Ηθοποιός, συγγραφέας, με δυνατή άποψη και φιλοσοφική διάθεση. Ο Γιώργος Κοτανίδης έφυγε σήμερα αφήνοντας πίσω του μεγάλη κληρονομιά. Τις ιδέες του τα βιβλία του και φυσικά τον καλλιτεχνικό έργο του.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το 2015 ο ηθοποιός και συγγραφέας είχε δώσει μια συνέντευξη για την ζωή του, στο popaganda.gr μιλώντας για τα παιδικά του χρόνια, για τους πρόσφυγες γονείς του, για την κτηνιατρική, την αριστερά αλλά και τον φίλο του Μηνά Χατζησάββα!
Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη αλλά ο πατέρας μου ήταν δικαστικός κι έτσι βρεθήκαμε στη Δράμα όπου μείναμε μέχρι να τελειώσω το δημοτικό. Έχω εξαιρετικές παιδικές αναμνήσεις από αυτήν την πόλη, την γεμάτη πρόσφυγες. Η μητέρα μου είχε έρθει, μαζί με τους γονείς της, από την Ανατολική Θράκη με τα πόδια, με κάρα και εγκαταστάθηκαν στη Δράμα ενώ από την πλευρά του πατέρα μου η καταγωγή ήταν αρχικά από την Τραπεζούντα, την Αργυρούπολη, το Καρς ήταν το τελευταίος σταθμός πριν το 1918 πάνε στη Ρωσία και συγκεκριμένα στο Nοβοροσίσκ όπου παρέμειναν μέχρι το 1922, το όνομά μας τότε ήταν Κοτάνοφ, όπου συμπεριλήφθησαν στην ανταλλαγή των πληθυσμών. Ήρθαν με καράβι στην Ελλάδα περνώντας φυσικά τα πάνδεινα. Επιδημίες, κακουχίες, οι νεκροί πετάγονταν στη θάλασσα, περίοδο καραντίνας στην Καλαμαριά, πέρασαν από την Καβάλα και κατέληξαν σε ένα χωριό έξω από την Δράμα.
Η μητέρα μου ήταν 3-4 χρονών νήπιο κι έτσι δεν έχει αναμνήσεις της πορείας αλλά ο πατέρας μου ήταν 7 ετών το 1922. Θυμόταν ότι έριχναν στη θάλασσα όσους πέθαναν πάνω στο πλοίο. Θυμόταν επίσης ότι ο παππούς του του είχε δώσει ένα κομμάτι ψωμί, που το μοιράστηκε κιόλας με τα άλλα παιδιά, αλλά εκείνος δε ήθελε να το φάει γιατί είχε μούχλα και μύριζε και του είπε ο παππούς του «Παύλο, πούλιμ (πουλί μου) φάτο. Ατό εν φάρμακο» κι αναρωτιόταν ο πατέρας μου σε όλη του τη ζωή, μέχρι δηλαδή τα 91 του, αν όντως ήξερε ότι η μούχλα δηλαδή η πενικιλίνη είναι φάρμακο ή αν του το είπε μεταφορικά, για να τον κάνει να το φάει και να μην πεθάνει της πείνας.
Το πρώτο πράγμα πάντως που έκαναν όταν πια τους άφησαν στο Καράτσαλι (στα τούρκικα σημαίνει μαυρόγατος) έξω από τη Δράμα ήταν να φτιάξουν έναν κύκλο, μπήκε στη μέση η λύρα, ο λεγόμενος κεμεντζές, κι άρχισαν να χορεύουν, παρά τις απώλειες. Έχω μεγάλη ευαισθησία λοιπόν στο προσφυγικό ζήτημα αλλά συνάμα έχω την εντύπωση ότι η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού μας το αντιμετωπίζει πολύ σωστά.
Στην πρώτη δημοτικού θυμάμαι ότι είχα πει ένα ποίημα, λίγο κωμικό, και έπεσαν όλοι κάτω από τα γέλια. Από τότε όλο και κάτι μου έδιναν να κάνω στις σχολικές γιορτές. Στην ε’ δημοτικού έπαιξα τον βασιλιά Ηρώδη όταν ανεβάσαμε παράσταση για τα Χριστούγεννα και ο υπασπιστής μου ήταν ο ποιητής-δοκιμιογράφος και κριτικός Νάσος Βαγενάς. Στην τελευταία τάξη του δημοτικού, το σχολείο μας στην γιορτή των Τριών Ιεραρχών ανέβασε ένα κοινωνικό δράμα όπου έπαιξα τον ρόλο ενός παπά, φορώντας τα ράσα του παππού μου που πια στο χωριό είχε γίνει παπάς, άλλωστε προερχόταν από ιερατικό σόι. Θυμάμαι ότι η δασκάλα μου έλεγε στους γονείς μου στα παρασκήνια: «Ηθοποιό να τον κάνετε». Και πράγματι, λίγο μετά που τελείωσα τη δραματική σχολή του Εθνικού είχα επισκεφθεί τη Δράμα και στον δρόμο αντάμωσα τη δασκάλα μου, την κ. Μαρία Κοκκάλα-Φωτοπούλου. Πήγα και της είπα «Θυμάστε που είχατε πει στους γονείς μου να με κάνουν ηθοποιό; Ε, έγινα». Κλάψαμε και οι δύο επιτόπου. Χάρηκα πολύ που είχα την ευκαιρία να της το πω από κοντά.
Μπήκα στην Κτηνιατρική σχολή για να μην δυσαρεστήσω τους γονείς μου, που είχαν την επιθυμία να με δουν στο πανεπιστήμιο. Πέρα από αυτό όμως ήθελα κι εγώ να βιώσω αυτή τη φοβερή ζωή που υπήρχε τότε στα πανεπιστήμια, μιλάμε για το 1965. Ήθελα λοιπόν να μπω σε κάποια σχολή και θυμάμαι οι πρώτες μου επιλογές ήταν η αρχιτεκτονική, που ήταν κάπως της μόδας τότε, και η φυσική, την οποία είχα ανακαλύψει στο φροντιστήριο κι από τότε αγάπησα. Τελικά μπήκα στην Κτηνιατρική λόγω κακού συστήματος, όλα στο γόνατο γίνονταν και τότε και τώρα όσον αφορά την είσοδο στα πανεπιστήμια. Οι άνθρωποι της εξουσίας δεν έχουν γνώση για ποιο λόγο βρίσκονται εκεί. Αφού είναι τούβλα οι περισσότεροι πολιτικοί, είναι αγράμματοι. Το λέω μετά λόγου γνώσεως.
Με το που μπήκα στην Κτηνιατρική δημιουργήσαμε τον ΦΟΘΚ, Φοιτητικό Όμιλο Θεάτρου-Κινηματογράφου, και εκεί ήταν η κυρίως ενασχόλησή μου. Στην τρίτη μας παράσταση, το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας», ξεκίνησε η περίοδος της χούντας. Βέβαια εμείς ήδη τρώγαμε ξύλο, γινόταν της τρελής, βλέπαμε που πήγαιναν τα πράγματα και διαδηλώναμε. Το 1963 ήμουν παρών, την παραμονή των 18ων γενεθλίων μου, στη δολοφονία του Λαμπράκη, γεγονός που με σημάδεψε ανεξίτηλα. Υπήρχε πολύ τραμπουκισμός και μέσα στο πανεπιστήμιο, όπου έμπαιναν οι ασφαλίτες. Στην κινηματογραφική λέσχη μάθαμε σινεμά, είδαμε όλη τη nouvelle vague αλλά και προπολεμικές ταινίες. Εκεί συνεχίστηκε η διαμόρφωση της πολιτικής μου συνείδησης που είχε ξεκινήσει το 1961, ως μαθητής. Ήμουν μέλος της μεγάλης φοιτητικής παρέας της Θεσσαλονίκης, όταν μπήκα στη σχολή μόλις είχε φύγει για Αθήνα ο Στέλιος Ράμφος, που αποτελούσε από τότε σημείο αναφοράς, όπως και ο Διονύσης Σαββόπουλος που επίσης μόλις είχε κατέβει Αθήνα.
Ήμουν πολιτικοποιημένος, ήμουν αριστερός. Λόγω της οικογένειας μου είχα μεγαλώσει μέσα στις εκκλησίες. Εξαιτίας της χριστιανικής διδασκαλίας, αν και απαρνήθηκα τη μεταφυσική της διάσταση και την ύπαρξη του θεού, ήμουν και είμαι πάντα υπέρ των φτωχών και των αδυνάτων. Για μένα τα έχει πει όλα λέγοντας «πιο εύκολο είναι να περάσει καμήλα από το μάτι βελόνας παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών». Σκεφτείτε όλους τους χριστιανούς, εξουσιαστές, δισεκατομμυριούχους του κόσμου τούτου. Ισχυρίζονται ότι είναι χριστιανοί αλλά σαφώς δεν είναι.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ