Site icon TLIFE

Η τελευταία συνέντευξη του ‘Αντη Χατζηκωστή

Η τελευταία συνέντευξη του Άντη Χατζηκωστή σε έντυπο μέσο, δόθηκε στο περιοδικό ΙΝ Βusiness στο τεύχος Δεκεμβρίου. Συγκεκριμένα ο Άντης έκανε μια ανασκόπηση των 15 σχεδόν χρόνων που λειτουργεί η τηλεόραση Σίγμα.

Αναλυτικά η συνέντευξη που έδωσε στη συνάδελφο Μαρία Λούβαρη:

Η τηλεόραση Σίγμα άρχισε τη λειτουργία της τον Απρίλιο του 1995. Από το ξεκίνημά της έστησε μια ιδιαίτερη υποδομή δημιουργίας και στήριξης κυπριακών παραγωγών και εκεί, στο τοπικό στοιχείο, στήριξε τις πρωτιές που έμελλε να έρθουν.
Πρόκληση το μάνατζμεντ ενός τηλεοπτικού σταθμού! Πρέπει να έχεις διάθεση για ανατροπές και ικανότητα να επικοινωνείς αυτή σου τη διάθεση στον κόσμο.
Μετά από κάποια χρόνια ως διευθυντής Μάρκετινγκ και Πωλήσεων του Σίγμα, ο Άντης Χατζηκωστής ανέλαβε το 2000 καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου και ξεκίνησε καριέρα σε αυτό που ο ίδιος αποκαλεί «καθαρά ομαδικό άθλημα»: Τη διεύθυνση ενός τηλεοπτικού σταθμού.

Ποιο κομμάτι της διεύθυνσης ενός τηλεοπτικού σταθμού αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για εσάς;

Η τηλεόραση είναι… ομαδικό άθλημα, αφού για να επιτευχθούν οι ποιοτικοί και ποσοτικοί στόχοι του σταθμού πρέπει όλα τα τμήματα να συνεργαστούν σε απόλυτη αρμονία. Η τοπική παραγωγή αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη πρόκληση και προσφέρει παράλληλα και τις μεγαλύτερες συγκινήσεις.

Ποιες είναι οι απαιτήσεις του σημερινού τηλεθεατή και πώς αυτές έχουν διαφοροποιηθεί από την περασμένη δεκαετία;

Οι απαιτήσεις του τηλεθεατή για ποιοτική ψυχαγωγία και αντικειμενική ενημέρωση δεν έχουν ουσιαστικά αλλάξει. Αυτό που έχει διαφοροποιηθεί σε πολύ σημαντικό βαθμό είναι οι επιλογές που έχει πλέον ο τηλεθεατής. Πριν από 20 χρόνια υπήρχε μόνο το κρατικό κανάλι, ενώ τα τελευταία χρόνια υπάρχουν οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί, η συνδρομητική τηλεόραση και τα εξειδικευμένα κανάλια. Όλα αυτά, σε συνάρτηση με τη γενικότερη αναβάθμιση της αισθητικής και της προσβάσιμης τεχνολογίας, έχουν αναβαθμίσει το προϊόν και ως αποτέλεσμα τις προσδοκίες των τηλεθεατών.

Τι πουλάει σήμερα περισσότερο;

Συνεχίζει να πουλάει το πρόγραμμα που κάνει τους ανθρώπους να χαμογελούν, να δακρύζουν, να ταξιδεύουν και να ενημερώνονται αντικειμενικά. Στην τηλεόραση δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές, αλλά προγράμματα και εκπομπές που αγγίζουν τους τηλεθεατές ή που τους αφήνουν αδιάφορους. Η τηλεόραση, για να «πουλάει», πρέπει να αφορά τον τηλεθεατή.

Ποιο είναι, πιστεύετε, το ατού του σταθμού σας;

Πριν από 10, περίπου, χρόνια το Σίγμα πρώτο επέλεξε στρατηγικά να επενδύσει στην τοπική παραγωγή, με άλλα λόγια να δημιουργήσει το δικό του πρόγραμμα. Αυτή η απόφαση, εκτός του ότι δημιούργησε νέες θέσεις εργασίας και άνοιξε το δρόμο σε πολλά νέα επαγγέλματα, είχε και ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας ιδιαίτερης υποδομής και εμπειρίας στην παραγωγή ποιοτικών προγραμμάτων, εκπομπών και καλύψεων μεγάλων εκδηλώσεων.
Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν άμεση και η καθιέρωση έκτοτε του ΣΙΓΜΑ στην κορυφή επιβεβαίωσε το ορθό της στρατηγικής αυτής. Όλη αυτή η εμπειρία, μαζί με το αστείρευτο πάθος που κουβαλούν οι άνθρωποι του Σίγμα, αποτελούν το συγκριτικό πλεονέκτημα του σταθμού.

Τι θαυμάζετε στους ανταγωνιστές σας;

Υπάρχουν πολλά τα οποία μου αρέσουν σε άλλους τηλεοπτικούς σταθμούς και ακριβώς αυτό οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην προσπάθεια που κάνουν όλοι οι τηλεοπτικοί σταθμοί για τη συνεχή αναβάθμιση του προϊόντος. Μέσα από υγιή ανταγωνισμό γινόμαστε όλοι καλύτεροι. Αν εννοείτε εκπομπές, θεωρώ το X-Factor, την εκπομπή του Λαζόπουλου, το Πάμε Πακέτο και τον Εφιάλτη στην Κουζίνα απλώς «great television»!

Τι θα θέλατε να καταγράψετε σε ένα μελλοντικό προσωπικό απολογισμό σας όσον αφορά στη δική σας συμβολή στην πορεία του σταθμού;

Ότι πήραμε την κυπριακή τηλεόραση ένα βήμα παραπέρα. Την εντάξαμε στον 21ο αιώνα με αξιώσεις και με αξιοπρέπεια. Δημιουργήσαμε μια νέα βιομηχανία με πέραν των 500 νέων θέσεων εργασίας, όπου νέα παιδιά μπορούν να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Αποενοχοποιήσαμε την ενημέρωση και βοηθήσαμε να εμπεδωθεί περισσότερο η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης.

Ποια τα χαρακτηριστικά της βιομηχανίας της τηλεόρασης στην Κύπρο;

Είναι μια μικρή αγορά με πολλούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Η Αμερική έχει τέσσερα «εθνικά» κανάλια (networks) και η Κύπρος εφτά! Άλλωστε, αυτό συμβαίνει και στους πλείστους τομείς της οικονομίας μας. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί, συμπεριλαμβανομένου και του κρατικού, προσπαθούν να αντλήσουν έσοδα από μια διαφημιστική πίττα μόλις 40 εκ ευρώ το χρόνο, ενώ στην καλύτερη τον περιπτώσεων, μόλις που μπορούν να καλύψουν τα λειτουργικά τους έξοδα. Όπως λέει και κάποιος συνάδελφος «Είναι ακριβό ‘σπορ’ η τηλεόραση».

Πόσο έχει επηρεάσει τον τομέα η διεθνής οικονομική ύφεση όσον αφορά στα διαφημιστικά κονδύλια και ποια η στρατηγική αντιμετώπισης που ακολουθείτε;

Η οικονομική ύφεση μας έχει επηρεάσει και στην Κύπρο, λιγότερο όμως από τις μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές, κυρίως λόγω του μικρού μας μεγέθους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την προσπάθεια περιορισμού των εξόδων και φυσικά την αναζήτηση νέων τρόπων για άντληση επιπλέον εισοδημάτων. Εξάλλου, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι μεγάλοι τηλεοπτικοί σταθμοί του εξωτερικού και της Ελλάδας έχουν, δυστυχώς, απολύσει προσωπικό – μέχρι και 50% – και περιόρισαν τις παραγωγές τους στο ελάχιστο.

Πού συναντάτε τυχόν κενά και μαύρα σημεία στον τρόπο που λειτουργούν τα πράγματα στη χώρα μας;

Υπάρχουν πολλά, απλώς θα αναφέρω δύο.
Η ετήσια επιχορήγηση εκατομμυρίων που λαμβάνει το ΡΙΚ από το κράτος και κατ’επέκταση από το φορολογούμενο πολίτη, την ίδια ώρα που διατηρεί το δικαίωμα να αντλεί κονδύλια από την περιορισμένη διαφημιστική πίττα και να ανταγωνίζεται τα ιδιωτικά κανάλια. Είμαστε υπέρ μιας ισχυρής δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, με ξεκάθαρη όμως αποστολή και ορθή χρηματοδότηση. Αν για να εκπληρώσει την αποστολή του το ΡΙΚ χρειάζεται περισσότερα χρήματα, τότε η πολιτεία οφείλει να τα παραχωρήσει.
Δεύτερο και εξίσου πολύ σοβαρό πρόβλημα αποτελούν οι ξεπερασμένοι όροι και κανονισμοί που διέπουν τη νομοθεσία της ραδιοτηλεόρασης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η εντεταλμένη Αρχή, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, εφαρμόζοντας το γράμμα των νόμων και των κανονισμών αυτών, να «πνίγει» την ιδιωτική τηλεόραση στην Κύπρο. Ο James Murdoch, γιoς του γίγαντα των media, Rupert Murdoch, είχε πει κάποτε: «Τα άλλα Μέσα κατάφεραν να ξεφύγουν από τον έλεγχο πάνω στο δικαίωμά τους να σχολιάζουν ελεύθερα, να ασκούν διερευνητική δημοσιογραφία ελεύθερα, να σατιρίζουν και να ξεσκεπάζουν ελεύθερα.
Για την τηλεόραση ήταν πάντοτε πιο δύσκολα τα πράματα. Ναι, η ιδιωτική τηλεόραση μπορεί να είναι πιο θορυβώδης, πιο γενναία και αρκετά ικανή στο να ‘προσβάλλει’ άτομα. Πολύ συχνά είναι ο τρόμος των πολιτικών και άλλων σημαινόντων προσωπικοτήτων. Όμως, καθοδηγείται τουλάχιστον από την καθημερινή ζήτηση και τις επιλογές εκατομμυρίων ανθρώπων και όχι από τις επιλογές και τα ‘θέλω’ των ολίγων μιας κυβέρνησης. Από αυτό ακριβώς αντλεί τη δύναμη του να είναι ανεξάρτητη και ατρόμητη!
Η διερευνητική δημοσιογραφία δεν λαμβάνει σήμερα τους επαίνους που της αξίζουν, όμως έχει τη δύναμη ακόμη να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια μιας κοινωνίας να είναι δημοκρατική.

Πώς θα σας φαινόταν ένα πεδίο media και γενικά ένας κόσμος, όπου η κυβέρνηση θα ανάγκαζε τους Times να έχουν ένα συγκεκριμένο ποσοστό κάλυψης θρησκευτικών θεμάτων;

Όπου οι κινηματογράφοι θα αναγκάζονταν να προβάλλουν ένα συγκεκριμένο αριθμό διαφημίσεων πριν από τις ταινίες;
Όλα αυτά είναι πάρα πολύ σημαντικά θέματα που δυστυχώς στην Κύπρο δεν συζητιούνται και ούτε καν αναγνωρίζονται ως τέτοια».
Τα ΜΜΕ είναι πέρα από Μέσα και κερδοσκοπικοί οργανισμοί – εταιρείες. Πώς αντιμετωπίζετε τη συγκρουσιακή πτυχή του συνδυασμού θεατής – πολίτης και πελάτης – καταναλωτής;
Η οποιαδήποτε προσπάθεια εστίασης της προσοχής αποκλειστικά στην κερδοφορία, θα οδηγήσει έναν οργανισμό media στην αποτυχία. Ο συνδυασμός που περιγράφετε πιο πάνω αποτελεί ένα συνδετικό κρίκο, ένα κύκλο πάνω στον οποίο στηρίζεται και η φιλοσοφία της τηλεόρασης.
Η επιτυχία ενός προγράμματος μεταφράζεται, συνήθως, σε αυξημένη ζήτηση για διαφήμιση και εισοδήματα, τα οποία είναι αναγκαία για την ομαλή λειτουργία του σταθμού και την παραγωγή ποιοτικού προγράμματος.
Ο τηλεθεατής επιβραβεύει την ποιότητα πάνω απ’ όλα. Ακόμη και ένα «εμπορικό» πρόγραμμα, αν δεν είναι ποιοτικό, ο τηλεθεατής αργά η γρήγορα θα το απορρίψει. Ο τηλεθεατής – καταναλωτής αναμένει ότι το Μέσο – αν και είναι απλώς το ‘Μέσο’ και όχι το ‘μήνυμα’ – θα τον ενημερώσει σωστά, θα τον καθοδηγήσει αμερόληπτα και θα τον προστατέψει στις επιλογές του. Γι’ αυτό και η ευρωπαϊκή (και κυπριακή) νομοθεσία έχουν τόσο ψηλά στις προτεραιότητές τους την προστασία του καταναλωτή. Γι’ αυτό κι εμείς είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί και επενδύουμε πολλά σε αυτό τον τομέα.
Άρα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι όλα τα πιο πάνω είναι αλληλένδετα και όχι κατ’ ανάγκη αντίθετα. Το ποιοτικό πρόγραμμα θα καλύψει τις ανάγκες των τηλεθεατών και τα ψηλά ποσοστά τηλεθέασης θα φέρουν το αναγκαίο εισόδημα, το οποίο χρειάζεται για παραγωγή και αγορά προγράμματος.

Πώς θα χαρακτηρίζατε την τηλεόραση, κ. Χατζηκωστή;

Όπως είπε και ο διάσημος Αμερικανός κωμικός Fred Allen: «Television is a medium. It is neither rare nor well done!».

© 2024 tlife.gr