετοποιημένους. Με το προσφυγικό βλέπουμε τώρα πως βοηθάει η κοινωνία. Φοβήθηκα τον εαυτό μου αν η οπτική μου η τωρινή θα είχε την ίδια οπτική με την παλαιά, του 2000 – 2002. Κι αν εγώ θα είχα τη δυνατότητα να προχωρήσω λίγο παραπέρα την ανάλυση των χαρακτήρων και την κατάδυση σε αυτούς. Τελικά, μάλλον έχει πετύχει αυτό το πράγμα. Καλλιτεχνικά τουλάχιστον και το εμπορικό θα το δούμε. Είναι πολύ νωρίς ακόμα, αλλά νομίζω ότι από στόμα σε στόμα θα μεταδοθεί το αποτέλεσμά μας το οποίο θεωρώ ότι είναι ικανοποιητικό.
Η ομάδα του τον χαρακτηρίζει “δάσκαλο”
Ευχαριστώ όλα τα παιδιά. Για ένα ένα σκηνοθέτη είναι ευτύχημα το να συνεργάζεται… Bεβαίως διαλέγεις, κάνεις ένα casting και αυτός μου προκύπτει, αυτόν θέλω, αυτή την ηθοποιό θέλω για αυτό το ρόλο. Πάνω στη σκηνή τα πράγματα δεν είναι πάντα εύκολα. Εδώ ευτύχησα να έχω εύστροφους συναδέλφους. Πέρα από τους παλιούς που τους γνωρίζεις, έχεις κάποια νέα παιδιά με τα οποία πρέπει να συνδιαλλαχτείς. Να εξορύξεις συναισθήματα. Να τσαλακώσεις, αν θέλετε, την αξιοπρέπεια που κουβαλάει ο καθένας μας. Ειδικά σε τέτοιους ρόλους, πρέπει να κάνεις κάτι έξω από το αξιοπρεπές και το καθωσπρέπει που κουβαλάς από το σπίτι σου. Ήμουν πάρα πολύ τυχερός γιατί μου τύχανε εύστροφοι συνάδελφοι, έλεγες ένα και σου κάναν τέσσερα. Ή ερχόντουσαν στην πρόβα και σου πρότειναν αυτοί πράγματα κι εγώ έλεγα “χμμ, πολύ καλό να το υιοθετήσουμε και να το πάμε παραπέρα”. Ομαδικό είναι το άθλημα. Η ομάδα είναι πάρα πολύ καλή. Θεωρώ ευτύχημα ότι έχω συνεργασία με αυτά τα παιδιά.
Συνηθίζω να λέω ότι είμαστε δεμένοι όλοι με ένα σκοινί και αναρριχάται η ομάδα με την ταχύτητα που πάει ο πιο αργός. Εδώ, λοιπόν, είμαστε όλοι πάρα πολύ γρήγοροι. Είναι από τις σπάνιες φορές μετά από 35 χρόνια που είμαι στο θέατρο… Που πάντα μπαίνεις στη λογική “ωχ, παράσταση. Γιατί πρέπει να είσαι εντάξει. Είσαι άρρωστος, δεν πειράζει, πρέπει να παίξεις. Έχεις τα προβλήματά σου τα προσωπικά, πρέπει να παίξεις. Είσαι στεναχωρημένος, πρέπει να παίξεις. Είναι από τις λίγες φορές τελευταία, γιατί υπάρχει κι ένας κορεσμός μετά από 35 χρόνια, που λέω “αχ, ωραία έρχεται η παράσταση, θα βγούμε στη σκηνή!”. Αυτό δεν είναι μόνο δικό μου θέμα, είναι και το αποτέλεσμα της ενέργειας που κυκλοφορεί κι από τους συναδέλφους που, σαφώς, μπορώ να ξεχωρίσω τους παλαιότερους και το πως με προσήλωση και με σεβασμό κάθισαν απέναντί μου για να τους μεταφέρω τις απόψεις μου και την γραμμή μου τη σκηνοθετική αλλά και τους νεότερους οι οποίοι με ιδιαίτερη αν θέλετε, αφοσίωση μπήκαν στη διαδικασία να ακολουθήσουν τις οδηγίες τις δικές μου.
Πρωταγωνιστής ή σκηνοθέτης;
Τώρα πια, απολαμβάνω περισσότερο το ρόλο του σκηνοθέτη. Είναι πιο δημιουργικός. Σαν ηθοποιός έχεις να κάνεις με ένα πράγμα. Σαν σκηνοθέτης, έχεις να κάνεις με όλο το πακέτο και όχι μόνο ότι πρέπει να παίζεις και να διδάσκεις πολλούς ρόλους. Έχει να κάνει με όλη την αισθητική του πράγματος, έχει να κάνει με το φωτισμό, με τα βίντεο, με τα κοστούμια, με τις μουσικές… Με το εικαστικό αν θέλετε, όλο το οποίο έχει πολλές παραμέτρους. Τώρα πια, μετά από -αυτό που σου είπα πριν- 35 χρόνια κι έχοντας κάνει περίπου 22 σκηνοθεσίες, βρίσκω πιο δημιουργική και την ενασχόλησή του παραγωγού. Κι ως παραγωγός αισθάνεσαι πάρα πολύ δημιουργικός γιατί πάλι πρέπει να ασχοληθείς με όλα αυτά.
Το ρίσκο του παραγωγού
Μια ζωή ρίσκα έπαιρνα και μια ζωή ζαριές έριχνα. Απλώς τώρα αισθάνομαι, αν όχι κουρασμένος, αποστασιοποιημένος από την ενέργεια που κουβαλάει ένας ηθοποιός. Δεν είναι τυχαίο ότι τα 2,5 χρόνια που ήμουν στο Κρατικό δεν έπαιξα καθόλου. Ως διευθυντής θα μπορούσα να παίξω, δεν έπαιζα. Κάναμε κάπου 30 παραγωγές σε 27 μήνες, μεγάλη ιστορία. Δε μου λείπει το σανίδι.
Έκανα και πριν παραγωγές, στο Κρατικό ακόμα περισσότερο. Σε ένα Κρατικό θέατρο έχεις και άλλες ευκολίες, άλλες ευκολίες, άλλη υποστήριξη. Ότι ζητήσεις το έχεις. Ότι σου έρθει στο μυαλό και πες αυτό θέλω να το κάνω, το έχεις. Σε μία ιδιωτική παραγωγή δεν μπορείς να βάλεις σε έναν παραγωγό το μαχαίρι στο λαιμό και να πεις θέλω να μου φέρεις 4 ανεμιστήρες που να σηκώσουν έναν ανεμοστρόβιλο στη σκηνή, να περνάει άμμος, χαρτιά, θάμνοι… Δε γίνεται. Σε ένα Κρατικό υπάρχει περίπτωση να το κάνεις.
Μια καλή θεατρική παραγωγή ωστόσο δεν έχει να κάνει με το τι facilities έχεις από αυτή την ιστορία που λέγεται θέαμα. Εδώ δεν έχουμε τίποτα, έχουμε 5 έπιπλα και την ψυχή μας. Το θέατρο είναι ψυχή!
Φωτογραφίες: Πέτρος Χόντος
“Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού” του Μαρκ Μέντοφ
Παίζουν: Γιάννης Βούρος, Χρύσα Παπά, Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, Ντίνος Καρύδης, Θοδωρής Αντωνιάδης, Τζωρτζίνα Κώνστα, Λουκία Πεσκετζή
Μετάφραση, απόδοση και σκηνοθεσία : Γιάννης Βούρος
Θέατρο Βεάκη Στουρνάρη 32 Αθήνα τηλ: 210 5223522
Παραστάσεις: Τετάρτη (19.15), Πέμπτη (20.00), Παρασκευή (21.00), Σάββατο (18.15 και 21.15), Κυριακή (19.15)
Τιμές: 20 ευρώ, φοιτητικό 15, 12 ευρώ ανέργων και τρίτης ηλικίας
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ