Για περισσότερες από 3 δεκαετίες, η Νένα Μεντή ζει με τον σύντροφό της σε χωριστά σπίτια, δεν της αρέσει ο γάμος, απολαμβάνει να παίζει πόκα και να κάνει παραστάσεις λες και δεν υπάρχει αύριο. Με όλα όσα λέει στο κυπριακό περιοδικό Omikron και τον Πιερή Παναγή μας επιβεβαιώνει τον αντισυμβατικό χαρακτήρα της!
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Από πού βγαίνει το Νένα;
Απ’ το Ελένη. Ουσιαστικά Ελένη-Ζωή με βάφτισαν αλλά ποτέ δεν με έχουν πει έτσι. Ήθελα από μικρή να με λένε Νένα.
Τον τσαμπουκά τον είχατε από μικρή δηλαδή;
Αυτό ή το ‘χεις ή δεν το ‘χεις. Δεν μου ήταν πάντα εύκολο βέβαια. Τσακωνόμουν, έφευγα από δουλειές, άφησα το θέατρο για μια τετραετία. Δεν άντεχα. Τα ήθη στο θέατρο δεν μου πήγαιναν… Πολύ αργότερα, μεγαλώνοντας και βλέποντας ότι δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο κι ούτε με ενδιαφέρει, άρχισα να βάζω νερό στο κρασί μου κάνοντας μικρούς συμβιβασμούς. Μου ήταν όμως πάντα δύσκολο να συνυπάρξω με τη μετριότητα.
Αυτό είχε κόστος;
Είχε ναι. Και στεναχώρια και άγχος. Κατάλαβα όμως ότι αναξιοκρατία υπάρχει σε όλες τις δουλειές. Όταν συνειδητοποίησα ότι αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα αναγκάστηκα να προσαρμοστώ. Όταν πέθανε ο πατέρας μου, η μητέρα μου, μου αποκάλυψε ότι εκείνος δεν ήθελε να γίνω ηθοποιός. Φοβόταν ότι θα ταλαιπωρηθώ και δεν είχε άδικο… Ήταν τέτοιος ο χαρακτήρας μου, είχα αξιοκρατικές αρχές κι είχε την έγνοιά μου… Και ίσως γιατί η δουλειά αυτή στην Ελλάδα είναι απαξιωμένη.
Όταν ξεκινούσατε φαντάζομαι αυτό ήταν πιο έντονο.
Εκείνο τον καιρό το να είσαι ηθοποιός ήταν για πολλούς… δεύτερο. Έχει τύχει να πάω περιοδεία στην Ελλάδα, με πολύ καλό θίασο και έργο και να μη μας δέχονται στο ξενοδοχείο γιατί ήμασταν ηθοποιοί, ότι δηλαδή ήμασταν πουτάνες.
Υπήρξε ταλαιπωρία λοιπόν.
Απολύτως γι’ αυτό και για πολλά χρόνια ήμουν με το ένα πόδι μέσα και το άλλο έξω.
Στη σχολή για τι ρεπερτόριο σας προόριζαν;
Για τις δραματικές ενζενί. Καμία σχέση! Ποτέ δεν ήμουν ενζενί ούτε ποτέ ήμουν η αθώα νέα. Τι ειρωνεία ε; Και τότε που ήμουν ένα μικρό και νόστιμο κορίτσι τα έπαιζα αυτά. Όταν βγήκα στο θέατρο οι πρώτοι ρόλοι ήταν δραματικοί. Αργότερα ήρθε και η επιθεώρηση που ήταν ένα μεγάλο σχολείο.
Συνήθως οι ηθοποιοί και μάλιστα του Εθνικού, έχουν ένα σνομπισμό απέναντι σ’ αυτό το είδος.
Το θέατρο είναι ένα, είτε παίζεις τραγωδία είτε κάνεις κωμωδία. Δεν έχω κανένα κόλλημα με το εμπορικό και το ποιοτικό και όλες αυτές τις αηδίες που λένε. Υπάρχει καλό και κακόγουστο θέατρο. Αυτό ναι.
Στην τηλεόραση κάνατε επίσης πολύ μετρημένα πράγματα.
Η τηλεόραση είναι πολύ κουραστική. Το αποτέλεσμα είναι αμφίβολο όπως και τα λεφτά γιατί δεν ξέρεις αν και πότε θα τα πάρεις. Ακόμα κι αν πάρεις ένα συμπαθητικό σενάριο – δεν θα βρεις ποτέ αριστούργημα γιατί δεν τους ενδιαφέρει – δεν ξέρεις αν θα βγει νόστιμο. Θα πας, θα κουραστείς και δεν θα σου αρέσει κιόλας. Εγώ έκανα 12 σίριαλ και μόνο τα 4-5 είναι καλά. Γιατί να το κρύψομεν άλλωστε;
Έχετε όμως προτάσεις.
Μετά τις «Χάριτες», είχα και 100 προτάσεις: για πρωινάδικο, για σίριαλ, για τα πάντα. Σε όλα αρνήθηκα. Πριν καν τελειώσουν οι «Χάριτες», είχα ήδη κλείσει για το «Δις εξαμαρτείν»… Σήμερα δεν έχω πολλές, ακριβώς γιατί ξέρουν ότι δεν πάω. Δεν θέλω… Στην τηλεόραση δεν προστατεύεσαι, είσαι στα χέρια της ξεπέτας, της κάμερας, των συνθηκών.
Τώρα τι στόχους έχετε; Τι ονειρεύεστε;
Δεν ήμουν ποτέ του μακροπρόθεσμου. Ό,τι κάνω, τώρα. Τώρα ζω, τώρα είμαι εδώ, τώρα αυτό κάνω. Πολύ άμεσα σχέδια θέλω να κάνω.
Έτσι ήσασταν πάντα;
Όχι… Όταν πέθανε ο πρώτος μου άντρας συνειδητοποίησα πόσο μάταια είναι όλα. Μάταια όχι με την έννοια της παραίτησης. Συνειδητοποίησα πόσο άσκοπο είναι το να επενδύεις. Υπάρχει κάτι πιο μάταιο απ’ το χρήμα; Μάθαμε πως είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την ευτυχία. Στους δικούς μου ανθρώπους λέω ας πτωχεύσουμε να δούμε τι θα γίνει. Θα μπορούμε να έχουμε ένα ψωμί; Μια ελιά; Θα τα έχουμε. Με αυτά θα ξαναρχίσουμε… Ούτε στο πένθος κολλάω. Δεν παθαίνω ξανά καταθλίψεις εγώ. Μόλις την δω να πλησιάζει, παίρνω την τσάντα μου και φεύγω και την αφήνω μόνη της.
Από τι πέθανε ο πρώτος σας σύζυγος;
Από καρδιά… Και ήταν πολύ σοκαριστικό γιατί ήταν πολύ νέος, μόλις 34. Είχε βγει με κάποιους φίλους του και δεν επέστρεψε ποτέ στο σπίτι…
Πώς ήσασταν τότε;
Ξαφνικά τρελαίνεσαι. Χάνεις τα λογικά σου. Και κάποιες στιγμές, ανάμεσα στην τρελά υπάρχει η λογική και είναι αυτό που σε κρατά τελικά. Σε γειώνει. Γι’ αυτό σου λέω πως θέλω να είμαι αισιόδοξη, ότι κάτι ωραίο θα γίνει. Η διάθεσή μου πάντα ήταν πάμε να δοκιμαστούμε κι ας φάμε τα μούτρα μας. Έχω αυτό το νεανικό σφρίγος και την άποψη ότι δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα και σε κανέναν παρά μόνον στους εαυτούς μας.
Θα περίμενε κανείς το αντίθετο ύστερα από χρόνια πορείας.
Κανένα άγχος δεν έχω για το επόμενο. Εκείνο που λέω πάντα είναι πάμε να παίξουμε να κάνουμε κέφι. Από πολύ νέα, κατάλαβα ότι το θέατρο είναι ένα παιχνίδι γι’ αυτό είμαστε εκεί. Παίζουμε λέμε. Δηλαδή πάμε να την βρούμε! Κι αν αυτό που θα δοκιμάσουμε το φχαριστηθούμε θα περάσει και στον κόσμο. Αυτό έμαθα.
Είναι μια πιο… νεανική αντίληψη αυτή.
Είμαι πολύ νέα. Μέχρι ρεζιλίκι δηλαδή. Όσο γερνώ ηλικιακά και όσο μεγαλώνω στις ανάγκες μου και στις αντοχές μου, νιώθω ότι γίνομαι και πιο νέα. Φαίνεται ότι είναι ένας τρόπος να κρατιέσαι σε αυτό τον δημιουργικό τρόπο και μοντέλο. Όχι μόνο στο θέατρο
αλλά και στη ζωή.
Να τολμήσω να ρωτήσω την ηλικία σας;
Και δεν τη ρωτάς; 70 κλείνω το Δεκέμβρη!
Πλάκα κάνετε!
Θες να πάω μέσα να φέρω ταυτότητα; Αφού τόσο είμαι. Μάλλον επειδή είμαι λεπτή και δεν έχω μπαταλέψει που λέμε, κρατιέμαι. Αλλά πιστεύω ότι είναι εσωτερικό. Εκεί είναι το θέμα. Δεν νιώθω 70. Η ταυτότητά μου αυτό γράφει. Ε και; Η ενέργεια και η διάθεσή μου είναι 20αρας. Έχω αυτοπεποίθηση, δεν έχω ανασφάλειες, δεν πιστεύω ότι κάνουμε τίποτα σπουδαίο ούτε θεωρώ ότι είμαι κάτι συγκλονιστικό χωρίς αυτό να μου μειώνει την αυτοπεποίθηση ή την ανάγκη μου να κάνω πράγματα.
Οι άντρες που σας ερωτεύτηκαν πώς το αντιλαμβανόντουσαν αυτό;
Μεγάλη κουβέντα ανοίγεις… Δεν πιστεύω πολύ στον έρωτα παρόλο που έχω ερωτευτεί πολύ. Απ’ τα πιο δυνατά συναισθήματα είναι ο έρωτας. Αλλά επειδή γρήγορα ξεθυμαίνει και ξεφουσκώνει, νομοτελειακά γίνεται αυτό, θεωρώ ότι η αγάπη, αυτό που μένει είναι πολύ πιο σημαντικό, πολύ πιο δύσκολο. Γιατί για να αγαπήσεις τον άλλο πρέπει να αγαπάς εσένα. Πρέπει να τον νοιάζεσαι και να τον φροντίζεις και να τον προετοιμάζεις για να αγαπήσει. Αυτό το μαθαίνει η παιδική ηλικία, το σπίτι, οι γονείς.
Εσείς έτσι μεγαλώσατε;
Έτσι, ναι. Έζησα στην επαρχία και πολύ αργότερα ήρθαμε Αθήνα. Ο πατέρας μου ήταν δημόσιος υπάλληλος και έπαιρνε μεταθέσεις συνεχώς γιατί ήταν αριστερός…
Αυτό είχε αντίκτυπο στη ζωή σας;
Βέβαια και είχε. Πώς δεν είχε; Ήταν συνέχεια ένα κυνήγι. Μετά τον Εμφύλιο ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα… Θυμάμαι όμως την οικογένειά μου και το σπίτι μας με μια εξαιρετική ατμόσφαιρα.
Ο γονείς σας τι άνθρωποι ήταν;
Λάτρευα τον πατέρα μου. Ήταν ένας άντρας που έγραφε στίχους και μουσική -είχαμε πολλή μουσική στο σπίτι γιατί και η μάνα μου τραγουδούσε. Αγαπιόντουσαν πολύ οι γονείς μου. Και κατ’ επέκταση αγαπούσαν κι εμάς. Ήμασταν μια φτωχή οικογένεια αλλά ποτέ δεν υπήρχε μιζέρια. Ακούγαμε κλασική μουσική, εγώ και τα δυο αδέλφια μου, διαβάζαμε, ακούγαμε θέατρο στο ραδιόφωνο.
Εσείς δεν θέλατε ποτέ να φτιάξετε μια τέτοια οικογένεια, πιο «κανονική»;
Δεν με ενδιέφερε ποτέ ο γάμος, η συμβίωση ή να πάμε σε μια εκκλησία. Το ρομαντικό είναι να μην κάνεις γάμο, όχι να κάνεις. Ο γάμος είναι μια σύμβαση. Με τον δεύτερο άντρα μου είμαστε μαζί, αγαπιόμαστε, αλλά δεν μένουμε μαζί. Δεν μας αρέσει η φθορά. Δεν είναι για όλους τους ανθρώπους αυτό. Εμάς αυτό δεν μας ενοχλεί, αν δηλαδή είναι 5 δρόμους μακριά, δεν σημαίνει πως δεν μ’ αγαπά.
Οι γύρω σας αυτό πώς το αντιλαμβάνονται;
Η μάνα μου μουρμούραγε αλλά κάποια στιγμή της είπα τι θέλει πιο πολύ: να είμαι εγώ καλά ή να είναι η γύρω της και το τι θα πει ο κόσμος. Και σιώπησε.
Και κάτι τελευταίο. Πώς θέλετε να σας θυμούνται ύστερα από 50 χρόνια;
Καθόλου δεν θέλω να με θυμούνται. Δεν κρατάω αρχείο, δεν έχω φωτογραφίες. Τώρα που υπάρχω και κάνω πράγματα χαίρομαι που ο κόσμος με αγαπά και με εκτιμά. Αυτό το εισπράττω και μου αρέσει. Και αυτό μου αρκεί.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ