Μας άνοιξαν την πόρτα του σπιτιού τους. Μπήκαμε στις ζωές τους. Τους αγαπήσαμε. Είδαμε κάπου ανάμεσά τους έναν από εμάς ή κάποιον από τη δική μας οικογένεια. Απολαύσαμε τις τρέλες της μαμάς. Μοιραστήκαμε τις ανησυχίες του μπαμπά. Γελάσαμε με τα νεύρα της πεθεράς. Συγκινηθήκαμε με τις ερωτικές απογοητεύσεις των αδελφών. Κρύψαμε τα αθώα μυστικά της νύφης. Ακούσαμε με υπομονή τα ξεσπάσματα του γαμπρού. Και βεβαίως αναφωνήσαμε: «μα αυτό είναι το… δικό μας ΣΟΪ!»
Ο Σάββας, η Λυδία και το… πλήρες σετ των τρομερών συγγενών τους επιστρέφουν δριμύτεροι και οι Τριαντάφυλλοι αναστατώνονται από μια παρουσία έκπληξη. Ο λόγος για τον Δημήτρη Μαυρόπουλο που ενσαρκώνει το ρόλο το Δημοσθένη και φέρνει τα πάνω κάτω…
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Λίγα λόγια για την υπόθεση:
Ένας φίλος ήρθε απόψε απ’ τα παλιά… Ο Δημοσθένης, φίλος και συναγωνιστής του Μενέλαου από την εποχή του Πολυτεχνείου, ξαναβρίσκεται τυχαία μαζί του και έτσι ο Μενέλαος έχει την ευκαιρία να κάνει πράγματα που αγαπάει αλλά έχει στερηθεί, λόγω των «αριστοκρατικών» γούστων της Αλεξάνδρας. Βρίσκει, λοιπόν, την ευκαιρία για να βγει σε ένα κουτουκάκι, να πάει σε μια μπουάτ ή σε ένα ρεμπετάδικο και να γυρίσει σπίτι ξημερώματα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Την πρώτη φορά, η Αλεξάνδρα το δέχεται αδιαμαρτύρητα, τη δεύτερη το ίδιο, όταν όμως αυτό αρχίζει να επαναλαμβάνεται, αντιδρά και του απαγορεύει να το ξανακάνει. Κι αυτή η απαγόρευση είναι που κάνει τον Μενέλαο, που είναι αριστερών πεποιθήσεων, να επαναστατήσει και να διεκδικήσει το δικαίωμά του στη διασκέδαση, ακόμα κι αν η Αλεξάνδρα δε συμφωνεί καθόλου με τα γούστα του. Θα καταφέρει να περάσει το δικό του ή η Αλεξάνδρα δε θα τον αφήσει σε ησυχία; Μάλλον όμως, χορεύει καλύτερα όποιος χορεύει τελευταίος…
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ