Λίγοι έχουν τραγουδήσει τον έρωτα όπως εκείνος. Στα 54 του δηλώνει «ένας παραμυθάς που του αρέσει να βάζει μουσική στις ιστορίες του». Ο Στέλιος Ρόκκος χωρίς να μασά τα λόγια του μιλά στο People και την Φανή Πλατσατούρα για τον έρωτα, τη δημιουργία, τη ζωή στη Λίμνο και τα… καλά παιδιά της ελληνικής μουσικής showbiz!
– Γιατί ένας άνθρωπος που δουλεύει νύχτα προτιμά να μιλά για τη μέρα;
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Γιατί η ζωή μου είναι στη Λήμνο και στο φως της μέρας. Παρακολουθώ τι γίνεται εδώ, στην Αθήνα και τη νύχτα της. Άλλωστε, με έναν τρόπο είμαι ακόμη μέρος της. Κι αυτό που διαπιστώνω είναι πως πλέον ο κόσμος δεν βγαίνει στα μαγαζιά. Βγαίνει ένα συγκεκριμένο target group, που είναι τόσο λίγοι πια που αρχίζουμε να τους γνωρίζουμε προσωπικά. Όταν δεν υπάρχει ρευστό, θα κοιτάξεις πρώτα να φας, μετά να ντυθείς και μετά τα «μπλα μπλα». Εμείς ανήκουμε στα «μπλα μπλα»!
– Έχεις ζήσει τις εποχές που τα μαγαζιά δούλευαν επτά μέρες την εβδομάδα…
Αυτό δεν θέλω ούτε να το θυμάμαι. Δύσκολο πολύ! Βέβαια, τότε ήμουν ακόμη νιάτο. Τώρα δεν θα μπορούσα να το κάνω με τίποτα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
– Όπως έχεις ζήσει και τις αλόγιστες σπατάλες εκείνων των χρόνων.
Όλοι δεν τις κάναμε; Aγοράζαμε διάφορα άχρηστα για να δείξουμε πιο φανταχτεροί. Κι εγώ κάποια στιγμή πήρα το αυτοκίνητο που μπορεί να μην ήταν τόσο καλό αλλά σίγουρα ήταν μουράτο. Ανέκαθεν ο Έλληνας ήταν της επίδειξης και της φασαρίας. Με τα χρόνια έφυγαν αυτά. Στη δική μου ζωή θέλω πλέον την ουσία. Αν δεν με πάει κάπου η βόλτα, δεν με ενδιαφέρει.
– Αυτό θα έλεγες πως είναι σημάδι ωρίμανσης; Πότε αλήθεια ωριμάζουν οι άντρες;
Σίγουρα μετά τις γυναίκες. Υπάρχουν βέβαια άντρες που έχουν καταλαγιάσει από τα 30 τους. Εγώ στα 30 δεν άνοιγα καν την πόρτα. Περνούσα μέσα από την πόρτα!
– Πράγματι, είσαι από τους συνεντευξιαζόμενους που δεν τους ρωτάς τι τρέλες έχουν κάνει στη ζωή τους αλλά αν έχουν κάνει κάτι που να θεωρείται νορμάλ.
Zoύσα στα κόκκινα! Ακόμα ζω στα κόκκινα, βασικά! Απλώς φροντίζω πλέον να υπάρχουν λίγα και καλά πράγματα στην καθημερινότητά μου. Το ένα είναι η μουσική και το άλλο η ζωή στη Λήμνο, όπου έχω κάποιες μεγάλες μου αγάπες εκεί. Από τους παιδικούς μου φίλους και την ομορφιά του νησιού μέχρι το ότι μυρίζω ακόμη τη μάνα μου που ζει στο διπλανό χωριό. Έχω και το φουσκωτό, που, όταν μου τη δώσει, το παίρνω και πάω για ψάρεμα. Αλλά και το εργαστήρι που φτιάχνω διάφορες ξύλινες κατασκευές. Με τη γυναίκα μου έχουμε περάσει πλέον σε ένα άλλο βιοτικό επίπεδο. Τρώμε πιο υγιεινά, ζούμε πιο ήσυχα, όλα μου κάνουν ωραία εκεί. Πίστεψέ με, αν συνέχιζα να μένω εδώ, θα ήμουν μαραζωμένος. Και τώρα θα τσακωνόμασταν, δεν θα τα λέγαμε.
– Θα έλεγες για τον εαυτό σου πως είσαι εύκολος συνεργάτης;
Στη δουλειά μου θεωρούμαι δύσκολος, αλλά αν καταλάβεις τι θέλω και πώς λειτουργώ, δεν διατρέχεις κίνδυνο. Τα περισσότερα μεγάλα ονόματα της μουσικής κάθε χρόνο αλλάζουν ορχήστρα γιατί τσακώνονται. Και μετά βγαίνω εγώ ο στριμμένος που έχω από το 2008 την ίδια μπάντα. Ε, πώς γίνεται αυτό;
– Πόσες φορές έχεις τσακωθεί με την μπάντα;
Πολύ λίγες! Υπάρχουν κάποια «καλά παιδιά» της μουσικής που είναι τόσο… «καλά παιδιά» που δεν μιλιούνται με τους μισούς Έλληνες καλλιτέχνες. Εγώ δεν κάνω τέτοια!
– Γέμισε ο χώρος σας με «καλά παιδιά»;
Αυτό πού το πας; Προτιμώ να ’μαι το κακό παιδί! Γιατί έχω γνωρίσει κάτι καλόπαιδα που αποδείχτηκαν τα χειρότερα. Γενικά, μου αρέσουν οι άνθρωποι που ό,τι έχουν να πουν σ’ το λένε ευθέως, με καλό ή κακό τρόπο, αλλά ευθέως! Έχω σιχαθεί τους διπλωμάτες που κάνουν τα πάντα για να πετύχουν έναν ματαιόδοξο σκοπό. Νιώθουν σπουδαίοι και είναι τόσο τεράστια η ανάγκη τους για αυτοπροβολή. Δυστυχώς, έχουν δει πολλά τα μάτια μου σ’ αυτή τη δουλειά…
– Και όταν πρέπει να συνεργαστείς μαζί τους, τι κάνεις;
Γι’ αυτό υπάρχουν τα διαφορετικά καμαρίνια. (γέλια)
– Οι δύο γιοι σου ασχολούνται με τη μουσική. Θα τους συμβούλευες να αλλάξουν επίθετο για να αποφύγουν τυχόν συγκρίσεις;
Τους το έχω πει μεταξύ σοβαρού και αστείου. Στη θέση τους θα το έκανα γιατί δεν είναι δίκαιο να τους συγκρίνουν με μένα, είναι πολύ μοναδικές περιπτώσεις καλλιτεχνών και όλο αυτό γίνεται άθελά τους. Έχω πειστεί ότι το όνομά μου μόνο κακό μπορεί να τους κάνει.
– Πόσο χρόνων είναι σήμερα;
Ο Δημήτρης είναι 31 και ο Ανδρέας 28. Έχω και δύο κόρες, τη Δέσποινα, 20 χρόνων, και τη Μέλια στα 11.
– Υπήρξες καλός πατέρας;
Δεν είμαι ο κατάλληλος να το απαντήσω αυτό. Για να μιλάμε ειλικρινά, όμως, δεν υπήρξα σωστός πατέρας. Ο σωστός πατέρας είναι εκεί! Εγώ πώς θα είμαι σωστός πατέρας αφού δεν ζω μαζί τους; Θα ήθελα, όμως, οι φίλοι τους, οι γονείς των φίλων τους και η κοινωνία να πουν κάποια στιγμή ότι έχω σπουδαία παιδιά!
Φωτογραφίες: Νίκος Μαλιάκος
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ