Σαν παιδί κι εγώ δεν ήμουν κι από τα πιο ωραία κορίτσια του σχολείου. Δεν είχα και πολλές κατακτήσεις αλλά να πω την αλήθεια δεν το είχα επιδιώξει και ποτέ. Μου άρεσε έτσι όπως ήμουν.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στην τρίτη Γυμνασίου είχα πει σε ένα αγόρι πως ήμουν ερωτευμένη μαζί του. Αυτό το παιδί όχι μόνο μου έριξε χυλόπιτα αλλά δεν μου ξαναμίλησε ποτέ και ούτε πρόκειται. Το θέμα ήταν πως εγώ πληγώθηκα πάρα πολύ. Έκανα πολύ καιρό να ξαναερωτευτώ κάποιον.
Για τα επόμενα χρόνια πέρασαν πολλά αδιάφορα άτομα από τη ζωή μου. Έλεγα πως ήμουν ερωτευμένη μα στην πραγματικότητα δεν είχα αγαπήσει κανέναν από αυτούς που τα είχα φτιάξει. Αρκετές φορές τους χρησιμοποιούσα κιόλας προκειμένου να ικανοποιήσω τις ανάγκες μου.
Μέχρι που το καλοκαίρι μετά τις πανελλαδικές τα έφτιαξα με τον Δημήτρη. Ο Δημήτρης είχε εξοχικό στο Πευκοχώρι Χαλκιδικής. Εκεί παραθερίζαμε για χρόνια με τους γονείς μου. Το Πευκοχώρι ήταν, είναι και θα είναι ένα από τα αγαπημένα μου μέρη για διακοπές.
Τον Δημήτρη τον ήξερα από την πέμπτη Δημοτικού μα δεν τον είχα δει ποτέ ερωτικά. Ήμασταν όλοι μαζί παρέα: εγώ, ο Δημήτρης, η Δήμητρα, η Έυα, ο Γρηγόρης και η Πηνελόπη. Κάθε καλοκαίρι ξεφαντώναμε. Κάθε καλοκαίρι ήταν ξεχωριστό γεμάτο με τρέλες και εφηβικές βλακείες.
Ο Δημήτρης κι εγώ είχαμε μια διαφορετική σχέση. Βρισκόμασταν αρκετές φορές μέσα στο χειμώνα. Με καταλάβαινε και τον καταλάβαινα απόλυτα. Είχαμε την τέλεια φιλία.
Είναι ψηλός, ξανθός με υπέροχα πράσινα μάτια. Είχε αρκετές κατακτήσεις μα δεν τα είχε φτιάξει με πολλές. Αφού όλοι δώσαμε Πανελλαδικές αποφασίσαμε να περάσουμε ένα ακόμη καλοκαίρι στη Σίβηρη όμως αυτό το καλοκαίρι ήταν παρά πολύ διαφορετικό, δεν είχε καμία σχέση με τα άλλα.
Ο Δημήτρης φερόταν πολύ διαφορετικά -προς το καλύτερο. Ήταν τρυφερός, στοργικός και πολύ ρομαντικός. Η Έυα και ο Γρηγόρης το ήξεραν πως ο Δημήτρης ήταν ερωτευμένος μαζί μου αλλά δεν έλεγαν τίποτα. Η αλήθεια είναι ότι κι εμένα είχε αρχίσει να μου αρέσει αλλά δεν το είχα πει σε κανέναν.
Ένα βράδυ η Πηνελόπη και η Έυα πήγαν στο θέατρο. Είχαμε μείνει ο Δημήτρης, ο Γρηγόρης, εγώ και η Δήμητρα. Η Δήμητρα και ο Γρηγόρης προχώρησαν μπροστά και μας άφησαν μόνους. Καθίσαμε στην παραλία μα κανείς δεν μιλούσε. Η γλώσσα της καρδιάς δεν έχει ανάγκη από λέξεις, είναι γραμμένη στα μάτια. Με αγκάλιασε τόσο τρυφερά και χωρίς κανένα δισταγμό φιληθήκαμε. Ήταν σαν να σταμάτησε ο χρόνος. Ανταποκρίθηκα αμέσως. Ήταν υπέροχα! Αφού επαναλάβαμε το φιλί ακόμα δύο φορές καθόμασταν για τουλάχιστον μια ώρα αγκαλιασμένοι στην άμμο φυσικά χωρίς να μιλάμε.
Επιτέλους μετά από τόσα χρόνια αισθάνθηκα και πάλι έτσι για κάποιο άτομο. Πεταλούδες στο στομάχι, δεν είχα όρεξη να φάω το μόνο που ήθελα ήταν να είμαι μαζί του, να φιλιόμαστε να αγκαλιαζόμαστε. Τα είχαμε όλο το καλοκαίρι. Ήμασταν κάθε μέρα μαζί. Αμέτρητα φιλιά και αγκαλιές. Δεν μπορούσα λεπτό μακριά του. Ήθελα να τον αισθάνομαι συνεχώς δίπλα μου, να με αγκαλιάζει με αυτόν το δικό του ξεχωριστό τρόπο και να με φιλάει τόσο γλύκα και τρυφερά.
Μετά από σχεδόν 2 μήνες σχέσης αποφασίσαμε να προχωρήσουμε. Ήμουν σίγουρη πως ο Δημήτρης ήταν το καταλληλότερο άτομο προκειμένου να προχωρήσω σε αυτό το μεγάλο βήμα. Ξέρω ακούγεται λίγο κάπως αλλά ναι ήμουν η πρώτη του και ήταν ο πρώτος μου. Δεν είχα καμία αμφιβολία για την απόφαση μου και αισθανόμουν έτοιμη. Όλα ήταν υπέροχα. Αυτός ήταν τόσο γλυκός, τρυφερός και ρομαντικός. Θυμάμαι πως είχε ανάψει και κεριά. Προσπάθησε να με κάνει να νιώσω όσο πιο άνετα γίνεται αλλά ήξερα πως κι αυτός ήταν αρκετά αγχωμένος. Για πρώτη φορά αισθάνθηκα αρκετά πράγματα. Το ίδιο κι εκείνος -έτσι θέλω να πιστεύω τουλάχιστον.
Όπως όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν, έτσι τελείωσε το καλοκαίρι και ήρθε το Φθινόπωρο. Το Σεπτέμβρη εγώ πέρασα στη Νομική Κομοτηνής. Εκείνος όμως…
Εγώ νόμιζα, δηλαδή εκείνος μου είχε πει πως καλώς εχόντων των πραγμάτων θα περάσει στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας στο τμήμα των Οικονομικών. Στην πραγματικότητα αυτή ήταν η δεύτερη επιλογή του σε περίπτωση που δεν τον δέχονταν στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου στη Σκωτία. Όταν μου ανακοίνωσε πως τελικά θα πάει στο Εδιμβούργο ήταν σαν να έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Ήμουν τόσο ερωτευμένη μαζί του. Δεν θα άντεχα να τον χάσω. Δυστυχώς δεν μπορούσα να κάνω τίποτε άλλωστε δεν ήθελα να γίνω εμπόδιο στην καριέρα του.
Μου είπε πως αν δεν θέλω δεν θα πάει μα εγώ του είπα να πάει. Ήταν πολύ μεγάλη ευκαιρία για αυτόν, δεν έπρεπε να την αφήσει να πάει χαμένη. Θα αισθανόμουν τύψεις αν ήξερα πως τον εμπόδιζα να προχωρήσει.
Μου υποσχέθηκε πως θα μιλάμε, θα μου γράφει και θα μου στέλνει e-mail. Τον αποχαιρέτησα στο αεροδρόμιο. Δεν έκλαιγα αλλά ούτε κι εκείνος. Η ατμόσφαιρα ήταν ήδη αρκετά φορτισμένη για να τη φορτίσουμε και με συναισθηματικές εξάρσεις. Φιληθήκαμε, τον αγκάλιασα κι έφυγε έτσι, τόσο απλά, χωρίς καν να το καταλάβω. Οι μήνες που τα είχαμε ήταν από τις καλύτερες περιόδους όλης της ζωής μου. Τον πρώτο καιρό μιλούσαμε σχεδόν κάθε μέρα στο Facebook. Εγώ όμως άρχισα να απομακρύνομαι με τον καιρό, όχι επειδή δεν τον ήθελα πια αλλά με πλήγωνε πολύ να ξέρω πως δεν μπορώ να τον έχω κοντά μου. Τον απέφευγα και έβρισκα διάφορες δικαιολογίες για να μην μιλήσουμε.
Δεν μπόρεσε να έρθει το καλοκαίρι στην Ελλάδα. Οι γονείς του δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να τον στείλουν εδώ. Μετά από δυο χρόνια που έμεινε στη Σκωτία του ζήτησα να χωρίσουμε. Δεν άντεχα να ζω έτσι μακριά του. Στεναχωρήθηκε και πληγώθηκε πολύ -όπως και εγώ, αλλά έτσι έπρεπε να γίνει.
Μετά από έξι χρόνια, ένα Σάββατο πρωί είχα κανονίσει με την Πηνελόπη να πάμε στο λιμάνι για έναν καφέ. Είχαμε καιρό να τα πούμε. Παντρευόταν και ήθελε βοήθεια με τα ψώνια. Κι εκεί που πάω να μπω στην τουαλέτα της καφετέριας ακούω μία φωνή. Γυρνάω πίσω και τι να δω;;; Τον Δημήτρη μετά από τόσα χρόνια. Επιτέλους τον ξαναέβλεπα.
Ήταν αξύριστος αλλά του πήγαινε. Είχε αλλάξει αρκετά αλλά παρέμενε κούκλος. Μόλις τον είδα ήταν σαν να με διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα. Μούδιασα ολόκληρη, έχασα τα λόγια μου. Τον αγκάλιασα και μιλήσαμε. Ήρθε και κάθισε στο τραπέζι μας, μου είπε πως ήρθε για το γάμο της Πηνελόπης, είχε εδώ και δύο χρόνια που είχε τελειώσει τη σχολή και τώρα δούλευε ως οικονομικός σύμβουλος σε μία εταιρία στο Λονδίνο. Δεν ρώτησα αν ήταν ελεύθερος μα αυτό ήταν που με ένοιαζε. Είπε πως θα κάτσει στην Ελλάδα για ενάμιση μήνα και ύστερα θα γυρίσει πάλι στο Λονδίνο.
Όταν τον είδα θυμήθηκα εκείνα τα υπέροχα φιλιά στην παραλία αλλά και την πρώτη μας φορά. Η Πηνελόπη έφυγε, μας άφησε μόνους και συζητήσαμε. Έμαθε πως είχα τελειώσει την Νομική και τώρα έκανα την άσκηση μου σε ένα δικηγορικό γραφείο. Χωρίς να τον ρωτήσω μου εκμυστηρεύτηκε πως είναι ελεύθερος. Ήμουν κι εγώ ελεύθερη αλλά δεν του το είπα, ήθελα να με ρωτήσει εκείνος κι έτσι έγινε. Μου ζήτησε να βγούμε το βράδυ και φυσικά δέχτηκα.
Έκανα σαν κανένα δεκαπεντάχρονο κοριτσάκι. Είχα αδειάσει όλη την ντουλάπα μέχρι να βρω τι να βάλω. Είχα αλλάξει πεντακόσια χτενίσματα και παπούτσια ώσπου βρήκα τα κατάλληλα. Τα κορίτσια μου επισήμαναν να μην ενθουσιαστώ και να μην ξεχνάω πως σε ενάμιση μήνα θα ξαναφύγει. Μα εμένα δεν με ένοιαζε καθόλου. Ήθελα να μείνω μαζί του όλο το βράδυ. Μόλις μπήκα στο μαγαζί, τον είδα να με περιμένει στο τραπέζι. Ήταν αγχωμένος και έπαιζε νευρικά με τα κλειδιά του αυτοκινήτου του, σαν την πρώτη μας φορά.
Μιλούσαμε, μιλούσαμε, μιλούσαμε μπορεί και παραπάνω από δύο ώρες ο καθένας έλεγε για τη ζωή του αυτά τα χρόνια. Αστείες στιγμές, δυσκολίες και προβλήματα, επιτυχίες και αποτυχίες όλα τα είχε αυτή η συζήτηση. Μετά φτάσαμε στα προσωπικά. Μου είπε πως από τότε που χωρίσαμε έκανε ακόμη δύο σοβαρές σχέσεις και κάποιες άλλες ξεπέτες. Η μία σοβαρή του σχέση άρχισε μετά από δύο μήνες αφού είχαμε χωρίσει και κράτησε περίπου ένα χρόνο. Η άλλη είχε μεγαλύτερη διάρκεια καθώς κράτησε δύο χρόνια. Εγώ του είπα για τον Αντώνη. Τα έφτιαξα μαζί του μετά από ένα χρόνο αφού χώρισα με εκείνον και χωρίσαμε πριν δύο μήνες. Ο λόγος… δεν πήγαινε άλλο. Ο ένας πίεζε τον άλλο.
Μου πρότεινε να με πάει σπίτι, στις 4 το πρωί δεν είχε λεωφορεία για να γυρίσω. Μπορούσα να πάρω ταξί αλλά το εκμεταλλεύτηκα και δέχτηκα την πρότασή του. Μόλις φτάσαμε έξω από το σπίτι μου τον ευχαρίστησα και πήγα να βγω από το αυτοκίνητο. Δεν μπορούσα να το κάνω, δεν μπορούσα να βγω από το αυτοκίνητο, κάτι με κρατούσε μέσα. Γύρισα και τον φίλησα, ήταν ένα από τα πιο παθιασμένα φιλιά. Ανέβηκε σπίτι μου και κάναμε έρωτα. Ίσως δεν έπρεπε να κάνουμε έρωτα αλλά δεν μπορούσα να το ελέγξω ήταν πάνω από τις δυνάμεις μου… Ο Δημήτρης ήταν καταπληκτικός, είχαμε τόσο πάθος. Ο ένας έδειχνε πόσο του είχε λείψει ο άλλος. Και ναι μπορώ να πω πως ήταν καλύτερα από την πρώτη μας φορά. Κάναμε έρωτα όλη τη νύχτα. Ήταν μαγικά.
Για τον επόμενο μήνα βγαίναμε συνεχώς, ήμασταν μαζί όλη την ώρα. Δεν μας ένοιαζε απολύτως τίποτα. Μια εβδομάδα πριν φύγει μου έκανε μια πρόταση. Μου είπε πως αν θέλω μπορώ να πάω μαζί του στο Λονδίνο. Στην αρχή ενθουσιάστηκα, σκέφτηκα πόσο τέλεια θα ήταν να ζήσουμε μαζί όμως μετά από λίγο επανήρθα στην πραγματικότητα. Πως θα ζήσω εκεί χωρίς δουλειά χωρίς φίλους, μακριά από την οικογένεια μου; Δεν μπορώ να τα παρατήσω όλα και να φύγω. Κι αν δεν πετύχει; Κι αν τελικά δεν καταφέρουμε να συμβιώσουμε μαζί; Δεν είχα αποφασίσει, δεν μπορούσα να αποφασίσω ή μάλλον δεν ήθελα να αποφασίσω. Μου είπε πως θα φύγει και θα ξαναέρθει σε τρεις μήνες. Σας παρακαλώ βοηθήστε με δεν ξέρω τι να κάνω.
Οι γονείς μου λένε να κάνω ό,τι νομίζω, αν και η μαμά μου είναι της άποψης πως πρέπει να τολμάμε στη ζωή ενώ ο μπαμπάς μου είναι της λογικής και πιστεύει πως καλύτερο θα ήταν να μείνω εδώ και να συνεχίσω τη δουλειά μου. Οι φίλες μου λένε πως πρέπει να φύγω μαζί του άλλωστε δεν έχω να χάσω κάτι. Πραγματικά είμαι πολύ μπερδεμένη. Όσο για το οικονομικό, μου είπε πως έχει εξασφαλισμένη δουλειά με αρκετά καλό μισθό και πως θα με βοηθήσει να βρω και εγώ μία εκεί στο Λονδίνο.
Θέλω την άποψή σας. Τι να κάνω; Να πάρω αυτό το μεγάλο ρίσκο και να ζήσω μαζί του στην Αγγλία και όπου μας βγάλει ή να μείνω εδώ και να συνεχίσω τη ζωή μου αλλά μακριά από αυτόν;
Στέλλα
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ