Η δίκη μου ιστορία μετράει 8 ολόκληρα χρόνια. Τον γνώρισα τυχαία και ομολογώ ότι κάτι έγινε από την αρχή και κολλήσαμε. Μέσα σε μια εβδομάδα είχαμε ήδη βγει το πρώτο ραντεβου. Τα φτιάξαμε. Μικροί τότε. Εγώ 18 κι εκείνος 22.
Πίστευα ότι δεν θα κρατούσε πάρα πολύ. Μας έδινα διορία ένα με δύο μήνες. Όμως, ξεπεράσαμε και οι δύο τους εαυτούς μας. Μεγαλώσαμε μαζί. Τον έβλεπα να κάνει τα όνειρά του ένα-ένα πραγματικότητα. Να βάζει κάθε φορά έναν στόχο και να τον πετυχαίνει. Χαιρόμουν μαζί του. Ήθελα να είναι ευτυχισμένος. Από την άλλη, όμως, τον ζήλευα. Είχα προσαρμόσει τη ζωή μου επάνω στη δική του.
Τα πρώτα χρόνια δουλεύαμε μαζί. Κοιμόμασταν μαζί, βγαίναμε μαζί, όλα τα κάναμε παρέα. Ώσπου μια μέρα μου ανακοίνωσε πως θα αλλάξει χώρο εργασίας. Λέω “ok, όλα καλά, δεν υπάρχει πρόβλημα”. Έλα όμως που κάποια στιγμή μου κακοφάνηκε που δεν τον έβλεπα όπως παλιά… που ήταν μονίμως αλλού, που δεν περνούσαμε πια χρόνο μαζί όπως παλιά… Εκεί αρχίζει η υστερία!
Νεύρα, ζήλια, αυτός να μην σηκώνει τηλέφωνα, εγώ να επιμένω. Ειλικρινά φαινόμουν σαν τρελή. Είχα χάσει τον εαυτό μου. Και το μόνο που έκανα ήταν να σκέφτομαι που είναι, τι κάνει, με ποια είναι… Και τα χρόνια περνούσαν. Κι εγώ εκεί!
Ίσως και να ήμουν μικρή και δεν συνειδητοποιούσα πως η ζωή χανόταν. Δεν ήξερα πλέον αν μιλούσα στα αλήθεια για αγάπη ή για κάποια εμμονή.
Φυσικά, ούτε αυτός αποφάσιζε να βάλει ένα τέλος. Κι όσο αυτός δεν έβαζε τέλος τόσο εγώ ξεγελούσα εμένα. Μέχρι που μια μέρα γύρισα τον διακόπτη. Έτσι ξαφνικά! Και αποφάσισα να βάλω ένα τέλος.
Ίσως να μην μπορούσει να το πει: να χωρίσουμε, αλλά μου το έδειχνε. Κι εκείνη την ημέρα απλά το κατάλαβα.
Χτυπούσε το τηλέφωνό μου, έβλεπα το όνομά του και δεν σήκωνα το τηλέφωνο. Μόνο έκλαιγα, χωρίς να σταματάω. Το μόνο που μπόρεσα να κάνω ήταν να στείλω ένα μήνημα: “Θέλω να μείνω μόνη”. Έπρεπε να τον αποδεσμεύσω. Πώς τον αγαπούσα εάν δεν τον άφηνα να αναπνεύσει;
Πραγματικά το τελείωσα. Προχώρησα σε άλλη σχέση. Τον σκεφτόμουν που και που, αλλά τον έβγαζα γρήγορα από το μυαλό μου. Φοβόμουν να τον σκέφτομαι πολύ ώρα. Έξι μήνες, ούτε τον είχα δει, ούτε τον είχα ακούσει.
Την τελευταία μέρα των διακοπών, μου ήρθε μήνυμα στο κινητό μου: “Μωρό μου, τι κάνεις;”. Βλέποντας το όνομα κατάλαβα πως έξι μήνες που δεν μιλούσαμε… “Αγαπούλα” τον είχα καταχωρημένο.
Τι έλεγα πριν; Φοβόμουν να τον σκέφτομαι; Μα τώρα ήταν φανερό το γιατί. Γιατί φοβόμουν ότι δεν τον είχα ξεπεράσει. Απλά προσπαθούσα ακόμα. Όλα τα συναισθήματα μέσα μου ξύπνησαν λες και δεν είχε περάσει καιρός.
Του είπα φυσικά πως είμαι με άλλον. Αυτός επίσης έκανε σχέση… μετά… αφού του το είπα. Όμως αυτό δεν μας εμπόδισε να βρισκόμαστε, να κοιμόμαστε αγκαλιά. Γυρνούσα στο τότε αγόρι μου και ένιωθα άσχημα.
Όλη αυτή η κατάσταση κράτησε ένα χρόνο. Ήθελα να μου πει κάτι. Δεν μπορούσαμε να κοροϊδεύουμε έτσι δύο ανθρώπους. Ή θα ήμασταν μαζί ή καθόλου.
Δεν ήθελε, λέει, τότε σχέση μαζί μου. Οπότε το πήρα απόφαση για άλλη μια φορά ότι έπρεπε να τον αφήσω να κάνει τη ζωή του.
Ύστερα από δύο χρόνια που ήμασταν χώρια, τα βρήκαμε και πάλι. Δεν ξέρω που θα βγει. Δεν ξέρω πως θα πάει. Δεν ξέρω αν όντως ισχύει αυτό που λένε: “Όταν αγαπάς κάτι άφησέ το ελεύθερο… Αν γυρίσει είναι δικό σου, αν δεν γυρίσει δεν ήταν ποτέ”. Ή το άλλο: “Η αγάπη νικάε τα πάντα”. Το μόνο που ξέρω πια είναι ότι έμαθα από τα λάθη μου.
Ξέρω ίσως καλύτερα να κουμαντάρω τα συναισθήματά του. Μα πάνω απ’ όλα ξέρω πως τον αγαπώ πέρα από κάθε λογική!
Το πρώτο φιλί, το πρώτο βλέμμα, η γνωριμία. Η αμηχανία, τα ευτράπελα, το συναίσθημα. Κεραυνοβόλος έρωτας, σχέση πάθους, σχέση λάθους, χωρισμός… Στείλε τη δική σου ξεχωριστή ερωτική ιστορία και δες την δημοσιευμένη.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΕΣΥ ΤΙ ΛΕΣ;