Όταν ένα παιδί αρνείται επίμονα να πάει στο σχολείο λέμε ότι έχει σχολική φοβία, έναν επίμονο φόβο ο οποίος δεν είναι λογικός ή είναι υπερβολικός. Το παιδί τον αναγνωρίζει αλλά αδυνατεί να το ξεπεράσει. H ψυχολόγος-σχολική σύμβουλος Αναστασία Γκοτσοπούλου σου εξηγεί!
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η σχολική φοβία είναι μια αγχώδης διαταραχή και δεν πρέπει να τη συγχέουμε με τις πρώτες αντιδράσεις του παιδιού που πηγαίνει για πρώτη φορά στο σχολείο, οι οποίες είναι φυσιολογικές και εντάσσονται στο πλαίσιο προσαρμογής του σε ένα καινούργιο περιβάλλον. Δεν πρέπει ακόμα να τη συγχέουμε με το φόβο του παιδιού για κάποιο συμμαθητή του ή για κάποιο διαγώνισμα. Η σχολική φοβία αναφέρεται στην άρνηση του παιδιού να παρακολουθεί καθημερινά το σχολείο.
Εμφανίζεται συνήθως στον παιδικό σταθμό ή το νηπιαγωγείο και κορυφώνεται στην ηλικία των 6-7 ετών, στην έναρξη του δημοτικού σχολείου. Το παιδί μπορεί να πει ότι φοβάται να πάει στο σχολείο, ότι φοβάται τη δασκάλα ή ακόμα ότι δεν ξέρει γιατί δεν μπορεί να πάει στο σχολείο. Παρατηρείται επίσης σε παιδιά που είναι σε μετάβαση: από το δημοτικό στο γυμνάσιο. Αποτέλεσμα και των δύο περιπτώσεων είναι οι πολλές απουσίες που κάνει το παιδί.
Γιατί φοβάται;
Δεν υπάρχει συγκεκριμένη εξήγηση για τα αίτια της σχολικής φοβίας. Μπορεί να συμβεί για διάφορους λόγους. Οι πιο κοινοί είναι διάφορα στρεσογόνα γεγονότα στην οικογένεια όπως ασθένεια, θάνατος, διαζύγιο, οικονομικά προβλήματα, ζήλια λόγω μωρού στην οικογένεια που ωθούν το παιδί να θέλει να βρίσκεται στο σπίτι για να ελέγχει τις καταστάσεις ή για να προσέχει και προστατέψει με την παρουσία του τη μητέρα του, αν νιώθει ότι βρίσκεται σε κίνδυνο κ.α.
Άλλη συνηθισμένη αιτία για τη σχολική φοβία είναι το άγχος αποχωρισμού από τη μητέρα. Όταν η σχέση με τη μητέρα είναι πολύ στενή και η μητέρα δυσκολεύεται να αποχωριστεί το παιδί της και το δείχνει στο παιδί ή καλύπτει τις ανάγκες της μέσα από το παιδί ή όταν είναι υπερπροστατευτική, κλειστή, ανασφαλής και διακατέχεται από άγχη και φοβίες, πολλές φορές το παιδί θα επιδιώξει να βρίσκεται μαζί της προκειμένου να τη βοηθήσει. Έτσι, «θυσιάζεται» για χάρη της μητέρας του και μένει σπίτι, αντί να πάει σχολείο.
Πώς εκδηλώνεται;
Τα παιδιά με σχολική φοβία παρουσιάζουν σωματικά συμπτώματα (πονοκεφάλους, στομαχόπονους, ναυτία, ζαλάδες, ενούρηση, νυχτερινούς εφιάλτες, ιδιοτροπίες στο φαγητό κ.α.) κυρίως το πρωί και όταν πρέπει να αναχωρήσουν για το σχολείο όπου μπορεί και να εμφανίσουν συμπτώματα αντικοινωνικής συμπεριφοράς (επιθετικότητα, εκρήξεις θυμού κ.α.). Ελάχιστα συμπτώματα παρατηρούνται τα Σαββατοκύριακα ή τις διακοπές, ενώ αυτά επιδεινώνονται Κυριακή βράδυ και Δευτέρα πρωί. Στις υπόλοιπες δραστηριότητες της ημέρας, το παιδί αντιδρά φυσιολογικά και συμμετέχει ενεργητικά.
Τι πρέπει να κάνει ο γονιός;
Για την αντιμετώπιση της σχολικής φοβίας χρειάζεται οι γονείς να αφιερωθούν στο παιδί για να το βοηθήσουν να ξεπεράσει τη φοβία του.
-Χρειάζεται να δείξουν υπομονή και σταθερότητα στη συμπεριφορά τους, ώστε να δημιουργήσουν ένα κλίμα ασφάλειας και σιγουριάς μέσα στο σπίτι που θα κατευνάσει το άγχος και το φόβο του παιδιού και θα του δείξει ότι αυτό δεν χρειάζεται να ασχολείται με άλλα θέματα και άγχη πέραν του σχολείου του. Ο μπαμπάς και η μαμά είναι δυνατοί και μπορούν να χειριστούν αυτοί, τις όποιες καταστάσεις.
-Οι γονείς χρειάζεται να συζητούν με το παιδί για τη σχολική του ημέρα και να διερευνήσουν τους φόβους του. Κύριο μέλημά τους είναι να επιστρέψει το παιδί στο σχολείο, για να μην δημιουργηθούν κενά και διογκωθεί το πρόβλημα των σχέσεών του με το σχολείο.
-Σε κάθε περίπτωση πρέπει να υπάρχει συνεργασία σχολείου-οικογένειας. Οι δάσκαλοι μπορούν να εξασφαλίσουν οριοθετημένες, μη απειλητικές, υποστηρικτικές τάξεις, βοηθώντας στο αποχωρισμό του παιδιού από τους γονείς του, χρησιμοποιώντας διάφορες αμοιβές, συζητώντας με το παιδί και την οικογένειά του και βοηθώντας το να κάνει νέους φίλους.
-Για την πρόληψη της σχολικής φοβίας οι γονείς καλό είναι να εισάγουν το παιδί από την ηλικία των τριών ετών στον παιδικό σταθμό ιδιαίτερα στην περίπτωση που το παιδί εμφανίζει υπερβολική εξάρτηση προς τους γονείς του. Να το ενθαρρύνουν να συζητά μαζί τους τα συναισθήματα και τους φόβους του αλλά και οι ίδιοι να μοιράζονται μαζί του, ιστορίες από την παιδική τους ηλικία για να μην νιώθει ότι μόνο αυτό αισθάνεται έτσι. Επίσης, να ενισχύουν τις επαφές με συνομηλίκους από τον πρώτο κιόλας χρόνο της ζωής του, έστω κι αν δεν μπορεί να παίξει μαζί τους.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ