Στη γενέτειρά της, την Καβάλα βρέθηκε για λίγες μέρες η Δέσποινα Βανδή και επισκέφτηκε την παλιά της γειτονιά. Η γνωστή τραγουδίστρια, έχοντας μαζί της, την κόρη της Μελίνα, επισκέφτηκε τη γειτονιά που μεγάλωσε ως παιδί και ένα πλήθος από αναμνήσεις και εικόνες την κατέκλυσαν.
Η ίδια θέλησε να μοιραστεί αυτές τις συγκινητικές στιγμές που πέρασε ως παιδί με τους διαδικτυακούς της φίλους γράφοντας το παρακάτω κείμενο στο Facebook.
Διάβασε το κείμενο της Δέσποινας Βανδή:
“Είμαι από χθες στην πόλη. Χρόνια απέφευγα να περάσω από το σπίτι που μεγάλωσα κι από τη γειτονιά που μάτωναν τα γόνατα μου αρκετές φορές πάνω στο παιχνίδι. Είχα την τύχη να ζήσω το μεγαλείο της γειτονιάς που τότε δεν το καταλάβαινα μέσα στην απλότητα της!Τη θεωρούσα δεδομένη κι ότι πάντα έτσι θα ‘ναι όπως ήταν για ‘μενα και για όλα τα παιδιά. Πόσο άλλαξαν τα πάντα απο τότε! Ένας δρόμος ήταν που περνούσαν σπάνια αυτοκίνητα από ‘κει. Κατεβαίναμε σιγά σιγά με το που έφευγε το μεσημέρι κι άρχιζε το παιχνίδι! Μήλα, κικιρίκια, λάστιχο, κρυφτό, κυνηγητό και κάποιες φορές, βραδυ πάντα, ιστορίες με φαντάσματα που τις διηγούμασταν με μεγαλη ψυχραιμία και σοβαρότητα, αλλα μόλις έφτανε η ώρα να γυρίσω στο σπίτι, φώναζα την μάνα μου να βγει στο μπαλκόνι να με βλέπει μέχρι να μπω! Τι όμορφα χρόνια!
Είχε και πολλά παλιά σπίτια στη γειτονιά που ζωήρευαν ακόμα περισσότερο τη φαντασία μας! Σήμερα κάποια από αυτά δεν υπάρχουν.Τα δώσανε και στη θέση τους στριμωχθηκαν κάτι εξογκώματα νεόδμητα σαν παραφωνίες! Κάποιο άλλο το φτιασίδωσαν με νέα υλικά εξωτερικά έτσι που τίποτα δε θυμίζει την τότε όψη τους. Σαν να παίρνεις μια γιαγιά από το χωριό και να της φοράς έντονο κόκκινο κραγιόν με το τσεμπέρι.
Άλλα αυτά που βλέπουν τα μάτια της κόρης μου που την έχω μαζί μου κι άλλα τα μάτια της ψυχής μου. Προσπαθώ μέσα από τις διηγήσεις μου να την πάω στα χρόνια τα δικά μου. “Εδώ ζούσε μια γιαγιά που δεν έβγαινε από το σπίτι της και τη φοβόμασταν όλα τα παιδιά. Ήταν παράξενη και καθόλου φιλική”. “Εδώ σε αυτήν τη σκάλα καθόμουν και καθάριζα τα φασολάκια με την μάνα μου”. “Εδώ δεν είχε άσφαλτο μόνο άγριες πέτρες και χορτάρι”. “Σε αυτό το παράθυρο καθόταν η κουτσομπόλα της γειτονιάς που έβλεπε ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει απο το σπίτι του!”
Σαν έφυγε ο πατέρας μου έκανα χρόνια να ξαναπάω στη γειτονιά των παιδικών μου χρόνων. Μόνο μου θύμιζε και δεν ήθελα. Αργότερα συμφιλιώθηκα κι αυτό που σίγουρα κατάλαβα και κράτησα, είναι πως μια μικρογραφία ήταν το παιχνίδι στη γειτονιά του κόσμου που μεγαλώναμε. Κανείς δε φώναζε την μάνα του για να αποδώσει το δίκιο! Μόνοι μας τα αντιμετωπίζαμε όλα!
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Σήμερα, παιδότοποι και κάτι κακοφτιαγμένα πάρκα για να μαζεύονται τα παιδιά να παίζουν με ό,τι διαθέτουν αυτοί οι χώροι, χωρίς τίποτα να εξάπτει τη φαντασία τους. Έχω περάσει κι εγώ πολλές ώρες σε αυτά μέχρι να μεγαλώσουν λιγάκι. Ακούς τα παιδιά να φωνάζουν πάνω στο παιχνίδι “ο τάδε με χτύπησε”, ζητώντας τη βοήθεια ενός μεγάλου! Όσες φορές ήρθαν τα δικά μου να διαμαρτυρηθούν τους το ‘κοψα λέγοντας “βρείτε τα μεταξύ σας δεν ανακατευομαι!”
Όχι επειδή δεν έχουμε γειτονιές πια, να τα ξεχάσω κι όλα!”
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ