Ακόμη μία συγκλονιστική εξομολόγηση είδαμε χθες στην εκπομπή “Πρωταγωνιστές” και στον Σταύρο Θεοδωράκη, μετά από αυτή της Χρύσας Ρώπα.
Ο δημοσιογράφος αφού παρακολούθηε «Τα κορίτσια με τα μαύρα» (των Αλέξανδρου Ρήγα και Δημήτρη Αποστόλου) και τη «Σεξουαλική ζωή του κυρίου και της κυρίας Νικολαϊδη» (της Δήμητρας Παπαδοπούλου) και συνομίλησε με τους κωμικούς ηθοποιούς, θέλησε να καταλάβει τι ψυχή κουβαλούν οι άνθρωποι που μας κάνουν να γελάμε.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Μία από τις κωμικούς που μίλησαν ήταν και η Ελένη Καστάνη…
Συγκεκριμένα μίλησε για τα παιδικά της χρόνια και πόσο ξένοιαστα ήταν ως ένα σημείο, αλλά στα δώδεκά της χρόνια, συνέβη κάτι συγκλονιστικό: ” Ήμουν στα νιάτα μου από τα κοριτσάκια που ανέβαιναν στα τραπέζια και χορεύανε. Twist και τέτοιες βλακείες… Αλλά μετά το ‘κοψα, γύρω στα δώδεκα αυτό. Συνέβη κάτι συγκλονιστικό, οικογενειακό… Έχασα τον πατέρα μου, όταν ήμουν δώδεκα χρονών, στην πρώτη γυμνασίου, απότομα και με πολύ άσχημο τρόπο.
Αυτοκτόνησε! Ξύπνησε ένα πρωί, έφυγε και δεν ξαναγύρισε ποτέ. Είναι ένας μεγάλος και βαθύς πόνο που έχω, που δεν μπόρεσα να κρατήσω τον πατέρα μου να μην φύγει. Θυμάμαι λοιπόν αυτή τη ρετσινιά που κουβαλούσα σαν παιδάκι, γιατί φορούσα μαύρα, μαντήλια κλπ. Πέρναγα στον δρόμο και λέγανε “η κόρη του Καστάνη που αυτοκτόνησε” … και μέσα μου δημιουργήθηκε μια δύναμη, γιατί φιλοσόφησα, για ποιο λόγο το έκανε ο πατέρας μου αυτό, θεώρησα ότι ήταν ένας άνθρωπος που στη ζωή του δεν έκανε αυτά που ήθελε. Γι’αυτό κι έγινα ηθοποιός, επειδή ήθελα να γίνω, ενώ πρώτα πέρασα αό το πανεπιστημίο, και αποφάσια μία μέρα, ένα πρωί, ότι εγώ δεν θα ξυπνήσω στα 50 μου χρόνια να φύγω, γιατί ήταν και 52 χρονών όταν ο μπαμπάς μου αυτοκτόνησε.”
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Για εκείνο το πρωινό που έφυγε: Ήταν γύρω στις 4:00 το πρωί, σηκώθηκα να κάνω κάτι ασκήσεις στα μαθημάτικα, γιατί ήμουν κι επιμελής μαθήτρια, και ακούω τον πατέρα μου να σηκώνεται και να φεύγει. Το ένστικτο όμως του μικρού παιδιού με βγάζει στην πόρτα. Λέω που πάει ο πατέρας μου τέτοια ώρα, αυτός πήγαινε στη δουλειά του, 6-7 η ώρα. Όταν σηκώθηκε η μητέρα μου, μου λέει πού πήγε ο μπαμπάς σου; Λέω, έφυγε, πήγε στη δουλειά, “τόσο νωρίς” μου λέει… Αρχίσαμε παίρναμε τηλέφωνα κλπ. κι άκου τώρα σύμπτωση. Φεύγω εγώ πάω σχολείο και 12 η ώρα ξεχνάω ένα τετράδιο πάλι, και πάω στο σπίτι από το γυμνάσιο και το βλέπω γεμάτο κόσμο. Τότε κατάλαβα ότι ο μπαμπάς μου πέθανε. Είχε πάει κάτω από ένα δένδρο και είχε πιει δηλητήριο. Βεβαίως άφησε γράμμα…
Στη μαμά μου απευθυνόταν το γράμμα, Ερμιόνη τη λένε… Να προσέχεις τα παιδιά… Θα σου πω κάτι που δεν το χω πει ποτέ… Πριν βγω στη σκηνή πάντα όταν έχω πρεμιέρα νομίζω ότι μου δίνει αυτός φως και δύναμη. Πάντα αναρωτιούνται όλοι γιατί πάιζω καλά τα δράματα, όποτε παίζω, είναι επειδή έχω γνωρίσει τον πόνο από μικρό παιδί και την κωμωδία την πάιζω από απόγνωση…”
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ