Το βράδυ της Δευτέρας οι συντελεστές της παράστασης “Ξενοδοχείον ο Παράδεισος” υποδέχτηκαν στο θέατρο Αλάμπρα αγαπημένους φίλους και συναδέλφους προκειμένου να γιορτάσουν την επιτυχία της παράστασης. Από αυτή την βραδιά, λοιπόν, δεν θα μπορούσε να λείπει η Βάνα Ραμπότα, η οποία θέλησε να καμαρώσει γι’ ακόμα μια φορά επί σκηνής τον σύντροφό της, Βασίλης Κούκουρας, ο οποίος συμμετέχει στην παράσταση.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οι δυο τους μετρούν πολλά χρόνια κοινής πορείας, αν και έχουν επιλέξει να κρατούν πολύ χαμηλούς τόνους στη σχέση τους. Οι γνωστοί ηθοποιοί έχουν καταφέρει να βρουν μια ισορροπία στο δεσμό τους και να πορεύονται ευτυχισμένοι μέσα στα χρόνια. Μπορεί σπάνια να τους συναντάμε σε βραδινές εξόδους, μιας και αποφεύγουν τα κοσμοπολίτικα μέρη, όμως οι δυο τους είναι full in love! Ο φωτογραφικός φακός βρέθηκε στο θέατρο Αλάμπρα και απαθανάτισε το ζευγάρι, το οποίο πόζαρε αγκαλιασμένο και χαμογελαστό στο φακό.
Δες φωτογραφίες:
Λίγα λόγια για την παράσταση:
Το «Ξενοδοχείον Ο Παράδεισος», των Georges Feydeau & Maurice Desvallieres, είναι ένα από τα πιο γνωστά έργα του Georges Feydeau, ο οποίος το έγραψε σε συνεργασία με τον Γάλλο συγγραφέα Maurice Desvallieres το 1894.
Στο «Ξενοδοχείον Ο Παράδεισος», ανικανοποίητοι σύζυγοι καταφεύγουν σε ένα «ξενοδοχείο παράνομων συναντήσεων» για να εκδικηθούν τα ταίρια τους…. Σε όποια κατεύθυνση κι αν στραφούν οι ήρωες σε όποιο δωμάτιο κι αν χωθούν, όποια σκάλα κι αν ανέβουν, βρίσκουν μπροστά τους ανθρώπους που δε θέλουν να συναντήσουν και που φράζουν κάθε διέξοδο. Σύμφωνα με έναν σύγχρονο του Φεϋντώ, στόχος του συγγραφέα ήταν να φέρει το γρηγορότερο σε αντιπαράθεση ακριβώς τα πρόσωπα εκείνα που δεν θα έπρεπε σε καμιά περίπτωση να συναντηθούν.
Σε μια «φάρσα χιονοστιβάδα» το αποτέλεσμα των συναντήσεων αυτών προκαλεί ασυγκράτητο γέλιο.
Κεντρικό θέμα του έργου, οι συνήθεις συµφορές της συζυγικής ζωής και ένα βλέμμα χωρίς καμμία παραχώρηση που ρίχνει ο συγγραφέας στους μικροαστούς της εποχής και στον ιερό θεσμό του γάμου. Δύο ζευγάρια, συνέταιροι και φίλοι, που ζουν στο Παρίσι της Μπελ Επόκ, είναι η καρδιά του έργου. Από τη μια, οι Πινγκλέτ: μετρούν 20 χρόνια γάμου και περίπου άλλα τόσα ανυπόκριτης κούρασης σε βαθμό αηδίας. Ο εργολάβος Μπενουά Πινγκλέτ καταπιέζεται, συνθλίβεται, από την Ανζελίκ, τη δύστροπη σύζυγό του, μια μέγαιρα που τον έχει ευνουχίσει και που δεν έχει τίποτε το αγγελικό. Από την άλλη, οι Παλιαρντέν: αυτοί είναι παντρεμένοι µόνο δέκα χρόνια, αλλά το πάθος δεν είχε διάρκεια. Ο κύριος παραμελεί την κυρία. Εκείνη, ανικανοποίητη και πικαρισμένη από την αδιαφορία του συζύγου της, πείθεται από το συνεταίρο και φίλο τους να ενδώσει στη μοιχεία για να δώσει ένα παραδειγματικό μάθημα στο αδιάφορο έτερό της ήμισυ. Γύρω από αυτήν την απολαυστική τετράδα, κινούνται ένας επαρχιώτης δικηγόρος, βραδύγλωσσος και κολλιτσίδα, φορτωμένος µε τις τρεις καθόλου συµπαθητικές κορούλες του που μόλις έχουν βγει από το μοναστήρι, ένας ανηψιός ακόμη παρθένος, και μία καθόλου ντροπαλή υπηρέτρια. Όλοι αυτοί θα βρεθούν, στην οδό Προβηγκίας, αριθμός 220, σε ένα ξενοδοχείο «ειδικό για παντρεμένους κατά ζεύγος ή κατά μόνας». Σε όποια κατεύθυνση όμως και να στραφούν οι ήρωες στο ξενοδοχείο αυτό, που εγγυάται στα παράνομα ζευγάρια «ασφάλεια και διακριτικότητα», όποια σκάλα κι αν ανέβουν, σε όποιο δωμάτιο και να µπουν, πάντοτε βρίσκουν μπροστά τους ανθρώπους που δεν θέλουν να συναντήσουν και που τους φράζουν κάθε διέξοδο. Η ρεσεψιονίστ του ξενοδοχείου και ο ιδιαίτερος καμαριέρης της, ένας αστυνομικός που καραδοκεί να ξεσκεπάσει την αμαρτία, όλοι συνθέτουν το σκηνικό της θεοπάλαβης αυτής φάρσας.
Φωτογραφίες: Πέτρος Χόντος
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ