Η Ρένα Κουβελιώτη βρέθηκε καλεσμένη στην εκπομπή “Μεσάνυχτα” και μίλησε στην Ελεονώρα Μελέτη για το πρόβλημα της υγείας της, την αρρώστια και το θάνατο του πατέρα της, τα παιδιά της, αλλά και τον βιολογικό πατέρα του γιου της που αποφάσισε να μην βρίσκεται στο πλευρό της ήδη από την αρχή της εγκυμοσύνης της.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Για τη στιγμή που ένιωσε ότι κινδυνεύει: “Συνήθως κινδυνεύω μετά το ρεπορτάζ. Το κομμάτι της Χρυσής Αυγής που δεν έγινε ποτέ γνωστό. Έχουν πυροβολήσει το παράθυρο του σπιτιού μου. Είχαμε γυρίσει από διακοπές με τα παιδιά μου. Άναψα το φως στο μπάνιο και κάθισα. Αν ήμουν όρθια μπορεί να μην ήμουν εδώ τώρα. Η έκφραση του γιου μου με θύμωσε και με πείσμωσε. Γι’ αυτό συνέχισα τον δικαστικό αγώνα με τη Χρυσή Αυγή και δικαιώθηκα”.
Για το πρόβλημα της υγείας της: “Ήμουν στην αίθουσα σύνταξης μετά τη κηδεία του Γιακουμάκη. Λιποθύμησα, ήρθε το ασθενοφόρο, πήγαμε στο ΚΑΤ και μου έκαναν αξονική. Στην αρχή νόμιζαν ότι μπέρδεψαν τις εξετάσεις. Μετά ήρθε η επιβεβαίωση και μου είπαν ότι πρέπει να το ψάξω. Η μνήμη δεν ήταν το δυνατό μου σημείο αλλά δεν είχα κάποιο σύμπτωμα μέχρι τότε. Ο ένας γιατρός μου έκανε λόγο για σκλήρυνση κατά πλάκας, ο άλλος για πρόωρη άνοια. Εγώ θορυβήθηκα όταν άρχισα να έχω αυτές τις κρίσεις.
Την πρώτη φορά τρόμαξα. Πέφτει μαύρο και ξαφνικά δεν ξέρω που πηγαίνω, ποια είμαι από πού ξεκίνησα. Εκείνη τη στιγμή δεν ξέρω ούτε πως με λένε . Έχω βάλει σε διάφορα σημεία χαρτάκια με τα στοιχεία μου αλλά όταν το παθαίνω θυμάμαι που τα έχω βάλει. Δεν ξέρουμε ποια είναι η πορεία . Μένει να βρούμε το αίτιο έτσι ώστε με την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή να το σταματήσουμε. Από την ταραχή μου και την αγωνία μου νομίζω ότι δεν ξεπερνά τα 5-6 λεπτά. Μια φορά κατέβασα το καθρεφτάκι να δω τη μορφή μου. Δεν ξέρω ποιον να πάρω και τι να κάνω, αισθάνομαι ταχυπαλμία. Όσες φορές την έχω πάθει είμαι εν κινήσει, μένω στη θέση μου, κρατάω το τιμόνι. Είναι τρομακτική η εικόνα. Νιώθεις απίστευτη μοναξιά εκείνη τη στιγμή”.
Για τον τρόπο που είπε στα παιδιά της για το πρόβλημα της υγείας της: “Δεν έχει σημασία τι θα πεις σε ένα παιδί αλλά τι θα του δείξεις. Ό,τι και να μας συμβαίνει το πιο σημαντικό είναι να βγάλουμε τη γλώσσα μας. Σιγά σιγά το είπα στα παιδιά μου. “Έχω θεματάκι σε αυτό το κομμάτι του εγκεφάλου μου, είναι λίγο πιο ζαρωμενο”, τους είπα. Χάρη στον καρκίνο εγώ γνώρισα τον μπαμπά μου. Οφείλω στον καρκίνο ότι γνώρισα τον μπαμπά μου”.
Για το βιβλίο της: “Δεν ξεκίνησε σαν βιβλίο. Όταν έμεινα έγκυος στο γιο μου ήμουν πολύ μόνη μου. Η γραφή ήρθε σαν ανάγκη. Έγραφα για την αγάπη, για το φως και τη δυναμική της ψυχής και του έκανα ξεκάθαρη τη δική μου θέση. Αργότερα ήρθε στη ζωή και η κόρη μου οπότε έπρεπε να γράφω για δυο. Ήθελα να γράψω από ανάγκη στα παιδιά, να τα πω όλα. “Όταν το τελειώσεις να το δώσεις στη βιβλιοθήκη να το διαβάσουν και άλλα παιδιά”, μου είπε καποια στιγμή που έγραφα η κόρη μου. Έτσι μου ήρθε η ιδέα”.
Για τον βιολογικό πατέρα του γιου της: “Ο βιολογικός πατέρας του γιου μου δεν ήταν έτοιμος να γίνει πατέρας. Ήμασταν έτοιμοι να παντρευτούμε. Όλα ήταν ιδεατά, ήταν τέλεια. Όταν άρχισα να έχω συμπτώματα, ήρθε η πρώτη ένταση γιατί εκείνος ήθελε να ζήσουμε τη ζωή μας. Όταν έγινε συζήτηση, είδα ότι δεν ήταν έτοιμος να γίνει πατέρας Μάζεψα τα πράγματα μου και έφυγα. Μετά οι συζητήσεις ήταν να γίνει διακοπή της κύησης αλλά δεν υπήρχε περίπτωση. Είμαι ευγνώμων σε αυτό τον άνθρωπο γιατί αν δεν υπήρχε αυτός δεν θα είχα το γιο μου. Είναι μια απόφαση που θέλει γερό στομάχι. Η κοινωνία μας δεν είναι έτοιμη. Νομίζω ότι ο γιος μου δεν έχει συναισθήματα για τον πάτερα του. Είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος που δεν ήταν έτοιμος να γίνει πατέρας. Δεν είναι κακό. Του έβαλα μια εικόνα με τον μπαμπά του στο γραφείο και την αντικατέστησε και τις δύο φορές”.
Για την περίοδο της εγκυμοσύνης: “Ήμουν στην Αθήνα πολύ φρέσκια. Δεν είχα κύκλο και η μαμά μου ήταν πολύ αρνητική στην ιδέα. Μπροστά σε αυτό το μεγαλείο τα έβαζα όλα στην άκρη. Ήταν τόσο γοητευτικό το ταξίδι η εγκυμοσύνη, είχα και πολύ ισχυρούς ανθρώπους δίπλα μου. Είχα και έναν πνευματικό από το Άγιο Όρος που με έπαιρνε κάθε βράδυ και μου έλεγε ανέκδοτα για να μου κάνει παρέα”.
Για την αρρώστια και τον θάνατο του πατέρα της: “Οι γονείς μου ήταν σε διάσταση 27 χρόνια. Εγώ ήμουν στη Θεσσαλονίκη με τη μαμά και εκείνος ζούσε στην Αθήνα και στην Πελοπόννησο. Είχαμε τυπικές σχέσεις. Δεν ήξερε να με πλησιάσει ο μπαμπάς μου και εγώ δεν το δεχόμουν. Όταν ήρθα για να δώσω το βιογραφικό μου στον Alpha για ανταποκρίτρια της Θεσσαλονίκης, συνάντησα τυχαία ένα θείο μου και μου είπε ότι πήρε τα αποτελέσματα του μπαμπά μου. Είχε καρκίνο στον πνεύμονα. Εκεί έκανα ένα “μπριφ”. Ευτυχώς για μένα εκείνη τη μέρα ο Νίκος Ευαγγελάτος δεν μπορούσε να με δει και μου είπαν να πάω την επόμενη εβδομάδα.
Πήγα στον μπαμπά μου και τον έπεισα να ‘ρθει στη Θεσσαλονίκη. Μέτα έπρεπε να πείσω τη μαμά μου. Και ζήσαμε 2,5 υπέροχα χρόνια. Σιγά σιγά και η μεταξύ τους σχέση έφτιαξε. Θυμάμαι μια μέρα γύρισα από τη δουλειά, άνοιξα την πόρτα και τους είδα που καθάριζαν φασολάκια. Για κάποιους ήταν φυσιολογικό, για μένα ήταν δώρο Θεού. Θέλεις να χορτάσεις την κάθε μέρα επειδή ξέρεις ότι θα ‘ρθει το τέλος, να κάνεις όσο πιο όμορφη την κάθε μέρα. Όσα δεν έχω κάνει στη ζωή μου, τα έκανα στα 2,5 χρόνια με τον μπαμπά μου.
Οι τελευταίες 23 μέρες τις θυμάμαι. Δεν έχω καταλάβει ποιος δούλευε ποιον. Ο καρκίνος τον είχε φάει. Πνεύμονες, οισοφάγο, κοκάλα, όμως μια μέρα πριν καθόταν με καπελάκι και καραμούζες στο πάρτι γενεθλίων του. Οι άνθρωποι έχουμε τόση δύναμη μέσα μας που εκείνη τη στιγμή έκανα το κλικ της υπέρβασης και σκέφτηκα τον μπαμπά μου πιο πολύ από μένα. Του είπα αν βλέπεις φως, ξεκουράσου μην το κάνεις για μένα. Έβαλα το κεφάλι μου όπως το έβαζα κάθε βράδυ, μου χάιδευε τα μαλλιά, κοιμήθηκα και το πρωί ξύπνησα με το “ντινννν”.
Για τη στιγμή που ένιωσε φόβο στη ζωή της: “Τον φόβο τον ένιωσα μια φορά όταν πέρασα τη πόρτα του παιδοογκολογικού. Όταν περνάς αυτή την πόρτα τότε μόνο καταλαβαίνεις τι είναι φόβος”.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ