O άνθρωπος που μαζί με τον Μανώλη Γλέζο κατέβασαν τη γερμανική σημαία από την Ακρόπολη, απεβίωσε το Σάββατο σε ηλικία 89 ετών. Nοσηλευόταν στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας του νοσοκομείου Σωτηρία.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Μεσίστια θα είναι η σημαία και σε όλους τους δημόσιους και δημοτικούς οργανισμούς. Σήμερα στις 5.00 το απόγευμα από το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών θα ψαλεί η εξόδιος ακολουθία του Απόστολου Σάντα, ενώ από τις 11.00 το πρωί η σορός του θα εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι του Αγίου Ελευθερίου στην Ιερά Μητρόπολη Αθηνών.
Η κηδεία του, με απόφαση της κυβέρνησης, θα γίνει δημοσία δαπάνη, ενώ η οικογένειά του ζήτησε από όσους το επιθυμούν αντί στεφάνων να ενισχύσουν τη Unicef και το Χαμόγελο του Παιδιού.
Λίγα λόγια για τον Λάκη Σάντα
Γεννήθηκε στις 22/2 του 1922 στην Πάτρα, με καταγωγή από τη Λευκάδα. Το 1934, η οικογένεια του εγκαθίσταται στην Αθήνα. Τελειώνει το γυμνάσιο το 1940 και εισάγεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τη νύχτα της 30ής προς 31η Μαΐου 1941, κατέβασε, μαζί με το φίλο του Μανώλη Γλέζο τη χιτλερική σημαία από το βράχο της Ακρόπολης. “Ήταν η πρώτη ανάσα της αντίστασης”, είπαν στη Βουλή, τιμώντας τον Λάκη Σάντα και το Μανώλη Γλέζο, το Νοέμβριο του 2008. “Δύο δεκαοκτάχρονα που έπαιξαν με την ιστορία, είδαν ένα σύμβολο και αποφάσισαν να γίνουν σύμβολα οι ίδιοι”.
Το 1942 εντάσσεται στο ΕΑΜ και λίγο αργότερα στην ΕΠΟΝ και βγαίνει στο βουνό με τον ΕΛΑΣ. Πήρε μέρος σε αρκετές μάχες στην Αιτωλοακαρνανία, στη Φθιώτιδα και στην Αττικοβοιωτία και το 1944 τραυματίστηκε.
Το 1946 εξορίζεται στην Ικαρία, το 1947 φυλακίζεται στην Ψυττάλεια, απ’ όπου το 1948 στέλνεται στην Μακρόνησο.
Θα διαφύγει στην Ιταλία και θα ζητήσει πολιτικό άσυλο στον Καναδά, όπου θα ζήσει μέχρι το 1962. Το 1963 θα επιστρέψει στην Ελλάδα. “Δεν κυνηγάω ποτέ τη δημοσιότητα γιατί θεωρώ ότι έχει εξευτελιστεί το ζήτημα πάρα πολύ. Την αντίσταση δεν την κάναμε μόνο εμείς, έχουν σκοτωθεί χιλιάδες παλικάρια, γυναίκες και άνδρες, “ανώνυμοι”!”, έλεγε.
Εξιστορώντας το εγχείρημα υποστολής της σημαίας στον Ηλία Πετρόπουλο, είχε πει: «Κι έξαφνα ένα δειλινό που ήμαστε στο Ζάππειο και ο ήλιος έγερνε λούζοντας τον ορίζοντα με εκείνα τα χρώματα που μόνο ο αττικός ουρανός έχει, τα μάτια μας γύρισαν στον βράχο της Ακροπόλεως. Μέσα στο υπέροχο φόντο της δύσης σταθήκαμε και κοιτούσαμε.
Και τότε… το βλέμμα μας έπεσε πάνω στη σημαία τους που υπερήφανα κυμάτιζε ψηλά-ψηλά και η βαριά σκιά της πλάκωνε καταθλιπτικά όλη την Αθήνα, όλη την αττική γη. Να τι πρέπει να τους κάνομε!
Ήρθε η σκέψη σαν σπίθα. Να τους την πάρουμε. Να την γκρεμίσουμε και να την ξεσχίσουμε και να πλύνουμε έτσι τη βρωμιά από τον Ιερό Βράχο. Την είχαν στήσει αυτήν την ίδια την πολεμική τους σημαία οι Ναζί θριαμβευτικά ως τότε στη Βαρσοβία, στη Βιέννη, στην Αμβέρσα, στη Νορβηγία, στο Παρίσι και στο Βελιγράδι και απειλούσαν να τη στήσουν σε όλο τον κόσμο τότε. Μα εδώ είναι Ελλάδα. Είναι η μικρή χώρα που απ’ αυτή ξεπετάχτηκε η φλόγα του Πολιτισμού. Είναι η χώρα που δίνει το παράδειγμα πάντα στις κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας».
Η οικογένειά του ευχαριστεί θερμά τον διευθυντή, τους γιατρούς και τους νοσηλευτές του Κέντρου Αναπνευστικής Ανεπάρκειας στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας (Μ.Α.Θ.) του νοσοκομείου “Σωτηρία”, που έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν για να τον σώσουν.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ