Εγώ σας γράφω για μια ιστορία που τελείωσε εδώ και έναν χρόνο, αλλά ακόμα δεν μπορώ να αποβάλλω από μέσα μου. Ήμασταν τόσο ευτυχισμένοι. Ταιριάζαμε τόσο πολύ. Επικοινωνούσαμε, κάναμε τέλειο σεξ, γελούσαμε πολύ. Όλα αυτά όμως μόνο όταν ήμασταν οι δυο μας. Όταν εμφανιζόταν στο σπίτι κάποιος φίλος του, ο αδερφός του, η μαμά του, ο μπαμπάς του, άλλαζε εντελώς χαρακτήρα. Ήταν απόμακρος. Ήταν απότομος, δεν μου έδινε καμία σημασία. Και έκανε τα πάντα για να ευχαριστήσει τους άλλους. Εγώ δεν υπήρχα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Όπως καταλαβαίνετε αυτό με πλήγωνε. Δεν καταλάβαινα αυτή την αλλαγή στη συμπεριφορά του. Ήταν κακό να μου φέρεται όμορφα μπροστά στους άλλους; Δεν το καταλάβαινα. Και του το έλεγα. Και τότε άρχιζε να με κατηγορεί ότι γκρινιάζω και ότι δεν με αντέχει. Γενικώς, ένιωθα ότι με έβαζε κάτω από όλους ή μάλλον έβαζε όλους τους άλλους πάνω από μένα. Και αντιδρούσα και τσακωνόμασταν. Τσακωνόμασταν συνέχεια. Μέχρι που δεν άντεχε κανείς άλλο και χωρίσαμε.
Κλείστηκα στο σπίτι, έκλαιγα συνέχεια, περίμενα, ήλπιζα να με αναζητήσει. Δεν το έκανε ποτέ. Έχει περάσει ένας χρόνος, νιώθω καλύτερα, αλλά ακόμα μέσα μου περιμένω. Ένα τηλέφωνο που δεν γίνεται ποτέ. Και μια ελπίδα που δεν πεθαίνει ποτέ. Προσπάθησα να βγω -για να είμαι ειλικρινής οι φίλοι μου με βγάλανε με το ζόρι, μου συστήσανε διάφορους, αλλά η μορφή του πάντα με κυνηγάει και καταστρέφω το οτιδήποτε εμφανίζεται στον ορίζοντά μου, ακόμα και καλό.
Δεν το παραδέχομαι σε κανέναν. Υποκρίνομαι ότι είμαι καλά. Ότι δεν με νοιάζει. Ότι τον ξεπέρασα. Μόνο εγώ ξέρω πως νιώθω, μόνο εγώ ξέρω τι σκέφτομαι πριν κοιμηθώ. Ακόμα κλαίω. Κυρίως τώρα που είναι καλοκαίρι. Οι αναμνήσεις με κυνηγούν. Με ταξιδεύουν στη Σαντορίνη, στην Κέρκυρα, όπου έχουμε πάει μαζί. Θυμάμαι στιγμές, γέλια, φιλιά, αγκαλιές… Αδυνατώ να προχωρήσω μπροστά αν και θέλω. Θέλω αλλά δεν μπορώ. Κάτι με κρατάει πίσω. Κάτι με κρατάει εκεί. Και η ελπίδα να γυρίσει ακόμα τριγυρίζει στο κεφάλι μου. Οι φίλοι με μαλώνουν, γιατί το υποψιάζονται. Το αρνούμαι, το παίζω άνετη. Αλλά κλείνομαι στον εαυτό μου και τον σκέφτομαι.
Κάθε μέρα είμαι και λίγο καλύτερα. Αλλά έχει περάσει ένας χρόνος και δεν τον έχω ξεπεράσει. Οι αναμνήσεις έχουν αρχίσει να με εκνευρίζουν. Μου κάνουν κακό. Μακάρι να μπορούσα να τις σβήσω από το μυαλό μου. Όπως στην ταινία, την Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού. Τι ωραία που θα ήτανε…
Συγνώμη, αν σας χάλασα τη διάθεση, αλλά ήθελα να την πω την ιστορία μου. Έτσι, για να διαβάσω τα “χάλια” μου. Που ξέρεις; Μπορεί να με βοηθήσει.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ