Ο Μιχάλης Μιχαλακίδης είναι ο τύπος εκείνος που θα περάσεις μαζί του ένα απόγευμα, χωρίς να καταλάβεις πότε πέρασε η ώρα, θα γελάσεις, θα προβληματιστείς και σίγουρα από τη συζήτησή σας θα έχεις πάρει πολλά μαθήματα ευγένειας. Είναι κουλ, αγαπά τη δουλειά του, προτιμά να βλέπει τα πράγματα από τη θετική τους πλευρά και είναι ευτυχισμένος για τον ρόλο του πατέρα που έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αυτή την περίοδο τον απολαμβάνουμε στη νέα σειρά του Mega, “Μαίρη, Μαίρη, Μαίρη” αλλά και τη σειρά “Χαιρέτα μου τον Πλάτανο” στην οποία πρωταγωνιστεί για τρίτη σεζόν. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο TLIFE, ο Μιχάλης Μιχαλακίδης θυμάται τα πρώτα του βήματα στην υποκριτική, τη μετάβαση από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, τα κοινά που έχει με τον τηλεοπτικό “Ηλία” αλλά και το νέο βιβλίο ζωής που άνοιξε όταν στη ζωή ήρθε ο γιος του.
Μιχάλη έχεις γεννηθεί στη Θεσσαλονίκη. Εκεί ήρθες για πρώτη φορά σε επαφή με το θέατρο;
Η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με το θέατρο ήταν σε πολύ μικρή ηλικία που συμμετείχα στις θεατρικές ομάδες του σχολείου. Η αλήθεια είναι πως δεν περνούσα και πολύ καλά όταν μου έδιναν κάποιο ρόλο γιατί βαριόμουν να μαθαίνω τα λόγια. Στο Λύκειο μου ήρθε μια φλασιά και αποφάσισα να μπω στην ομάδα του σχολείου όπου μου δόθηκε ένας κωμικός ρόλος. Τότε ήταν που κάτι ξύπνησε μέσα μου και είπα, “ώπα, εδώ κάτι γίνεται”.
Σαν μαθητής δεν ήμουν και τίποτα σπουδαίο. Δεν είχα κάποιο ξεκάθαρο στόχο. Όταν λοιπόν αργότερα μπήκα σε μια τυχαία σχολή, θυμήθηκα ότι κάποτε είχα νιώσει όμορφα μέσα στον κόσμο του θεάτρου. Τότε ήταν που μπήκα σε μια φοιτητική θεατρική ομάδα που υπήρχε στο Πανεπιστήμιο. Και εκεί είναι που λες ότι η ζωή σε σπρώχνει από το ένα βήμα στο άλλο και στα φέρνει έτσι ώστε να βρεις αυτό για το οποίο είσαι φτιαγμένος.
Βρέθηκαν λοιπόν 1-2 άνθρωποι που είχαν μια σχετική εμπειρία με το θέατρο και με συμβούλεψαν να το δω λίγο πιο σοβαρά. Έδωσα λοιπόν εξετάσεις το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και πέρασα το 2010. Τρία χρόνια μετά αποφοίτησα και αφού δούλεψα στο Κρατικό για λίγα χρόνια, ήρθε μια πρόταση για μια δουλειά στην Αθήνα από τον Θωμά Μοσχόπουλο και εκ τότε βρίσκομαι εδώ.
Στο περιβάλλον σου υπήρχε κάποιος που να ασχολείται με το θέατρο, ώστε να έχεις τέτοια ερεθίσματα;
Κανείς. Προέρχομαι από μια “λαϊκή” οικογένεια ανθρώπων που δεν είχαν σοβαρή επαφή με την Τέχνη. Θα πηγαίναμε στο θέατρο μια φορά το καλοκαίρι. Η αλήθεια όμως είναι, ότι η μητέρα μου ήταν μια μεγάλη αφορμή για να ασχοληθώ με την υποκριτική. Δεν είχε καμία επαφή με το θέατρο, ούτε είχε καμιά τρέλα να με σέρνει στα θέατρα μανιωδώς. Της άρεσε όμως αυτό και πάντα ήταν εκείνη που με βοηθούσε ως παιδί να μαθαίνω τα λόγια μου… Νομίζω ότι ασυναίσθητα ήταν εκείνη που με ένα τρόπο με έσπρωξε σε αυτό.
Όταν τους ανακοίνωσες ότι θέλεις να αφήσεις τις σπουδές σου και να ασχοληθείς επαγγελματικά με την υποκριτική, πώς αντέδρασαν;
Το ότι θα άφηνα αυτό που σπούδαζα δεν τους πείραξε ιδιαίτερα γιατί δεν ήταν και τίποτα τρομερό. Όλοι οι γονείς τρομάζουν με την αβεβαιότητα που έχει αυτό το επάγγελμα. Εδώ ακόμη κι εγώ μετά από τόσα χρόνια τρομάζω. Αυτός ήταν ο μοναδικός ενδοιασμός τους. Ποτέ όμως δε στάθηκαν εμπόδιο στα όνειρά μου. Ίσα ίσα, αν δεν ήταν εκείνοι τα πρώτα χρόνια να με στηρίζουν, δε ξέρω αν θα είχα καταφέρει να επενδύσω στο θέατρο. Καλώς ή κακώς τα πρώτα χρόνια επενδύεις στο θέατρο για να μπορέσεις – αν μπορέσεις- κάποια στιγμή να “πάρεις” κάτι πίσω.
Η μετάβαση από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη πώς ήταν;
Τρόμαξα λίγο στην αρχή. Μου έλειπε λίγο η Θεσσαλονίκη, ειδικά στην αρχή. Όταν έφυγα από τη Θεσσαλονίκη την εκτίμησα γιατί μέχρι τότε δεν έδινα ιδιαίτερη σημασία. Ήταν βέβαια και μια ωραία πρόκληση γιατί ήταν και η πρώτη φορά που έφευγα από την πόλη μου, που θα ζούσα μόνος, θα είχα τον δικό μου χώρο… Απέκτησα μια άλλη ελευθερία. Η δουλειά όμως είναι στην Αθήνα, δεν μπορείς να κάνεις αυτή τη δουλειά αν μένεις αλλού. Προσωπικά, τα πράγματα που θέλω να κάνω και με τον τρόπο που θέλω να τα κάνω, είναι όλα εδώ. Γι΄ αυτό και από τη στιγμή που τελείωσα τη σχολή πάντα το ένα μάτι και αυτί μου ήταν στην Αθήνα και περίμενα να έρθει η κατάλληλη ευκαιρία.
Την πρώτη σου φορά πάνω σε σκηνή, ως επαγγελματίας πλέον ηθοποιός, την θυμάσαι;
Ήταν μια παιδική παράσταση που είχαμε ανεβάσει στο Κρατικό όσο ακόμη ήμουν στη σχολή. Το να παίζεις για παιδιά είναι το ίδιο ίσως και πιο δύσκολο απ΄ ότι να παίζεις για ενήλικες. Τα παιδιά αν δε τους αρέσει κάτι φωνάζουν, αν βαρεθούν θα μιλήσουν με τον διπλανό τους, δε θα σε σεβαστούν. Οι μεγάλοι μπορεί να σε σεβαστούν. Ο ρόλος του ηθοποιού όμως και στις δυο περιπτώσεις είναι ο ίδιος. Πρέπει να είσαι εκεί, στο έργο σου δοσμένος ολοκληρωτικά χωρίς να κάνεις την παραμικρή έκπτωση.
Το λεγόμενο “σεντόνι” σου έχει συμβεί ποτέ;
Nαι και έχασα τρία χρόνια από τη ζωή μου. Ευτυχώς είχα έναν εξαιρετικό συνάδελφο και με έσωσε. Προσπεράσαμε μια σελίδα και τα βρήκαμε. Αυτό μάλιστα είχε συμβεί στην αρχή του έργου, και η παράσταση διαρκούσε 1,5 ώρα. Σε εκείνη την παράσταση είχε έρθει να με δει και η γυναίκα μου από τη Θεσσαλονίκη. Όταν λοιπόν τελειώσαμε, έτρεμα ακόμη. Το πρώτο πράγμα που τη ρώτησα ήταν αν κατάλαβα τι είχε γίνει και μου είπε “όχι”. Ήταν δύσκολο πολύ, αλλά εντάξει, μια φορά έγινε. Στην πραγματικότητα δεν το κατάλαβε κανείς. Όλα αυτά νομίζω τα καταλαβαίνουμε μόνο εμείς που βρισκόμαστε πάνω στη σκηνή.
Όλα αυτά τα χρόνια έπαιζες αποκλειστικά στο θέατρο και μάλιστα σε παραστάσεις αρκετά “σοβαρές”. Ήταν ρόλοι που τους κυνηγούσες ή σε επέλεγαν;
Θα έλεγα ότι αυτό που κυνηγούσα ήταν οι συνεργασίες. Οι ρόλοι απλά ερχόντουσαν. Αυτό που πάντα με ενδιέφερε και εξακολουθεί να με ενδιαφέρει είναι τα πρόσωπα που πλαισιώνουν μια δουλειά. Σαφώς υπάρχουν ρόλοι που ονειρεύομαι. Τα πρόσωπα και η ποιότητα των ανθρώπων με τους οποίους συνεργάζεσαι είναι εξίσου σημαντικοί με ένα ωραίο κείμενο. Ένα σπουδαίο κείμενο όμως μπορεί να χαθεί μέσα σε μια ομάδα που δε θα μπορέσει να αναπτύξει μια σωστή επικοινωνία, που δε θα έχει αλληλοεκτίμηση, αλληλοσεβασμό και αλληλοθαυμασμό. Το επάγγελμα του ηθοποιού είναι μια ομαδική δουλειά. Είμαι τυχερός γιατί μέχρι στιγμής έχω συναντήσει μόνο καλές περιπτώσεις συνεργατών.
Ο Πλάτανος που φέτος παίζεται για τρίτη χρονιά και το “Μαίρη, Μαίρη, Μαίρη” που είναι μια καινούργια δουλειά, είναι δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα συνεργασιών που εκτός από ένα καλογραμμένο σενάριο είναι και αποτέλεσμα μιας δεμένης ομάδας που τα μέλη της έχουν βαθιά αγάπη και αλληλοεκτίμηση το ένα για το άλλο.
Είναι όμως και μια πολύ ανταγωνιστική δουλειά.
Είναι μεν ανταγωνιστική αλλά αυτό δε σημαίνει ότι είσαι σε διαρκή “πόλεμο” με τον συνάδελφό σου. Για μένα, είναι σαν να παίρνεις έναν προβολέα και να φωτίζεις τον συνάδελφό σου, και εκείνος εσένα. Αν ο ένας δε βοηθήσει τον άλλο να βγάλει τον καλύτερό του εαυτό, καταλήγει ο καθένας να παίζει για τον εαυτό του. Σαφώς και μπορεί να βλέπεις μια δουλειά και να ζηλεύεις γιατί θα ήθελες κι εσύ να βρίσκεσαι σε αυτή αλλά αυτή η “ζήλια” είναι ζήλια αγάπης και θαυμασμού. Μου έχει τύχει να δω δουλειές που να της θαυμάσω και να σκεφτώ ότι θα μου άρεσε να βρίσκομαι σε αυτές αλλά σε καμία περίπτωση με φθόνο. Συμβαίνουν άλλωστε και σε μένα όμορφα πράγματα.
Έχεις φτάσει ποτέ σε σημείο που να πεις ότι θα παρατήσεις την υποκριτική για να ασχοληθείς με κάτι άλλο;
Κάθε φορά που τελειώνει μια δουλειά, αυτό σκέφτομαι. Σκέφτομαι ότι δε θα βρω επόμενη. Κοιμάσαι όμως το ένα βράδυ και κάνεις αυτές τις σκέψεις και κοιμάσαι ένα άλλο και λες “θα έρθει το επόμενο”… Και έρχεται, Τη μια μέρα σε επισκέπτεται ο απαισιόδοξος εαυτός σου και την άλλη ο αισιόδοξος. Έχω κάνει συζητήσεις με συναδέλφους που έχουν διαγράψει τεράστιες πορείες στον χώρο και αυτό που μου είπαν όλοι είναι πως πάντα είναι δύσκολο να διαχειριστείς αυτή την αβεβαιότητα. Πάντα θα περνάς από αυτό το στάδιο. Προσπαθώ λοιπόν να συμφιλιωθώ με αυτή την κατάσταση.
Ο Πλάτανος ήταν η πρώτη ολοκληρωμένη τηλεοπτική δουλειά (έχεις παίξει και σε δυο επεισόδια των Άγριων Μελισσών). Πώς ήταν η πρώτη φορά που είδες τον εαυτό σου στην τηλεόραση;
Ήμουν άθλιος. Απαράδεκτος. Ντράπηκα πάρα πολύ που με είδα. Είμαι πολύ αυστηρός με τον εαυτό μου, σε αντίθεση με το υπόλοιπο σύνολο. Δύσκολα μου αρέσω.
Πόσο εύκολο είναι να παρακολουθείς τον εαυτό σου;
Είναι εύκολο γιατί το βλέπω πιο πολύ τεχνικά. Το βλέπω για να δω τι πρέπει να διορθώσω τεχνικά. Πολλές φορές δε μου αρέσω και στεναχωριέμαι, κλείνομαι και προσπαθώ να δω τι μπορώ να αλλάξω για να βελτιωθώ. Μαθαίνεις μέσα από αυτή τη διαδικασία.
Η πρόταση για το “Μαίρη, Μαίρη, Μαίρη” πώς προέκυψε;
Είχαμε μια επικοινωνία με τον Μιχάλη Ρέππα ο οποίος είχε μια εικόνα δική μου από τον Πλάτανο. Ήταν αν θες και μια δική μου ανάγκη να συνεργαστώ με τον Μιχάλη Ρέππα και τον Θανάση Παπαθανασίου. Πρόκειται για ένα καλλιτεχνικό δίδυμο που θαύμαζα από μικρός. Έχω δει τα πάντα, έχω γελάσει με τις δουλειές τους και όπως σου είπε και πριν, πάντα κυνηγάω τα πρόσωπα και τις συνεργασίες. Είχα λοιπόν την ανάγκη να συναντηθώ καλλιτεχνικά μαζί τους, να “πάρω” πράγματα από εκείνους γιατί ήξερα ότι είναι άνθρωποι που μέσα από τη συνεργασία μας θα με βοηθούσαν να εξελιχθώ και να πάω ένα βήμα παρακάτω.
Στη σειρά υποδύεσαι τον Ηλία, ο οποίος δίνει την εικόνα ενός πολύ κουλ και άνετου τύπου. Πόσο κοντά είναι ο Ηλίας με τον Μιχάλη;
Αρκετά. Ο Ηλίας, είναι ένας άνθρωπος που αντιμετωπίζει τα πράγματα με μια αθωότητα. και αυτό είναι κάτι που θα φανεί ακόμα περισσότερο από τον τρόπο που διαχειρίζεται αυτό το τρίγωνο με τον Γιάννη και τη Μαίρη. Σαν Μιχάλης είμαι ένας άνθρωπος που προσπαθώ να μπαίνω στα πράγματα με μια αθωότητα. Προσπαθώ να τα βλέπω όλα από την καλή τους πλευρά.
Προσωπικά πάντως δε μου έχει τύχει να ξυπνήσω σε σπίτι κοπέλας που δε θυμόμουν καν το όνομά της όπως συνέβη στην περίπτωση του Ηλία.
Ο Ηλίας δείχνει να είναι και ιδιαίτερα ανεκτικός…
Ναι αλλά είναι και αυτό στη βάση της αθωότητας. Βλέπεις όλη αυτή την παράνοια μπροστά σου και λες, “όχι δεν είναι περίεργα, ας τα δούμε τα πράγματα”. Πάνω σε αυτή την παρεξήγηση χτίζεται άλλωστε και η κωμωδία. Εγώ σαν Μιχάλης υπάρχουν στιγμές που είμαι ανεκτικός και στιγμές που είμαι λιγότερο. Έχει να κάνει με την εκάστοτε εποχή και με το πόσο καλά είσαι μέσα σου και με το περιβάλλον σου.
Με τη σύζυγό σου παρακολουθείτε μαζί τις σειρές που παίζεις;
Ναι, όταν μπορούμε να συντονιστούμε. Τώρα μάλιστα τις βλέπουμε και με τον γιο μου ο οποίος μάλιστα φωνάζει και “μπαμπάς, μπαμπάς” όταν εμφανίζομαι σε κάποια σκηνή.
Είναι αυστηρή μαζί σου η σύζυγός σου;
Ναι, προσπαθεί και της ζητάω να είναι αυστηρή μαζί μου. Γενικά προσπαθώ να ζητάω από όποιον συζητάμε τις δουλειές μου να είναι αυστηρός μαζί μου γιατί θεωρώ ότι μόνο έτσι πας παρακάτω. Αν ακούς μόνο θετικά σχόλια δεν έχει και ιδιαίτερο νόημα.
Το ότι εκείνη δεν βρίσκεται στον ίδιο επαγγελματικό χώρο με εσένα, εξισορροπεί κάπως την κατάσταση;
Σαφώς. Νομίζω ότι είναι ευεργετικό αυτό. Διαφορετικά θα συζητούσαμε μόνο για τη δουλειά. Θα γινόταν αυτό ακριβώς που συμβαίνει και με φίλους συναδέλφους, βγαίνουμε και μιλάμε μόνο για τη δουλειά. Το ότι ανήκει σε έναν άλλο χώρο φέρνει τα πράγματα σε μια ισορροπία, ανοίγει κι άλλα πεδία συζητήσεων. Ξεχνιέσαι…. Έχω ανάγκη κάποιες φορές να βγω τελείως από όλο αυτό.
Παρατηρείς τους ανθρώπους γύρω σου;
Ναι. Πολλές φορές παρατηρώ και τον ίδιο μου τον εαυτό. Πολλά πράγματα άλλωστε σε ρόλους μου τα αντλώ από τον εαυτό μου. Πολλά από τα πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή τα χρησιμοποιώ – όπως οι περισσότεροι ηθοποιοί – εντέχνως στη δουλειά μου.
Μετά τη γέννηση του γιου σου, έχεις αλλάξει;
Η αλήθεια είναι πως έχω αλλάξει αρκετά. Πλέον είμαι υπεύθυνος για έναν άλλο άνθρωπο.
Σε φοβίζει αυτό;
Όχι. Υπήρχε μεγάλος φόβος μέχρι να έρθει στη ζωή που συνοδευόταν από την αβεβαιότητα της δουλειάς. Όσο όμως μεγαλώνει και επικοινωνούμε πιο εύκολα, ο φόβος φεύγει. Χωρίς να είμαι σίγουρος θα σου πω ότι τον πρώτο χρόνο που ένα παιδί βρίσκεται στη ζωή, είναι πολύ κοντά στη μητέρα. Τον πρώτο χρόνο, τον πρώτο και τελευταίο λόγο έχει η μητέρα, ο πατέρας είναι το στήριγμα πρώτα της μητέρας και κατ’ επέκταση του παιδιού.
Στη δική μου περίπτωση, επειδή η γυναίκα μου δούλευε, τα πρώτα δυο χρόνια πέρασα πάρα πολύ χρόνο με τον γιο μου και ήρθαμε πάρα πολύ κοντά. Όταν λοιπόν γίνεται αυτό το άλμα και ξαφνικά αρχίζει να ζητάει πράγματα και να επικοινωνεί μαζί σου με τρόπο κατανοητό, εκεί είναι που γίνεται ένα “μπαμ”. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δυσκολευόμουν λίγο να το διαχειριστώ. Ένιωθα ανήμπορος να βοηθήσω 100%. Όταν αρχίζει πλέον να υπάρχει μια διάδραση με το παιδί, τρελαίνεσαι. Το ότι έγινα μπαμπάς νομίζω ήταν ένα βήμα που χρειαζόμουν.
Και μου αρέσει αυτό το βήμα. Σαφώς αλλάζει η ζωή σου. Αυτό που λέω είναι ότι δε γυρίζεις απλά μια σελίδα στη ζωή σου και ανοίγεις ένα νέο κεφάλαιο όταν γίνεσαι γονιός… κλείνεις όλο το βιβλίο, το βάζεις στη βιβλιοθήκη και παίρνεις το επόμενο. Ένα παιδί στη ζωή ενός ανθρώπου είναι ένα άλλο βιβλίο. Αφήνεις κάτι πίσω. Αφήνεις πίσω έναν Μιχάλη και γνωρίζεις έναν άλλο.
Δεν έχεις τον χρόνο που είχες για σένα. Το παιδί θέλει την προσοχή σου. Χρειάζεται τη φροντίδα σου, χρειάζεται να του δίνεις ερεθίσματα, να κάνεις πράγματα μαζί του, να του μιλάς, να επικοινωνείς μαζί του ακόμη και με αυτόν τον άτεχνο τρόπο που γίνεται στην αρχή. Αφήνεις ένα κομμάτι του εγωισμού σου πίσω. Σαφώς και υπάρχουν στιγμές που θα νιώσω την ανάγκη να μείνω μόνος ή να κάνω κάτι χωρίς τον γιο μου αλλά εν τέλει, είναι μια νέα συνθήκη μέσα στην οποία πρέπει να ζήσεις που δε θα άλλαζα.
Σε αγχώνει ο κόσμος στον οποίο μεγαλώνει ο γιος σου;
Ναι. Με στεναχωρεί και με αγχώνει το γεγονός πως έχει γίνει άγρια και αδυσώπητη η κοινωνία. Έχει χαθεί η ευγένεια και ο σεβασμός. Δεν υπάρχει πλέον κανένας ηθικός φραγμός. Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται πλέον μόνο για την προσωπική τους επιβίωση. Δεν υπάρχει ο ουσιαστικός σεβασμός προς τον διπλανό μας. Θεωρώ ότι αν υπήρχε ο σεβασμός αυτός στην καθημερινότητά μας θα ήταν όλα λίγο πιο ήρεμα και χαμογελαστά. Βλέπω τα πράγματα από μια ρομαντική σκοπιά.
Για να επιστρέψω όμως στο παιδί, πολλές φορές αναρωτιέμαι, τι πρέπει να πω σε αυτόν τον άνθρωπο; Πώς πρέπει να τον καθοδηγήσω; Φυσικά να τον αφήσω να φάει τα μούτρα του αλλά πως να τον καθοδηγήσω; Αυτό είναι κάτι που με απασχολεί και θα με απασχολήσει και τα επόμενα χρόνια πολύ περισσότερο. Το πώς θα αντιμετωπίσει την κάθε μορφής βία και όλο αυτό το σύστημα που μας βάζει στο τρυπάκι να θέλουμε να είμαστε πρώτοι σε όλα με αποτέλεσμα να είσαι μόνος σου χωρίς καμία ουσιαστική ανθρώπινη σχέση, είναι πράγματα που με απασχολούν αλλά το πάω μέρα με τη μέρα.
Θα σου άρεσε να ακολουθήσει τα χνάρια σου και να ασχοληθεί με το θέατρο;
Θα ήθελα να του δώσω τα ερεθίσματα ώστε να ανακαλύψει μόνος του τι είναι αυτό που τον γοητεύει. Δε θα του απαγόρευα ποτέ να ασχοληθεί με το θέατρο, ούτε όμως θα τον ανάγκαζα να το κάνει. Θα είμαι δίπλα του σε ότι επιλέξει να κάνει. Θεωρώ πως κάθε γονιός πρέπει να δημιουργεί ένα περιβάλλον τέτοιο που το παιδί του να νιώσει ελεύθερο να διαλέξει αυτό που το εκφράζει και εν συνεχεία ο γονιός να έχει το σθένος να σταθεί δίπλα στο παιδί του είτε συμφωνεί με την επιλογή του είτε όχι.
Με τον κινηματογράφο θα ήθελες να ασχοληθείς;
Εννοείται. Ο κινηματογράφος είναι ένα μέσο που με γοητεύει πολύ. Αυτό που έλεγα όταν μπήκα στην τηλεόραση είναι πως η τηλεόραση πρέπει να πάρει πράγματα από το θέατρο και το θέατρο από την τηλεόραση γιατί στο ένα κάποια πράγματα γίνονται πολύ γρήγορα και στο άλλο πολύ αργά. Ο κινηματογράφος – χωρίς να έχω εμπειρία – θεωρώ ότι τα συνδυάζει. Υπάρχει η εκ βαθέων αναζήτηση αλλά πρέπει να βγει η δουλειά και σε έναν προκαθορισμένο χρόνο. Ελπίζω να είναι τα πράγματα έτσι όπως τα έχω στο μυαλό μου.
Φωτογραφίες: Πέτρος Χόντος
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ