“Δεν ξέρω αν είμαι ευτυχισμένη, αλλά είμαι ευλογημένη!”, αποκαλύπτει η Μαρινέλλα και μιλά ανοιτά για όλους και για όλα. Σε συνέντευξή της στο Down Town Κύπρου, η γνωστή τραγουδίστρια μίλησε για τα δύσκολα χρόνια, τις αγαπημένες της συνήθειες και όλα όσα δεν γνωρίζουμε για εκείνη!
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Πρέπει να είστε πολύ αισιόδοξος άνθρωπος, για να σας αρέσει τόσο πολύ το φως…
Πάρα πολύ! Δεν μ’ αρέσει να είμαι μουρτζούφλα, να είμαι γκρινιάρα, να βλέπω τα πράγματα μισοάδεια. Το πρωί ξυπνάω πάντοτε με γέλιο.
Δεν υπήρξαν ποτέ δυσκολίες που να σας κατέβαλαν;
Ουουουου πάρα-πάρα πολλές δυσκολίες. Αν νομίζεις ότι όλα είναι καλώς καμωμένα, είσαι γελασμένος. Δεν είναι έτσι. Έχω πεινάσει, όπως ξέρεις, πολύ στη ζωή μου, αλλά αυτό δεν μ’ έκανε να μην πω: «Αύριο θα ‘ρθει μια άλλη μέρα κι αυτή θα είναι καλύτερη!». Τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου, χαίρονται που είμαι με το γέλιο, με την πλάκα, με το καλαμπούρι, με την καλή διάθεση. Ποτέ, άλλωστε, δεν μετέφερα στο σπίτι μου στεναχώριες. Γιατί, δεν χρειάζεται να στενοχωριούνται οι δικοί μου. Πάντα το είχα αυτό. Έτσι λειτουργώ. Σκέφτομαι: «Γιατί να στενοχωρώ την κόρη μου, την αδελφή μου, τ’ ανίψια μου, τον γαμπρό μου; Αφού θα περάσει κι αυτό!».
Και πού το εξωτερικεύετε;
Στις φίλες μου! Αν και μαζί τους μ’ αρέσει να βγούμε για να γελάσουμε. Να πούμε πέντε σαχλαμάρες, κανά κουτσομπολιό, για να ξεδώσουμε από αυτά που μας απασχολούν και να πούμε: «Ναι, βρε παιδί μου, ακόμη και το ποτήρι το κρασί να το ευχαριστηθούμε». Αν αρχίσει κανείς την γκρίνια κι αυτό το πολιτικό, το τι έκανε ο Τσίπρας, τι δεν έκανε, πού μας ρίχνει κι αν πάμε στα τάρταρα, λέω: «Αν ξαναμιλήσετε πολιτικά εγώ φεύγω, θα πάω σ’ ένα τραπεζάκι να καθίσω μόνη μου».
Έχετε πολλούς φίλους;
Έχω σημαντικούς φίλους. Κι είναι ωραίο να ‘χεις πέντε-έξι φίλους! Διαλέγω, όμως, ποιοι θα ‘ναι φίλοι μου. Και τους αφήνω να με διαλέξουν κι αυτοί. Και προπαντός αυτό: μη θελήσεις ποτέ, αφού τον κάνεις φίλο σου τον άλλον, να αλλάξεις κάτι απ’ αυτόν. Πρέπει να τον παίρνεις όπως είναι.
Η δυναμικότητα που έχετε ως γυναίκα από πού προκύπτει; Από τον τρόπο που μεγαλώσατε;
Έτσι γεννήθηκα. Ο πατέρας μου, η μάνα μου, τ’ αδέλφια μου, ήταν όλοι αισιόδοξοι. Αν έπεφτε κάτω ο ένας, οι στυλοβάτες -δηλαδή η οικογένεια και οι συγγενείς- κάναμε ένα ωπ, τον πιάναμε, λιγάκι να τον σηκώσουμε, να του δείξουμε πως εδώ είμαστε, πως όλοι μαζί θα περάσουμε και το απάγκιο αυτό. Είναι θέμα γονιδιακό. Δεν είχαμε να φάμε και λέγαμε: «Εντάξει, μια χαρά. Ψωμί και ζάχαρη». Κυριολεκτώ σ’ αυτό που λέω. Το κατσούφιασμα μόνο πιο κάτω μας πάει. Θα το κουβεντιάσω μόνο μ’ εκείνον που πραγματικά υποφέρει – και τα πραγματικά προβλήματα είναι μόνο τα προβλήματα υγείας. Λέω: «Είμαι εδώ, μοιράσου τη στεναχώρια σου, μοιράσου το τι έχεις μέσα σου». Ας μου χτυπήσει ο άλλος το κουδούνι 3 η ώρα το πρωί. Θα πω: «Μη σε νοιάζει, εγώ είμαι εδώ για σένα!». Κι αν τ’ ακούσω αυτό κι εγώ από ένα φίλο, νομίζω πως έχω προσκεφάλι να πέσω και να πλαγιάσω. Αχ, αν ξέραμε οι άνθρωποι τη δύναμη της ζωής…
Έχετε στεναχωρηθεί ποτέ από έρωτα;
Βεβαίως. Και στεναχωρήθηκα πολύ, και έκλαψα πολύ, και στα πατώματα έπεσα…
Δεν μπορώ να το φανταστώ για σας αυτό…
Γιατί; Αλίμονο! Καρδιά έχουμε. Και τη διαθέσαμε όπως μπορούσαμε.
Κλαίτε συχνά;
Πώς δεν κλαίω; Εδώ πέρα βλέπω ελληνικό έργο που το ‘χω δει άλλες τόσες φορές και με πιάνουν πάντα τα κλάματα στο ίδιο σημείο (γελάει). Σαν χαζή είμαι. Με παίρνει η αδελφή μου και μου λέει: «Ε, δεν τρώγεσαι! Πάλι κλαις; Αφού το ‘χεις ξαναδεί!».
Υπάρχουν πράγματα που σας λείπουν σήμερα; Ή είστε πλήρης;
Πάντα ήμουν γεμάτη. Δεν ζήτησα ποτέ τίποτα. Ακόμη κι όταν απέκτησα σπίτι κι αυτοκίνητο, ποτέ δεν είπα: «Αχ, να είχα μια αυτοκινητάρα της τάδε μάρκας». Εδώ και κάποια χρόνια, έχω το ίδιο μικρό αυτοκίνητο – όχι διθέσιο, όμως, για να χωράνε μέσα τα εγγόνια μου και να τα πηγαίνω βόλτες. Ούτε τα φουστάνια μ’ ένοιαξαν ποτέ, ποτέ δεν τα ζήλεψα. Αν με δεις πώς κυκλοφορώ στο σουπερμάρκετ και στα μανάβικα… Έχω πολλή πλάκα!
Πώς κυκλοφορείτε;
Σαν λέτσος.
Δεν σας νοιάζει τι θα πουν για σας;
Δεν με απασχολεί καθόλου. Τους λέω: «Καλημέρα σας, κυρία μου. Ποιο απορρυπαντικό παίρνετε που είναι καλό να το πάρω κι εγώ;». Βλέπω μερικές που έρχονται με κάγκελο τη βλεφαρίδα και λέω: «Χριστέ μου!». Κι εγώ είμαι ό,τι χειρότερο. Κάποιες άλλες μου λένε: «Αχ, κυρία Μαρινέλλα, δεν σας γνώρισα απ’ τον τρόπο που είστε ντυμένη». Και τους απαντάω: «Δηλαδή, τι περίμενες; Να έρθω στο μανάβη με παγιέτα;». Ακόμη κι όταν πηγαίνω για φαγητό με τους φίλους μου, δεν βάφομαι ποτέ. Μόνο στις συναυλίες μου το κάνω αυτό. Κραγιόν βάζω μόνο όταν τραγουδάω.
Ποτέ δεν πιστέψατε ότι είστε μία καλή τραγουδίστρια;
Ούτε αυτό. Αλλά πιστεύω ότι κάνω καλά τη δουλειά μου. Αυτό, ναι. Τώρα, αν είμαι καλή τραγουδίστρια, θα το κρίνει ο κόσμος.
Το έχει κρίνει ήδη…
Άμα έχεις 60 χρόνια σ’ αυτή τη δουλειά, υπάρχεις, κι έχεις μεγαλώσει γενιές, ναι, νομίζω πως έχει κρίνει, σ’ έχει περάσει από κόσκινο και ξέρει πια. Σκέψου πως στις εμφανίσεις μου έρχονται άνθρωποι που ήταν παιδιά, έγιναν γονείς, τα παιδιά τους έκαναν παιδιά και φέρνουν μαζί τους τα παιδιά των παιδιών τους. Κι εγώ υπάρχω. Αυτό, όμως, δεν συμβαίνει μόνο επειδή «είμαι καλή τραγουδίστρια». Γιατί πρέπει η κατάθεση που κάνεις στη ζωή σου να έχει και τον ανάλογο αντίκτυπο. Κι ο κόσμος έχει κρίνει με βάση αυτό που έχεις καταθέσει και ως στάση ζωής: θεωρώ πως είμαι καλή οικογενειάρχης, δεν προκαλώ, δεν καπνίζω, δεν πίνω – όχι ότι είναι κακό για τους άλλους που το κάνουν… Σκέψου πως κάποτε κάπνιζα πέντε πακέτα την ημέρα! Αλλά το ‘κοψα.
Γιατί συνεχίζετε να τραγουδάτε;
Πρώτον, γιατί μ’ αρέσει. Δεύτερον, επειδή ακόμη, αυτό που λέγεται λαιμός, πάει πάρα πολύ καλά. Νομίζω ότι τραγουδάω καλύτερα από πέρσι και πέρσι από πρόπερσι. Θέλω να σου πω, πως κάθε φέτος τραγουδάω καλύτερα. Το νιώθω. Το απολαμβάνει κι ο κόσμος. Πολλές φορές τους ακούω από κάτω να λένε: «Τι γίνεται βρε παιδιά; Με play back τραγουδάει;». Αυτό, όμως, πρέπει να ξέρεις, δεν οφείλεται μόνο στο λαρύγγι, αλλά επειδή κι ο ηχολήπτης που βρίσκεται κάτω, ο Γιάννης Σμυρναίος, με τον οποίο δουλεύουμε μαζί επί 40 χρόνια, ακούει πώς είμαι τη συγκεκριμένη μέρα. Μία μέρα μπορεί να είμαι άρρωστη, μία μέρα μπορεί να χαμηλώσω τον τόνο, μία άλλη μπορεί να έχω βραχνιάσει – αφήνομαι στον συνεργάτη μου και κάνει τη δουλειά του όπως πρέπει. Συνήθως τα νέα παιδιά δεν το κάνουν αυτό. Τους ακούνε σε μία πρόβα, «κλειδώνουν» τη φωνή τους κάπου και μένουν εκεί. Αλλά, δεν τους ακούνε την ώρα που τραγουδούν και δεν τους βοηθάνε. Εγώ, όμως, δεν θέλω να πουν για μένα: «Α, σήμερα δεν ήταν καλή, δεν τραγούδησε καλά!».
Σήμερα, γιατί δεν υπάρχει μια νέα Μαρινέλλα;
Αυτό δεν θα ‘ταν ωραίο για τα νέα κορίτσια. Καμία δεν πρέπει να μοιάζει με άλλη. Ξέρεις γιατί είναι καλή τραγουδίστρια η Νατάσσα Θεοδωρίδου; Γιατί έχει το δικό της στιλ. Ενώ ακούς πολλές νέες τραγουδίστριες και δεν ξεχωρίζεις ποια είναι. Παλιά διαφέραμε όλες: η Μοσχολιού, η Χαρούλα, η Δήμητρα, η Άλκηστη, η Λίτσα Διαμάντη, η Δούκισσα. Άκουγες ένα τραγούδι κι έλεγες: «Αυτή είναι η Χαρούλα Αλεξίου!». Ενώ τώρα λες: «Ποια είναι αυτή;». Για φαντάσου εκείνη την εποχή να είχαμε μιμηθεί και να ‘μασταν όλες Μαρίκα Νίνου. Βαρετό. Και πάντα θα πέφτεις στη σύγκριση.
Πιστεύετε πως είστε καλή γιαγιά;
Νομίζω πως ναι. Η μικρή είναι 10 χρόνων και ο εγγονός μου 14. Όσο μπορώ βοηθάω. Είναι οι λατρείες μου!
Περήφανα εγγόνια…
Μα, δεν τους δείχνω ότι είμαι η Μαρινέλλα! Είσαι με τα καλά σου; Δεν έχουμε τέτοια προβλήματα μέσα στο σπίτι. Άντε καλέ! Είμαι απλά η γιαγιά τους. Και το θέμα είναι να μπορείς ν’ αλλάζεις ρόλους: γιαγιά, μαμά, φίλη, θεία, πεθερά, αδελφή, τραγουδίστρια.
Τελευταία η «τραγουδίστρια»;
Μα, τελευταία τη βάζω! Αχ, αγόρι μου. Προηγείται η οικογένεια. Αυτό κράτα το. Αν δεν υπάρχει η οικογένεια, δεν υπάρχει τίποτε. Απ’ την οικογένεια ξεκινούν τα πάντα! Λέει μια παροιμία: «Από πού είσαι κλωναράκι; Από ‘κείνο το δεντράκι». Έτσι συμβαίνει και στη ζωή.
Ένας άντρας δεν σας λείπει;
Πάει και το ζεϊμπέκικο, μπήκε. Πλάκα μου κάνεις, παιδάκι μου; Εδώ και χρόοοονια είμαι μόνη μου. Στάσου, γιατί με βγάζεις απ’ τα ρούχα μου! Τι να τον κάνω τον άντρα; Και τι να με κάνει; Σύντροφο; Και τι να τον κάνω τον σύντροφο; Για να μοιράζει ο ένας στον άλλον χαμομήλι;
Τι άλλο προσδοκάτε από τη ζωή σας πια;
Τίποτα. Ό,τι μου ‘ρχεται είναι καλώς καμωμένο. Δεν επιδιώκω και δεν ζητάω τίποτε. Κάνω τον σταυρό μου πάντοτε, για να ‘χουμε την υγεία μας. Αυτό μόνο θέλω. Όχι μόνο εγώ. Όλος ο κόσμος! Για τα παιδιά μου, για τα εγγόνια μου, για τα παιδιά όλου του κόσμου, να δουν καλύτερες μέρες. Η γενιά η δική μου τελειώσαμε κι η επόμενη όπου να ‘ναι. Αλλά για σας, για τα νέα παιδιά… Πολύ λυπάμαι, αλλά ούτε τα εγγόνια μου και προπαντός ούτε τα παιδιά των εγγονιών μου θα δουν την κατάσταση και την Ελλάδα καλή και λεύτερη. Άσε, να μην πιάσουμε αυτή την κουβέντα, γιατί είναι βαριά.
Νομίζω πως πρέπει να ‘στε πολύ ευτυχισμένος άνθρωπος…
Δεν ξέρω για ευτυχία, αλλά ευλογία, ναι, έχω. Και χαρά: για το καθετί που μου συμβαίνει. Με χαρά έρχομαι, για παράδειγμα, τώρα στην Κύπρο! Γιατί οι άνθρωποι εκεί με θεωρείτε πολύ δικό σας άτομο. Επίσης, χαίρομαι που αυτό το ταξίδι μου, αυτή τη φορά, θα το κάνω με τον φίλο μου, τον τόσο ταλαντούχο, Τάκη Ζαχαράτο. Πάντα τον παρακολουθούσα. Γιατί εκτός του γεγονότος ότι μιμείται καταπληκτικά, μπαίνει και μέσα στην ψυχή του ρόλου. Μια φορά μπερδεύτηκα: νόμιζα πως είμαι στη σκηνή, αλλά καθόμουν στην πλατεία (γελάει). Τι σου ‘λεγα; Ευχαριστώ, λοιπόν, τον Κύριο κάθε μέρα, κάθε ώρα. Διότι σκέφτομαι: «Πρέπει να ‘κανα κάτι καλό στη ζωή για να ‘μαι τόσο ευλογημένη». Ο Θεός, άλλωστε, ξέρει πού δίνει και τι. Γιατί απλώνει το χέρι του και δίνει. Με τη διαφορά ότι άλλοι μπορούν και πορεύονται μ’ αυτά, τα βλέπουν και τα κάνουν διπλά και τριπλά -και δεν μιλάω για λεφτά- και άλλοι όχι. «Εμ, δεν είμαι τυχερός εγώ στη ζωή!», λένε κάποιοι. Όλοι είμαστε! Απλώς, είμαστε τεμπέληδες, αγνώμονες και δεν απλώνουμε το χεράκι να πιάσουμε το καλό που περνάει από δίπλα μας. Δεν το βλέπουμε! Εγώ πορεύομαι μ’ αυτό το δώρο που μου ‘δωσε ο Θεός, το οποίο κοιτάω πώς να το επιστρέψω στον κόσμο, όλα αυτά τα 60 χρόνια που τραγουδάω. Γιατί δεν είναι δικό μου δώρο. Τι ωραίο να βλέπω τους ανθρώπους να φεύγουν ικανοποιημένοι και με γεμάτη την ψυχή τους. Αυτό πώς να μη μου δίνει χαρά!
Διάβασε περισσότερα στο Down Town που κυκλοφορεί!
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ