Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα σε μωρά και σε παιδιά; Είναι δυνατόν;
Ο παιδίατρος Σπύρος Μαζάνης μιλάει για όλα όσα πρέπει να ξέρεις και να προστατέψεις το παιδί σου…
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αν και ακούγεται παράξενο τα μωρά και τα παιδιά μπορεί να νοσήσουν από τα λεγόμενα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα και η λοίμωξη μπορεί να προέλθει είτε κατά την διάρκεια της ενδομήτριας ζωής, είτε κατά την διάρκεια του τοκετού, είτε σε μόλυνση στην μετέπειτα ζωή.
Όταν σε ένα μωρό ή παιδί διαπιστώνεται ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα έχουμε πάντα στο μυαλό μας να αποκλείσουμε την περίπτωση της σεξουαλικής κακοποίησης.
ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΙ
Η αντιμετώπιση ενός παιδιού με σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα χρειάζεται τη συνεργασία πολλών υποειδικοτήτων της παιδιατρικής όπως παιδοδερματολόγοι, παιδοψυχίατροι, μικροβιολόγοι αλλά και κοινωνικών φορέων ώσπου κατά την διάρκεια της έρευνας και της θεραπείας να προστατευτεί όσο είναι δυνατόν η σωματική και η ψυχική υγεία του παιδιού.
Όσον αφορά τους εφήβους η συχνότητα των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων είναι πολύ υψηλή ειδικότερα σε παιδιά κάτω των 15 ετών διότι από τη φύση της αυτή η ηλικία βιολογικά είναι πιο ευπαθής στις αρρώστιες και διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο μόλυνσης επειδή συνήθως δεν παίρνουν προφυλαχτικά μέτρα και δεν εμπλέκονται σε μονογαμικές σχέσεις μεγάλης διάρκειας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ
Τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα σε βρέφη και παιδιά είναι τα εξής:
1. ΣΥΦΙΛΗ: Έστω και αν ακούγεται παράξενο ακόμα και σήμερα η σύφιλη είναι παρούσα. Η αιτία που την προκαλεί είναι ένα μικρόβιο που ονομάζεται ωχρά σπειροχαίτη.
Μεταδίδεται: Τις περισσότερες φορές η σύφιλη μεταδίδεται από την μητέρα στο νεογέννητο κατά την διάρκεια του τοκετού αλλά και πάρα πολλές φορές η μόλυνση γίνεται κατά τη διάρκεια που το έμβρυο βρίσκεται στην κοιλιά της μαμάς του.
Σε αυτή την περίπτωση το μικρόβιο από το αίμα της μαμάς περνάει στον πλακούντα και από κει στο έμβρυο. Ο κίνδυνος της μόλυνσης του εμβρύου σχετίζεται με το σε ποιο στάδιο βρίσκεται η σύφιλη της μητέρας.
Όλα τα νεότερα δεδομένα που υπάρχουν σήμερα αποδεικνύουν ότι η μόλυνση μπορεί να προκύψει σε οποιοδήποτε στάδιο της κύησης και η πιθανότητα αυξάνει καθώς προχωράει η εγκυμοσύνη.
Εάν ένα νεογέννητο γεννηθεί με σύφιλη η νόσος μπορεί να προσβάλλει σχεδόν όλα τα όργανα και τα συστήματα του παιδιού όπως: δερματικές βλάβες, βλάβες των βλεννογόνων, αιματολογικές βλάβες με μορφή αναιμίας, βλάβες στα νεφρά όπως νεφροσικό σύνδρομο, βλάβες στο συκώτι και στον σπλήνα με διόγκωσή τους, βλάβη στα οστά όπου στο 80% των νεογνών μπορεί να παρουσιαστούν κατάγματα, βλάβες στο κεντρικό νευρικό σύστημα όπου σε μεγάλο ποσοστό μπορεί να παρουσιαστεί μηνιγγίτιδα, βλάβες στους οφθαλμούς που μπορεί να παρουσιαστεί γλαύκωμα, βλάβες στα αυτιά όπου μπορεί να προκαλέσει κώφωση και πολλές άλλες βλάβες.
Θεραπεύεται: Αφού γίνει η διάγνωση με την ανεύρεση της ωχράς σπειροχαίτης σε άμεσα παρασκευάσματα των ασθενών τότε η θεραπεία γίνεται με την παρεντερική χορήγηση πενικιλίνης.
2. ΓΟΝΟΚΟΚΚΙΚΗ ΛΟΙΜΩΞΗ: Το μικρόβιο μεισσέρια του γονόκοκκου προσβάλει μόνο τους ανθρώπους και είναι η γνωστή βλεννόρροια ή γονόρροια.
Μεταδίδεται: με την σεξουαλική επαφή αλλά και με την έκθεση του νεογνού κατά τη διάρκεια του τοκετού σε μολυσμένες εκκρίσεις της μητέρας. Σε παιδιά προεφηβικής ηλικίας μπορεί να μεταδοθεί και με στενή μη σεξουαλική επαφή (πχ χάδια).
Βέβαια σε κάθε περίπτωση γονοκοκκικής λοίμωξης ενός παιδιού μετά την νεογνική περίοδο πρέπει να μας βάζει σε υποψία και να ελέγχουμε για σεξουαλική κακοποίηση.
Τα υψηλότερα ποσοστά γονοκοκκικής λοίμωξης σε παιδιά βρίσκονται μεταξύ της ηλικίας 15 και 20 ετών. Ο χρόνος επώασης της νόσου από την στιγμή που θα μολυνθεί ένα παιδί είναι περίπου μία βδομάδα.
Τα συμπτώματα: Τα συμπτώματα που εμφανίζει ένα νεογέννητο όταν προσβληθεί από γονόκοκκο είναι συνήθως στους οφθαλμούς όπου υπάρχει μία πυώδης επιπεφυκίτιδα που αν δεν θεραπευτεί σωστά μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια της όρασης του παιδιού.
Τα παιδιά που βρίσκονται στην προεφηβική ηλικία εάν είναι κορίτσια παρουσιάζουν μία κολπίτιδα, ενώ τα αγόρια παρουσιάζουν ουρηθρίτιδα αλλά και πρωκτική και φαρυγγική λοίμωξη.
Στους εφήβους που έχουν ενεργή σεξουαλική ζωή στα αγόρια η μόλυνση εμφανίζεται με ουρηθρίτιδα, με πυώδες έκκριμα στο στόμιο της ουρήθρας και με έντονο πόνο. Αν η αρρώστια δεν θεραπευτεί σωστά τότε μπορεί να δημιουργηθεί επιδιδυμίτιδα, ορχεοεπιδιδυμίτιδα, προστατίτιδα και άλλες επιπλοκές.
Στα ενεργός σεξουαλικά κορίτσια προσβάλλονται η ουρήθρα, ο τράχηλος της μήτρας και προκαλείται δυσουρία, πόνος κατά την ούρηση, πύων που εκκρίνεται από τον κόλπο καθώς και διαταραχές της περιόδου. Εάν δεν θεραπευτεί σωστά μπορεί να προκληθεί ενδομιθρίτιδα, σαλπιγγίτιδα, έκτοπη κύηση και στειρότητα.
Θεραπεύεται: Η θεραπεία της λοίμωξης γίνεται με ειδική αντιβίωση. Προληπτικά για να αποφευχθεί η γονοκοκκική λοίμωξη έχει καθιερωθεί σε όλα τα μαιευτήρια μόλις γεννιέται ένα παιδί να του βάζουν στους οφθαλμούς ειδικό κολλύριο για την αποφυγή της λοίμωξης.
3. ΧΛΑΜΥΔΙΑ: Τα χλαμύδια είναι ένα μικρόβιο που δημιουργεί λοίμωξη σε νεογνά και εφήβους. Περίπου το 10% των εγκύων γυναικών έχουν χλαμυδιακή λοίμωξη και οι πιθανότητες να μεταδοθεί το μικρόβιο στο νεογέννητο τους είναι 50%. Τα νεογέννητα που μολύνονται μπορούν να παρουσιάσουν σε ποσοστό 30% έως 50% χλαμυδιακή επιπεφυκίτιδα και σε ένα ποσοστό 20% χλαμυδιάκη πνευμονία η οποία εκδηλώνεται με έντονο ξερό παροξυσμικό βήχα, μπούκωμα της μύτης και ωτίτιδα. Τα παιδιά προεφηβικής ηλικίας ιδιαίτερα τα κορίτσια μπορούν να παρουσιάσουν κολπίτιδα. Τα αγόρια που είναι σεξουαλικά ενεργά μπορεί να εμφανίσουν ουρηθρίτιδα με έκκριμα ενός θολερού υγρού και αν δεν θεραπευτεί σωστά μπορεί να δημιουργήσει σε ορχεοεπιδιμιτίδα, προστατίτιδα αλλά και στένωμα της ουρήθρας.
4. ΕΡΠΗΣ ΓΕΝΝΗΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ: Ο έρπητας των γεννητικών οργάνων οφείλεται στον ιό του απλού έρπητα.
Μεταδίδεται: Η μετάδοση του ιού γίνεται από άνθρωπο σε άνθρωπο. Κατά την διάρκεια του τοκετού από την μητέρα στο νεογνό προκαλώντας τον νεογνικό έρπητα, αλλά και αργότερα με σεξουαλική επαφή. Το νεογέννητο συνήθως μολύνεται με την επαφή των εκκρίσεων της μητέρας την στιγμή που βγαίνει από τον γεννητικό σωλήνα. Η πιθανότητα μόλυνσης του νεογνού όταν η μητέρα έχει ερπητική λοίμωξη είναι σχεδόν 50%.
Ο έρπης των γεννητικών οργάνων σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας προκαλείται με την επαφή με μολυσμένες εκκρίσεις και βλάβες κατά την διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.
Τα συμπτώματα: τα συμπτώματα που εμφανίζουν τα νεογέννητα εκδηλώνονται μέχρι και 4 εβδομάδες μετά τη γέννηση. Μπορεί να προσβληθούν πολλά όργανα όπως το συκώτι, οι πνεύμονες, το κεντρικό νευρικό σύστημα όπου μπορεί να προκληθούν σπασμοί, οι οφθαλμοί και το στόμα.
Ο έρπης στα νεογέννητα είναι μια πολύ σοβαρή κατάσταση που απειλείται η ζωή του παιδιού έστω και αν χορηγηθεί ειδική αγωγή για τον ιό. Τα παιδιά και οι σεξουαλικώς ενεργοί έφηβοι εμφανίζουν συμπτώματα στο δέρμα που χαρακτηρίζονται από πολλές συρρέουσες επώδυνες φυσαλίδες. Μπορεί να υπάρχει πυρετός, νευρολογικά συμπτώματα και δυσουρία. Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την πρώτη λοίμωξη ο ιός παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση μέσα στον οργανισμό και αναζωπυρώνεται κατά διαστήματα προκαλώντας συνηθέστερα ασυμπτωματική λοίμωξη αλλά και πολύ συχνά υποτροπή με την μορφή λίγων ομαδοποιημένων επώδυνων φυσαλίδων.
Θεραπεία: Η θεραπεία του έρπητα γίνεται με ειδική αντιβίωση που ονομάζεται ασυκλοβίρη.
5. ΟΞΥΤΕΝΗ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ: Προσβάλλει το γεννητικό σύστημα προκαλώντας είτε οξυτενή κονδυλώματα είτε δυσπλασία του γεννητικού επιθηλίου δηλαδή προκαρκινική κατάσταση και καρκίνο ιδίως του τραχήλου της μήτρας. Αφορά το 40% των εφήβων κοριτσιών. Το χρώμα είναι μπεζ ή καφετί και η έκτασή τους είναι από λίγα χιλιοστά μέχρι και εκατοστά στην περιοχή των γεννητικών οργάνων.
Θεραπεία: Η θεραπεία γίνεται με τοπικές αλοιφές ή και πούδρες αλλά μπορεί να χρειαστεί κρυοθεραπεία ή διαθερμοπληξία ή θεραπεία με λέιζερ ή χορήγηση ιντερφερόνης ή χειρουργική αφαίρεση.
6. ΤΡΙΧΟΜΟΝΑΔΙΚΗ ΚΟΛΠΙΤΙΔΑ: Αυτή η κολπίτιδα οφείλεται στο μικρόβιο τριχομονάδα. Η μόλυνση γίνεται σχεδόν πάντοτε με την σεξουαλική επαφή ενώ στα νεογέννητα μπορεί να προκληθεί και κατά την διάρκεια του τοκετού. Το νόσημα αυτό αποτελεί ένδειξη σεξουαλικής κακοποίησης.
Τα συμπτώματα: τα συμπτώματα είναι με ενοχλήσεις όπως δυσουρία, αφρώδη και δύσοσμα κολπικά υγρά και στα αγόρια μπορεί να εμφανιστεί ουρηθρίτιδα, επιδιδυμίτιδα και προστατίτιδα.
Θεραπεία: Η θεραπεία γίνεται με ειδική αντιβίωση η οποία κρατάει μία εβδομάδα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ