Μπορεί η επιστημονική κοινότητα να έχει καταλήξει πως η κατάλληλη ηλικία για να αποκτήσει μια γυναίκα παιδί είναι στα 32 χρόνια της (όπως έχουμε δει εδώ), μιας και τότε βρίσκεται στο peak της γονιμότητάς της, ωστόσο μία νέα έρευνα έρχεται να απαλλάξει κάθε γυναίκα και μέλλουσα μητέρα από το άγχος της έκβασης της εγκυμοσύνης της που έως τώρα συνδεόταν με την ηλικία της! Πρόσφατη έρευνα, που δημοσιεύτηκε στην Αμερικανική Περιοδική Έκδοση Επιδημιολογίας, ανακάλυψε πως η ηλικία της μητέρας δεν ευθύνεται για τις αυξημένες πιθανότητες επιπλοκών, όπως ο πρόωρος τοκετός ή το χαμηλό βάρος γέννησης του βρέφους. Αντιθέτως, οι επιστήμονες συνέδεσαν αυτές τις επιπτώσεις με “ατομικές καταστάσεις στη ζωή των γονιών ή τη συμπεριφορά που είναι πιο κοινή ανάμεσα σε ενήλικες”.
Μία από τις παλαιότερες θεωρήσεις, σχετικά με τον παράγοντα “ηλικία”, ήθελε τις γυναίκες οι οποίες έχουν συμπληρώσει ή ξεπεράσει τα 35 έτη, να διατρέχουν ίδιο κίνδυνο εμφάνισης Συνδρόμου Down στο βρέφος τους, όσο και αποβολής κατά τη διάρκεια της αμνιοπαρακέντησης -της εξέτασης που ελέγχει τις γενετικές ανωμαλίες. Ωστόσο, αυτός ο κίνδυνος έχει πλέον εκμηδενιστεί σε ποσοστό 1/1000 χάρη στην ανεπτυγμένη και μη παρεμβατική τεχνολογία, που χρησιμοποιείται.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η ηλικία, λοιπόν, από μόνη της δεν είναι καθοριστικός παράγοντας για την καλή ή μη έκβαση μιας εγκυμοσύνης. Αντιθέτως, οι μεμονωμένες ατομικές συνθήκες είναι εκείνες από τις οποίες εξαρτάται μια επιτυχής κύηση. Αν, για παράδειγμα, μια γυναίκα είχε μια καλή εμπειρία εγκυμοσύνης νωρίτερα, το ίδιο θα ισχύσει και μετά τα 35 έτη της. Παρ’ όλα αυτά, ιδιαιτέρως σημαντικά στοιχεία για την πορεία μιας εγκυμοσύνης είναι το υγιές βάρος και η σωματική άσκηση της μητέρας, που μειώνουν τον κίνδυνο πρόκλησης διαβήτη κύησης και προεκλαμψίας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ