Πολλές φορές τα γυναικολογικά προβλήματα δεν βγαίνουν αμέσως στην επιφάνεια. Χρειάζονται όμως την ειδική αντιμετώπιση σε συνεργασία με τον γυναικολόγο σου. Μια τέτοια πάθηση είναι και η τραχηλίτιδα! Μάλιστα, το 50% των γυναικών στη διάρκεια της ενήλικης ζωής τους θα παρουσιάσουν αυτή τη νόσο. Τι είναι ακρβώς; Τι την προκαλεί και τι θεραπείες υπάρχουν για την αντιμετώπισή της;
Ο μαιευτήρας γυναικολόγος Θάνος Παράσχος σου δίνει όλες τις απαντήσεις…
TΙ ΕΙΝΑΙ Η ΤΡΑΧΗΛΙΤΙΔΑ;
Η τραχηλίτιδα είναι η οξεία ή χρόνια φλεγμονή του τραχήλου της μήτρας. Οι οξείες τραχηλίτιδες σπάνια οφείλονται σε άμεση φλεγμονή του τραχήλου και συχνότερα αποτελούν επέκταση φλεγμονών του κόλπου, της ουρήθρας ή της ουροδόχου κύστης.
ΣΕ ΤΙ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ;
– Σε μεγάλο ποσοστό οι τραχηλίτιδες, ειδικά στις γυναίκες νεαρής ηλικίας, μπορεί να οφείλονται σε χρόνιο ερεθισμό του τραχήλου της μήτρας από τη σεξουαλική επαφή.
– Άλλη αιτία ειναι το εκτρόπιο (κατάσταση στην οποία παρατηρείται προβολή του εσωτερικού τμήματος του τραχήλου προς τα έξω) που υπάρχει φυσιολογικά στις γυναίκες αυτής της ηλικίας.
– Οι τοκετοί, οι εκτρώσεις, οι διαστολές του τραχήλου της μήτρας, οι διαγνωστικές και κλασματικές αποξέσεις ή οι τοποθετήσεις ραδιενεργών υλικών για τοπική θεραπεία σε περιπτώσεις καρκίνου του τραχήλου της μήτρας είναι δυνατόν να έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία φλεγμονών.
– Η λέπτυνση του τραχήλου της μήτρας, που οφείλεται σε ατροφία λόγω εμμηνόπαυσης, ενδέχεται να προδιαθέσει σε ανάπτυξη φλεγμονής.
– Υπάρχουν αρκετά μικρόβια τα οποία προκαλούν οξείες τραχηλίτιδες. Ο γονόκοκκος, χλαμύδια, Candida, τριχομονάδες και Gardnerella vaginalis, η οποία παλαιότερα αναφερόταν ως αιμόφιλος του κόλπου, είναι οι πιο σύνηθεις παράγοντες τραχηλίτιδας από μικρόβιο.
– Οι ιoί είναι επίσης πιθανόν να προκαλέσουν τραχηλίτιδα. Ο ιός του απλού έρπητα -σχεδόν πάντα ο τύπος ΙΙ- (έρπητας των γεννητικών οργάνων ή Ηerpes simplex type II) και ο ιός των επιπέδων κονδυλωμάτων (HPV) μπορεί να ευθύνονται για την ανάπτυξη φλεγμονής στον τράχηλο.
– Στις χρόνιες τραχηλίτιδες μικροοργανισμοί από αυτούς που θεωρούνται μη ειδικού τύπου, π.χ., ο σταφυλόκοκκος και ο στρεπτόκοκκος, μπορεί να προκαλέσουν φλεγμονή.
– Κάποιου βαθμού χρόνια τραχηλίτιδα υπάρχει σε πολύ υψηλό ποσοστό στις γυναίκες που έχουν γεννήσει.
– Αλλοι πιθανοί παράγοντες είναι: το ενδομήτριο σπείραμα (I.U.D.), η μη καλή υγιεινή της περιοχής των γεννητικών οργάνων, η έλλειψη βιταμινών και η παρουσία ξένων σωμάτων, όπως είναι οι πεσσοί.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΗΣ;
Ο μαιευτήρας γυναικολόγος σου εξηγεί ποια είναι τα πιο συνήθη συμπτώματα που πρέπει να σε οδηγήσουν στον γυναικολόγο με υποψία τραχηλίτιδας:
Το κυρίαρχο σύμπτωμα είναι η βλεννοπυώδης έκκριση που εξέρχεται από το έξω τραχηλικό στόμιο. Επίσης, μπορεί να εμφανιστεί μικρή αιμορραγία ύστερα από επαφή, κατά τη γυναικολογική εξέταση με το μητροσκόπιο ή κατά τη λήψη τεστ Παπ. Η έκκριση δεν εξέρχεται συνήθως έξω από τη σχισμή του αιδοίου και γι΄ αυτό οι ασθενείς δεν παραπονούνται για κολπική υπερέκκριση, δυσοσμία, καύσο ή κνησμό.
Κάποιες φορές ίσως υπάρχει ήπιο άλγος υπογαστρίου (πόνος στην κοιλιά) με ή χωρίς αντανάκλαση στην μέση.
Οι τραχηλίτιδες που οφείλονται σε γονόκοκκο (γονορροϊκής αιτιολογίας) ενδέχεται να συνοδεύονται από ουρηθρίτιδες και να έχουν ως επακόλουθο την εμφάνιση συχνουρίας, δυσουρίας κ.λπ.
Η ανιούσα γονορροϊκή τραχηλίτιδα μπορεί να επεκταθεί στις σάλπιγγες και να προκαλέσει οξεία περιτονίτιδα. Η πιθανότητα εμφάνισης συνοδού οξείας φλεγμονής των παραμητρίων (δηλ. των ιστών που περιβάλλουν την μήτρα) δυνατόν να οδηγήσει σε δυσπαρευνία, δηλαδή πόνο στην σεξουαλική επαφή. Συχνά μαζί με τον ενδοτράχηλο προσβάλλεται και το ενδομήτριο με επακόλουθο την αποβολή σε περίπτωση εγκυμοσύνης.
Οι οξείες τραχηλίτιδες μπορεί να προκαλέσουν υπογονιμότητα, αφού οι εκκρίσεις του τραχήλου της μήτρας σε αυτές τις περιπτώσεις είναι τοξικές για το σπέρμα.
ΠΟΙΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΝ ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ;
Η επιλογή της κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής εξαρτάται από την ηλικία της γυναίκας, τη βαρύτητα της φλεγμονής, από το αν έχει προηγηθεί άλλη θεραπεία, από τη συνύπαρξη ή όχι κάποιας άλλης φλεγμονής και από την επιθυμία της για τεκνοποίηση.
1. Σε περίπτωση οξείας τραχηλίτιδας: Όταν η οξεία τραχηλίτιδα συνοδεύεται από κολπίτιδα που οφείλεται σε κάποιο συγκεκριμένο μικροοργανισμό, η θεραπεία θα πρέπει να στοχεύει στην καταπολέμηση του συγκεκριμένου μικροοργανισμού. Για το λόγο αυτό συνιστάται η καλλιέργεια κολπικού και τραχηλικού υγρού.
Όταν το παθογόνο αίτιο είναι η τριχομονάδα, θα πρέπει να χορηγείται μετρονιδαζόλη ή ορνιδαζόλη. Όταν υπάρχει Candida, χορηγείται αντιμυκητιασική αγωγή είτε από το στόμα είτε από τον κόλπο είτε και από τις δύο οδούς. Τα χλαμύδια θεραπεύονται με τετρακυκλίνη ή ερυθρομυκίνη. Ο αιμόφιλος του κόλπου ή Gardnerella vaginalis θεραπεύεται με τετρακυκλίνη ή αμπικελλίνη.
2. Σε περίπτωση χρόνιας τραχηλίτιδας: Η θεραπεία της μπορεί να είναι συντηρητική ή επεμβατική. Η χρόνια τραχηλίτιδα θα πρέπει να θεραπεύεται ακόμα και αν είναι ασυμπτωματική.
Συντηρητική αντιμετώπιση: Θα πρέπει να συστήνονται καλλιέργεια και αντιβιόγραμμα σε κάθε περίπτωση που υπάρχει χρόνια πυώδης έκκριση από τον τράχηλο. Συνήθως, προτιμάται η χορήγηση αντιβιοτικών από το στόμα και όχι η τοπική εφαρμογή φαρμάκων στον κόλπο, διότι οι εν τω βάθει φλεγμονές του ενδοτραχήλου δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς με τοπική θεραπεία.
Αρκετές φορές, οι γυναίκες χρησιμοποιούν από μόνες τους κολπικά υπόθετα Betadine ή κάνουν κολπικές πλύσεις με Betadine. Όμως με αυτό τον τρόπο καταστρέφεται η ισορροπία των μικροοργανισμών στον κόλπο και αναπτύσσονται χημικές κολπίτιδες. Επομένως, η τοπική χρήση του Betadine θα πρέπει να γίνεται μόνο ύστερα από υπόδειξη του θεράποντος γιατρού.
Εάν έπειτα από προσπάθεια δύο, τριών μηνών δεν υπάρξει βελτίωση, συνίσταται χειρουργική θεραπεία.
Χειρουργική αντιμετώπιση: Οι μέθοδοι της χειρουργικής αντιμετώπισης ποικίλουν ανάλογα με την περίπτωση
– Hλεκτροκαυτηρίαση: Η μέθοδος ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη παλαιότερα. Είναι μια πολύ αποτελεσματική μέθοδος, η οποία, ωστόσο, θα πρέπει να αποφεύγεται στην οξεία φάση της φλεγμονής ή πριν από την περίοδο, διότι υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης ανιούσας φλεγμονής (δηλαδή να προχωρήσει η φλεγμονή προς το εσωτερικό τμήμα του οργάνου, τον ενδοτράχηλο) ή να διασπαρθεί προς τα παραμήτρια και να αναπτυχθεί οξεία πυελοπεριτονίτις.
– Καυστικά διαλύματα: Ακόμα παλαιότερα χρησιμοποιούνταν καυστικά διαλύματα (π.χ., νιτρικού αργύρου, Νegatol) με καλά αποτελέσματα.
– Κρυοπηξία: Χρησιμοποιείται πολύ συχνά ακόμα και σήμερα. Με τη μέθοδο αυτή καταστρέφεται η περιοχή του ιστού που παρουσιάζει φλεγμονή. Η κρυοπηξία έχει αρκετά πλεονεκτήματα, όπως εύκολη εφαρμογή, έλλειψη αιμορραγίας, αποφυγή τραχηλικής στένωσης, πολύ καλή ανοχή από την ασθενή και δεν χρειάζεται αναισθησία. Το μόνο μειονέκτημα είναι η υπερπαραγωγή τραχηλικής βλέννας για δύο με τρεις εβδομάδες.
Σε περίπτωση αποτυχίας των ανωτέρω αναφερόμενων μεθόδων, είναι δυνατόν να καταφύγει κανείς σε κωνοειδή εκτομή του τραχήλου της μήτρας ή σε ακρωτηριασμό. Σήμερα, οι μέθοδοι αυτοί δεν χρησιμοποιούνται συχνά και έχουν αντικατασταθεί από τα laser. Σε εξειδικευμένα κέντρα και στα χέρια καλά καταρτισμένων γιατρών, τα laser είναι πολύτιμο εργαλείο αντιμετώπισης των φλεγμονών του τραχήλου της μήτρας, ειδικά όταν αποτυγχάνουν οι άλλες μέθοδοι. Τα μειονεκτήματά τους είναι ότι κοστίζουν και ότι απαιτείται να χρησιμοποιούνται από καλά εκπαιδευμένους ιατρούς.
Πλήρης ίαση επιτυγχάνεται ύστερα από έξι εβδομάδες περίπου. Σε περίπτωση που υπάρχουν επανειλημμένα υποτροπιάζουσες τραχηλίτιδες θα πρέπει να γίνεται κολποσκοπική εκτίμηση του τραχήλου της μήτρας και του κόλπου