Μουσικός, ηθοποιός, παρουσιαστής ή απλά καλλιτέχνης. Ο Δημήτρης Σταρόβας μετρά σχεδόν τρεις δεκαετίες στο εγχώριο καλλιτεχνικό στερέωμα και έχει δοκιμαστεί με επιτυχία σχεδόν στα πάντα. Η κορυφή ήταν κάτι που ποτέ δεν τον απασχόλησε, δεν του αρέσουν οι ίντριγκες και δεν δέχεται από κανέναν να του βάζει φρένο στη σκέψη και τα πιστεύω του.
Το χιούμορ του τον έχει κάνει να ξεχωρίσει και παρότι αρκετά ευαίσθητος επιλέγει να χρησιμοποιεί αυτό ως ασπίδα προστασίας. Η επαφή με τα αγαπημένα του πρόσωπα είναι για εκείνον το πιο σημαντικό και αν θα έβαζε ένα soundtrack στη ζωή του, παρότι κανείς θα περίμενε ένα δυναμικό ροκ κομμάτι, εκείνος θα επέλεγε ένα κομμάτι από κάποια παιδική ταινία.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αυτή την περίοδο ο Δημήτρης Σταρόβας πρωταγωνιστεί στη θεατρική παράσταση «Οι γείτονες από πάνω», βρίσκεται στην εκπομπή «Όλα Γκουντ», συμμετέχει στην τηλεοπτική σειρά «Super Mummy» και διατηρεί το δικό του κανάλι στο Youtube.
Στη συζήτηση που είχαμε μαζί του, μας μίλησε για όλα αυτά αλλά και για όσα τον ενοχλούν στα social media καθώς και τον τρόπο που αντιμετωπίζει ο ίδιος τα αρνητικά σχόλια.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστείτε στη θεατρική παράσταση «Οι γείτονες από πάνω». Πείτε μου λίγα λόγια γι’ αυτή.
Πρόκειται για ένα κείμενο του Ισπανού συγγραφέα Σέσκ Γκέϊ και έχει να κάνει με δυο ζευγάρια. Το ένα ζευγάρι είμαστε η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου και εγώ και το άλλο, που μένει από πάνω είναι ο Γιώργος Κοψιδάς με την Υακίνθη Παπαδοπούλου.
Εγώ και η Αλεξάνδρα (Παλαιολόγου) υποδυόμαστε ένα ζευγάρι που είναι παντρεμένο 20 χρόνια, με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Έχουμε τη ρουτίνα μας. Εγώ είμαι και λίγο πιο ιδιότροπος. Το πάνω ζευγάρι είναι πιο φρέσκο, πιο δραστήριο. Φωνάζουν, ερωτοτροπούν… Εγώ, που είμαι και λίγο παράξενος, ενοχλούμαι. Κάποια στιγμή, επιστρέφω στο σπίτι και μου ανακοινώνει η σύζυγός μου ότι έχει καλέσει τους γείτονες από πάνω για φαγητό.
Αν και αρχικά γίνομαι έξαλλος, σκέφτομαι ότι είναι ευκαιρία να τους πω όσα με ενοχλούν. Η σύζυγός μου με συγκρατεί μέχρι που γίνεται μια έκρηξη και αποκαλύπτω όσα με εκνευρίζουν. Εκείνοι από πλευρά τους αποκαλύπτουν ότι έχουν έρθει για να μας προτείνουν να συνευρεθούμε όλοι μαζί ερωτικά. Στο τέλος γίνεται μια ανατροπή που δε θα την αποκαλύψω.
Κατά βάσει όμως πρόκειται για μια κωμωδία με έντονο το στοιχείο του λυρισμού. Έχει εντάσεις, καβγάδες. Είναι ένα πολύ ωραίο κείμενο που με τη σκηνοθετική ματιά του Δημήτρης Μαλισσόβας δημιουργεί ένα πολύ όμορφο αποτέλεσμα στο οποίο πίστευα εξ αρχής και απ΄ότι φαίνεται αρέσει και στο κοινό. Το καλοκαίρι μάλιστα ετοιμάζουμε και μια περιοδεία με τον θίασο.
Παράλληλα όμως σας βλέπουμε να συμμετέχετε και στη νέα τηλεοπτική σειρά του Μάρκου Σεφερλή «Super Mummy”, στην εκπομπή «Όλα Γκουντ» ενώ έχετε δημιουργήσει και το δικό σας κανάλι στο YouTube όπου κάνετε τη δική σας εκπομπή. Πώς τα προλαβαίνετε όλα;
Όλα συνδυάζονται. Προσπαθώ να λύσω προβλήματα που δημιουργήθηκαν τα προηγούμενα 2 χρόνια. Είμαστε ένας κλάδος που δέχθηκε τεράστιο πλήγμα εν μέσω πανδημίας. Δεν είναι εύκολο πράγμα η ανεργία δυο ετών. Οπότε τώρα τα κάνω όλα μαζί.
Όλα αυτά τα χρόνια σας έχουμε δει σε μουσικές σκηνές, στο θέατρο, σε τηλεοπτικές σειρές και εκπομπές. Σε τι από όλα νιώθετε περισσότερο ο εαυτός σας;
Μουσικός νιώθω, αυτή είναι η κύρια δουλειά μου. Ανέκαθεν όμως με χαρακτήριζε μια πολυχρωμία. Το θέατρο με τις μουσικές σκηνές έχουν μια συγγένεια. Έπαιξαν ρόλο φυσικά και οι παραστάσεις με τους «Άγαμους Θύτες» που ήταν μουσικοθεατρικές. Για μένα οι «Άγαμοι» ήταν ένα τεράστιο σχολείο. Τα τηλεοπτικά τα έκανα πάντα παράλληλα.
Αγαπώ εξίσου όμως το θέατρο και τη μουσική. Ωστόσο τα τελευταία πέντε χρόνια
Γιατί αν δεν κάνεις κάτι δικό σου μουσικά, να παίζεις κάπου συγκεκριμένα και το κοινό που έρχεται να είναι συνειδητοποιημένο για το που πηγαίνει, δεν έχει νόημα να παίζεις. Προσωπικά, δύσκολα θα ξαναπάω σε κάποια σκηνή να παίξω. Με ενοχλεί που πάνε όλοι σε ένα μαγαζί με live μουσική για να βγάλουν story. Καμία σημασία δε δίνουν στους μουσικούς, και να φύγουν από τη σκηνή και να μπει dj στη θέση τους δε θα το καταλάβουν.
Στο θέατρο δεν είναι έτσι, νιώθεις ότι αξίζει ο κόπος και η προσπάθεια που έχεις κάνει. Το κοινό είναι πιο συνειδητοποιημένο. Νιώθεις ότι κάπου απευθύνεσαι. Υπάρχει μια σχέση και μια αλληλεπίδραση. Αυτό δυστυχώς από τα κέντρα διασκέδασης έχει πλέον εξαφανιστεί. Δεν είναι τυχαίο που όλοι λένε «πάμε να δούμε» και όχι «πάμε να ακούσουμε».
Αυτό δε γινόταν και παλιότερα;
Παλιότερα και τα μπουζούκια- εκεί είναι και πιο έντονο το φαινόμενο που περιγράφω – είχαν μια ποιότητα. Τώρα ασχολούνται όλοι με τα κινητά τους. Έρχονται και δε βλέπει κανείς τι και ποιος υπάρχει πάνω στη σκηνή. Μόνο όταν βγει το μεγάλο όνομα, ένα 10% θα ρίξει μια ματιά και μέχρι εκεί. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να ανεβάσουν stories για το Instagram.
Μια και βρισκόμαστε στα μέσα τις σεζόν και ήδη έχουν αρχίσει να γίνονται συζητήσεις για τα προγράμματα που θα δούμε την επόμενη τηλεοπτική σεζόν, εσείς σε τι φάση είστε; Έχετε κάνει κάποια σχέδια για τη νέα χρονιά ή προτιμάτε να αφήνετε τον χρόνο να φέρει ότι είναι να έρθει;
Σχέδια, ειδικά για τα τηλεοπτικά, είναι δύσκολο να κάνεις. Συνήθως αυτοί που βρίσκονται σε μια εκπομπή είναι και οι τελευταίοι που θα μάθουν τι θα γίνει την επόμενη σεζόν. Τα πάντα αλλάζουν με απίστευτη ταχύτητα. Αλλάζουν διοικήσεις από τη μια μέρα στην άλλη. Έχουμε δει εκπομπές που πήγαιναν καλά να σταματάνε, άλλες που δεν πάνε καλά να συνεχίζουν…
Αυτή η αβεβαιότητα δε σας αγχώνει;
Είναι μέρος της δουλειάς. Πάντα ήταν έτσι. Έχω μάθει να ζω έτσι και αυτό φυσικά ισχύει και στο οικονομικό κομμάτι. Δεν έχουμε έναν στάνταρ μισθό. Μπορεί για παράδειγμα τη μια μέρα να έχεις πέντε ευρώ και την επόμενη να έχεις 5000. Όταν κάνεις αυτή τη δουλειά, πρέπει να μάθεις να ζεις με αυτό.
Ο κόσμος παρ’ όλα αυτά θεωρεί πως όσοι έχουν μια αναγνωρισιμότητα έχουν και λεφτά.
Ο κόσμος μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει. Υπάρχει κόσμος που νομίζει ότι πληρωνόμαστε και από τις συνεντεύξεις. Το έχω ακούσει κι αυτό. Κάποτε από την τηλεόραση μπορούσες να βγάλεις πράγματι πολλά λεφτά. Σήμερα, εκείνοι που πληρώνονται καλά από την τηλεόραση είναι ελάχιστοι αλλά και πάλι τα χρήματα που παίρνουν δε συγκρίνονται με αυτά που μπορεί να έπαιρναν στο παρελθόν.
Όλα αυτά τα χρόνια υπήρξε κάποια δουλειά στην οποία να μην περνούσατε καλά, αλλά να κάνατε υπομονή;
Δε μπορώ να πω ότι αισθάνθηκα άβολα σε κάποια από τις συνεργασίες μου, ούτε ότι έχω μετανιώσει για κάποια. Καλλιτεχνικές και αισθητικές εκπτώσεις ίσως να έχω κάνει αλλά τίποτα σε βαθμό που να ντρέπομαι γι΄αυτό. Κάποια πράγματα ίσως να μην τα έκανα αν είχα την πολυτέλεια αλλά σε καμία περίπτωση δεν έκανα κάτι για το οποίο να ντρέπομαι ή κάτι που να πήγαινα και να ένιωθα δυσφορία. Θα έλεγα ότι είμαι τυχερός σε αυτό το κομμάτι.
Η εικόνα που έχουμε για εσάς είναι αυτή του «ατακαδόρου». Είστε έτσι και όταν σβήνουν τα φώτα;
Το χιούμορ είναι για μένα μια δικλείδα ασφαλείας. Κατά βάθος είμαι πολύ αγχώδης και ευαίσθητος. Ακόμη και άνθρωποι που ειναι πολύ κοντά μου μπορεί να τους πω, «είμαι χάλια» και να μη με πιστέψουν. Έχω κι εγώ τις πιο σκοτεινές στιγμές μου, τις πιο καταθλιπτικές. Το χιούμορ όμως και η ανθρώπινη επαφή είναι που με κρατάνε. Αν μου κόψεις την επαφή με ανθρώπους που αγαπώ και μπορώ να συνεννοηθώ, ανθρώπους που μπορώ να κάτσω να φάω ένα φαγητό, να πιω ένα κρασί και να γελάσουμε, θα είναι σαν να μου κόβεις το οξυγόνο.
Να φανταστώ επομένως ότι η περίοδος της καραντίνας ήταν δύσκολη για εσάς…
Από αυτή την άποψη ναι. Από την άλλη όμως, ήταν και δημιουργική γιατί βρήκα χρόνο να φτιάξω τα αρχεία μου. Έφτιαξα και το κανάλι μου στο Youtube που ήταν κάτι που είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου και μέχρι στιγμής έχει εξελιχθεί αναπάντεχα καλά. Μάλιστα, έχω φτιάξει και ένα πλατό τώρα, ένα μικρό στούντιο. Ξέρεις, καμιά φορά χρειαζόμαστε να παίρνουμε μια απόσταση για να αναθεωρήσουμε κάποια πράγματα.
Πριν κάποιους μήνες ήρθατε αντιμέτωπος και με μια σημαντική απώλεια, αυτή της μητέρας σας. Πόσο εύκολο ήταν να το διαχειριστείτε τη στιγμή μάλιστα που είστε και ένα πρόσωπο με ενεργή παρουσία σε μια ζωντανή εκπομπή;
Καθόλου εύκολο δεν ήταν. Μια απώλεια είναι πάντα μια απώλεια. Στη δική μου ωστόσο περίπτωση ήταν λίγο πιο εύκολο – αν μπορώ να το πω έτσι – γιατί λόγω της κατάστασης, των προβλημάτων που είχε η μητέρα μου, ήμουν πιο προετοιμασμένος. Η απώλεια της μητέρας μου δεν είχε αυτό το ξαφνικό, το αναπάντεχο. Είχα τον χρόνο να το δουλέψω μέσα μου και αναγκαστικά το έκανα και προτείνω να το κάνει όλος ο κόσμος.
Ο θάνατος είναι μια φυσική εξέλιξη. Κάποια στιγμή όλοι –δυστυχώς – θα χάσουμε τους γονείς μας, πρέπει να το έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας χωρίς φυσικά να το αφήνουμε να μας επηρεάζει. Αν αποδεχθούμε ότι πρόκειται για μια φυσική εξέλιξη θα είναι πολύ πιο εύκολο να το διαχειριστούμε όταν συμβεί. Οι άνθρωποι, καλώς ή κακώς, τέτοιες δυσάρεστες καταστάσεις προσπαθούμε να τις αποβάλλουμε, να μην τις σκεφτόμαστε και όταν τελικά συμβαίνει και δεν το χες δουλέψει καθόλου μέσα σου, σε παίρνει από κάτω.
Ίσως βέβαια μιλάω και εκ του ασφαλούς γιατί στην περίπτωση της μητέρας μου μιλάμε για μια μη αναστρέψιμη κατάσταση. Η μητέρα μου, όπως είπε και ένας φίλος μου, επέλεξε να με απαλλάξει. Δεν είχε πια επιστροφή, δεν είχε ποιότητα ζωής, δεν μπορούσε κανείς να της προσφέρει κάτι και έτσι, ηρέμησε. Και φυσικά ήταν και για εμας δύσκολο να τη βλέπουμε σε μια τέτοια κατάσταση.
Έχει χαθεί πιστεύετε το μέτρο στον τρόπο που προσεγγίζουμε κάποια πράγματα;
Έχουμε χάσει κάθε μέτρο γενικώς. Ειδικά με τα social media έχουμε φτάσει στο άλλο άκρο. Δε μπορεί να σου γράφει ο άλλος «ψόφα». Πολλές φορές μου λένε φίλοι ή η σύντροφός μου να μην πω κάτι γιατί μπορεί να παρεξηγηθεί. Αυτό δεν είναι bullying;
Κάποια στιγμή πρέπει να μπει ένα πλαίσιο. Έχουμε φτάσει στο σημείο να φοβάσαι μην κάνεις παρατήρηση σε κάποιον για να μη σου πει ότι τον επηρέασες ψυχολογικά. Το θέμα είναι να μη χαθεί η αλήθεια και η ουσία των πραγμάτων γιατί υπάρχει και πολλή υποκρισία. Είναι πολλοί εκείνοι που προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την ιστορία αυτή καί όχι μόνο αυτή. Υπάρχουν άνθρωποι που εκμεταλλεύονται καταστάσεις, από το #metoo, τις πυρκαγιές, ακόμα και τον πόλεμο. Πλέον δεν ξέρεις τι από αυτά που ακούς και βλέπεις είναι αλήθεια και τι όχι.
Αν γυρίζατε πίσω τον χρόνο, θα λέγατε ότι έχετε μετανιώσει για τοποθετήσεις σας;
Όχι γιατί λέω αυτό που αισθάνομαι. Όποιος προσπαθεί να βάλει φρένο σε αυτά που αισθάνομαι και λέω είναι αυτόματα και εκείνος που ασκεί bullying. Έχουμε φτάσει σε σημείο αν διαφωνείς με συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων γίνεσαι δακτυλοδεικτούμενος. Δε γίνεται να απαντάς στη βία με βία. Οι άνθρωποι φοβούνται πλέον να πουν αυτό που πιστεύουν και αυτό που νιώθουν μη τυχόν και παρεξηγηθούν. Είμαστε ευαισθητοποιημένοι κατά περίσταση.
Επίσης, δεν ακούμε αυτό που έχει να μας πει ο άλλος. Οτιδήποτε διαφέρει από τα δικά μας πιστεύω και λεγόμενα, αυτόματα το βλέπουμε ως λάθος και όχι ως διαφορετικό. Ακραίες απόψεις πάντα υπήρχαν αλλά τις εξέφραζαν οι περισσότεροι στο στενό τους περιβάλλον. Τώρα, με τα social media το πράγμα έχει ξεφύγει. Δε καταλαβαίνω σε τι εξυπηρετεί το να κάθεσαι πίσω από ένα πληκτρολόγιο και να βρίζεις τον άλλον. Έχω δει σχόλια που μου εύχονταν να βιάσουν την κόρη μου. Είναι δυνατόν;
Απαντάτε σε τέτοιου είδους σχόλια;
Στην αρχή απάνταγα γιατί ήμουν και καλομαθημένος και είχα σοκαριστεί. Αλλά όσοι τα ζουν χρόνια αυτά λένε ότι μόνο αξία δίνεις. Δε μπορεί να κάνω ένα βίντεο στο κανάλι μου εγώ στο Youtube για το ξύρισμα και ο άλλος λέει «για το Μακεδονικό δεν είπες τίποτα», ε είναι ηλίθιος. Τι να κάτσεις να πεις σε αυτόν τον άνθρωπο;
Aν αναζητήσεις κανείς το όνομά σας στη Google τα τρία πρώτα αποτελέσματα έχουν να κάνουν με την σύντροφο, την κόρη και τα κιλά σας. Γιατί πιστεύετε ότι ο κόσμος ενδιαφέρεται τόσο για την προσωπική ζωή και το βάρος σας;
Γιατί είμαστε κουτσομπόληδες. Δε φταίει ο κόσμος. Όλα είναι θέμα παιδείας. Η παιδεία στη χώρα μας είναι ανύπαρκτη. Και η τηλεόραση φυσικά δε βοηθάει σε όλο αυτό. Δε μπορεί να είσαι σε μια εκπομπή, να ωρύεσαι για το #metoo και μετά να κάνεις αφιέρωμα σε ριάλιτι που υποβαθμίζουν το γυναικείο φύλο. Πως συνδυάζονται αυτά τα δυο; Ο κόσμος δεν το σκέφτεται αυτό.
Βγαίνουμε και ζητάμε συγγνώμη για συνεντεύξεις που πήραμε από ανθρώπους λες και ξέραμε τι έκαναν στα σπίτια τους. Πίσω από τις κλειστές πόρτες κανείς δε μπορεί να ξέρει τι συμβαίνει. Λες και αν κάνεις κάτι ποινικά κολάσιμο, θα το πεις.
Το τελευταίο διάστημα έχει έρθει στην επιφάνεια και η υπόθεση της Πάτρας που μας έχει συγκλονίσει όλους. Εσείς ως πατέρας μιας κόρης, πώς το βιώνετε όλο αυτό;
Είναι κάτι πρωτόγνωρο όλο αυτό. Πρόκειται για μια ιστορία που όπως όλα δείχνουν έχει πολύ δρόμο ακόμη. Ακόμη και σε αυτό το θέμα όμως, ο τρόπος που το προσεγγίζουμε πλέον έχει πάει στο άλλο άκρο. Δεν καταλαβαίνω τι δουλειά έχουν οι πρωινές εκπομπές να ασχολούνται με ένα τέτοιο θέμα.
Ξαφνικά ξεχάσαμε τον πόλεμο και ασχολούμαστε μόνο με αυτό. Ναι, θα ασχοληθείς γιατί αυτή αυτή είναι η επικαιρότητα και όλοι κηνυγούν την τηλεθέαση αλλά μην το πάμε και στο άλλο άκρο. Έχουμε σταματήσει να ψάχνουμε να βρούμε τη ρίζα του προβλήματος και κοιτάμε άλλα πράγματα. Ο Γουντι Άλεν έχει πει κάτι που όσο σκληρό και αν ακούγεται είναι η αλήθεια, «για τα πάντα χρειάζεσαι άδεια εκτός από το να κάνεις παιδιά».
Υπάρχουν πολλές τέτοιες οικογένειες. Πρέπει επιτέλους να σπάσουμε κάποια ταμπού. Μένει για παράδειγμα έγκυος μια κοπέλα στα 19 και το κρύβει απο τους γονείς της γιατί φοβάται. Είναι πράγματα αυτά;
Αντί να ψάχνουμε την ουσία ασχολούμαστε με το κουτσομπολιό. Βλέπουμε παντού βίντεο με τα παιδάκια… Έχουμε καμία ανάγκη να δούμε βίντεο με τρία παιδάκια που έχουν φύγει από τη ζωή στα οποία τραγουδάνε και παίζουν;
Εσας η κόρη σας ζει μόνιμα στη Θεσσαλονίκη. Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος που έχετε για εκείνη;
Δε θέλω να παίζω τον ρόλο του Θεού. Συνήθως οι γονείς αυτό κάνουμε. Αποφασίζουμε μόνοι μας για τα παιδιά μας τι θα κάνουν στη ζωή τους. Εγώ δε θέλω να το κάνω αυτό. Σαφώς είμαι πάντα δίπλα της για να τη βοηθήσω σε ό,τι χρειαστεί αλλά όχι για να της υποδείξω τι θα κάνει στη ζωή της.
Είμαι από τους γονείς που θέλουν να αφήνουν τα παιδιά τους να κάνουν και τα λάθη τους. Και δεν εννοώ να την αφήσω απροστάτευτη αλλά να την αφήσω να δοκιμάσει αυτά που θέλει, να πειραματιστεί. Να δει τι της ταιριαζει και τι όχι.
Πηγή φωτογραφιών: instagram, NDP
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ